Εγκλήματα Μίσους και Οικονομική Κρίση:
Πόσο μαζί και πόσο χωριστά;
Πελαγια Ι. Παπανικολαου*
- Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Εάν προσπαθούσαμε, να εκφράσουμε τον τίτλο της παρούσας εισήγησης, κάπως λιγότερο «ποιητικά», η διατύπωση του θα είχε ως εξής: Συνδέονται στη χώρα μας τα εγκλήματα μίσους με την οικονομική κρίση; Και αν ναι, σε ποιόν βαθμό; Άλλως συνετέλεσαν οι συνθήκες κρίσεις, που βιώνουμε κατά τα τελευταία έτη ως κοινωνοί στην όξυνση του φαινομένου, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται κυρίως μέσα από αριθμούς ή έχουμε να κάνουμε με μία διαχρονικής εμβέλειας πραγματικότητα, την οποία για κάποιους λόγους το τελευταίο χρονικό διάστημα αρχίσαμε να παρατηρούμε;[1]
Για την απάντηση τόσο του εδώ τιθέμενου κεντρικού ερωτήματος, όσο και εκείνων, που συνειρμικά το συνοδεύουν είναι αναγκαίο, αφενός μεν να προσδιορίσουμε επακριβώς το εννοιολογικό περιεχόμενο των δύο αξόνων, «εγκλήματα μίσους» και «οικονομική κρίση» της πραγμάτευσης μας, (βλ. και την αμέσως επόμενη ενότητα) και αφετέρου δε να προβούμε, εισαγωγικά, στην παράθεση ορισμένων σκέψεων, οι οποίες τοποθετούμενες στο φόντο του συλλογισμού μας, μπορούν να φανούν εξαιρετικά βοηθητικές στη μη επιφανειακή κατανόησή του:
Πρώτον, καταρχάς, για τις ανάγκες της παρούσας συνεξέτασης ο όρος «οικονομική κρίση» ορίζεται εκ μέρους μας με γνώμονα χρονικά και νομικά κριτήρια, χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι οι κοινωνικές προεκτάσεις του αγνοούνται κατά την παρουσίαση της προβληματικής. Η οικονομική κρίση, και συγκεκριμένα η αφετηρία αυτής στον ελληνικό χώρο τοποθετείται χρονικά εκ μέρους μας το έτος 2010, όταν εισήλθαμε πολιτικά σε αυτό, που χαρακτηρίζεται ως «μνημονιακή εποχή».[2] Αλλά και νομικά η ψήφιση της πρώτης μνημονιακής σύμβασης και των μέτρων της δημοσιονομικής εφαρμογής της από το ελληνικό κοινοβούλιο έλαβε χώρα την ίδια χρονιά με τον Ν. 3845/2010 ΦΕΚ Α΄/07-05-2010: «Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο», ενώ δύο έτη μετά ακολούθησε η ψήφιση της δεύτερης μνημονιακής σύμβασης με το Ν. 4046/2012 ΦΕΚ Α’ 28/14-02-2012. Τόσο αυτά τα δύο νομοθετικά κείμενα όσο και αυτά, που συνοδεύουν την εφαρμογή τους, π.χ. μεσοπρόθεσμο πλαίσιο χαρακτηρίζει, νομοτεχνικά, η πολυσυλλεκτικότητα των ψηφιζόμενων ρυθμίσεων, η οποία αφορά το έργο όλων των Υπουργείων και η οποία παρατίθεται αθρόα σε διατάξεις, που εκτείνονται σε αναρίθμητες σελίδες κατά περιεχόμενο.
Δεύτερον, σύμφωνα με την προσέγγιση του D. Melossi, στο πλαίσιο της μελέτης του για τη μεταβλητότητα των αναπαραστάσεων για τον/την εγκληματία σε αναφορά προς τις εκάστοτε εξεταζόμενες κοινωνικές τάξεις πραγμάτων, όπως αυτές διαμορφώνονται στο επίπεδο της κοινής γνώμης αλλά και του εγκληματολογικού λόγου, μέσα από την αποδόμηση και ανασύνθεση, ακριβώς αυτών των διαφορετικών κοινωνικών τάξεων πραγμάτων, κατά τη διάρκεια των περιόδων κοινωνικό-οικονομικής κρίσης, τα ποσοστά ποινικού πληθυσμού παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις, και η δημόσια ρητορική επανατονίζει την αξία της συλλογικότητας γύρω από έννοιες όπως «Κράτος», «Έθνος», «Κοινότητα». Στο πλαίσιο αυτό και υπό το φως της συνεκτίμησης των κοινωνικών και πολιτιστικών συμφραζομένων το έγκλημα και η τιμωρία του στο δημόσιο λόγο φαίνεται να ετεροκαθορίζονται, εκτός των άλλων και από τις βαθύτερες κοινωνικές ανησυχίες, συγκροτώντας την προβολή τους στην πλατφόρμα των όποιων διαπραγματεύσεων τους πολιτικά και κοινωνικά.[3] Η γνώση έτσι για τον/την εγκληματία και θα προσθέταμε εν γένει η γνώση μας γύρω από το εγκληματικό φαινόμενο και τους άξονες που το συνθέτουν, πράξη-δράστης-θύμα και απάντηση σε αυτά,[4] παράγεται, αναπαράγεται και διαχέεται, από τον επιστημονικό ως τον καθημερινό λόγο,[5] κατά τρόπο άμεσα συναρτώμενο προς το ευρύτερο πολιτιστικό περιβάλλον της εκφοράς του και προφανώς επηρεάζεται από την ιστορικο-χρονική συγκυρία του ορισμού του.[6] Ο/η εγκληματίας ως ξένος/η, ο/η ξένος/η ως εγκληματίας, αλλά και ως θύμα, ο/η εγκληματίας και ο/η ξένος/η «έξω από εμάς», ως διαφορετικοί/κες,[7] ο λόγος και οι πολιτικές αποφάσεις για αυτά, υποστηρίζουμε, ότι δεν δύνανται με άλλα λόγια να αντικρίζονται ως αποσπασμένα κομμάτια ενός παζλ, του οποίου επιθυμούμε να δούμε μόνον τη μία πλευρά.
Και τρίτον, κατά τη διάρκεια των οικονομικών κρίσεων, ο σχηματισμός της πολιτικής ατζέντας πραγματώνεται επί τη βάσει ενός πρωταρχικά οικονομιστικού προσανατολισμού κριτηρίων και θέσεων προτεραιοτήτων. Στο μέτρο αυτό, θεματικές σχετιζόμενες με ζητήματα, που άπτονται της ένταξης των αποκλεισμένων / μη κυρίαρχων πληθυσμιακά ομάδων ή της πραγματιστικής εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υποβιβάζονται σε ζητούμενο «τρίτης κατηγορίας», χαρακτηριζόμενες ως διεκδικήσεις «πολυτέλειας». Παράλληλα στο βάθρο του συμβολικού, ο πολιτικός λόγος εγγράφεται με λιγότερο ανθρωποκεντρικούς όρους.[8]
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω επισημάνσεων, τα αιτήματα που στρέφονται γύρω από την εξάλειψη των διακρίσεων, τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας και την ενσωμάτωση της διάστασης της αντιρατσιστικής ατζέντας σε όλες τις επιμέρους πολιτικές, αντεγκληματική πολιτική, εκπαίδευση, κοινωνική προστασία κλπ., καίτοι συνιστούν το πρόταγμα κάθε δημοκρατικής κοινωνίας, αποτελούν το αντικείμενο διαβούλευσης και κοινωνικής συνδιαλλαγής εν μέσω διαρκώς διογκούμενων εντάσεων, οι οποίες αντί να δίνουν λύση στα τιθέμενα, από το μετερίζι του αντιρατσισμού, προβλήματα, μάλλον φορτίζονται αρνητικά από αυτά.
Στις επόμενες ενότητες, αφού ξεκαθαρίσουμε τα του εννοιολογικού προσδιορισμού και των βασικών χαρακτηριστικών των εγκλημάτων μίσους, θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε την εικόνα που το εν λόγω φαινόμενο εμφανίζει στην χώρα μας, κυρίως κατά τα έτη της οικονομικής κρίσης, αντλώντας όμως επιχειρήματα από την όλη εξέλιξη του διαχρονικά σε παράλληλη ανάγνωση, προκειμένου αυτή η προσπάθεια μας να μην φέρει τα χαρακτηριστικά μίας στατικής απλώς ερμηνείας.
- Εννοιολογικός προσδιορισμός και βασικά χαρακτηριστικά των εγκλημάτων μίσους
Σύμφωνα με ένα ευρέως διαδεδομένο ορισμό με τον όρο «έγκλημα μίσους» νοείται κάθε εγκληματική πράξη, που διαπράχθηκε, εμφορούμενη από κίνητρα προκατάληψης απέναντι στο θύμα, εξαιτίας της φυλής, της εθνικής ή εθνοτικής προέλευσης, της ταυτότητας φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της θρησκείας ή της αναπηρίας του, με τις προστατευόμενες ομάδες θυματοποίησης να καθορίζονται σε ορισμένες έννομες τάξεις και από άλλα λιγότερο αυστηρά οριοθετημένα κριτήρια, όπως είναι η κοινωνική θέση, η οικονομική κατάσταση, η κάστα η γλώσσα ή η οικογενειακή κατάσταση κλπ.[9]
Για τη στοιχειοθέτηση ενός εγκλήματος μίσους απαιτείται η συνδρομή δύο βασικών στοιχείων, ήτοι: 1ον Η διάπραξη ενός ποινικού αδικήματος και 2ον η σύνδεση αυτού του ποινικού αδικήματος με κίνητρα μίσους, προκατάληψης, εχθρότητας ή ρατσισμού με μία κατηγοριοποιημένη ομάδα πληθυσμού, εξαιτίας του στίγματος, που αυτή η ομάδα φέρει κοινωνικά και η οποία εκπροσωπείται μέσα από την επιλογή του θύματος.[10] Μέσω των εγκλημάτων μίσους λοιπόν εξωτερικεύεται, και μάλιστα κατά τρόπο διακριτό, αφενός μία επιλεκτική του/της δράστη προς το θύμα και αφετέρου μία ρατσιστική στάση βασισμένη σε βιολογικά κριτήρια περί φυλετικής κατωτερότητας (προγενέστερη προσέγγιση) ή πιο διευρυμένα σε κριτήρια, που στρέφονται γύρω από το στίγμα της ετερότητας, όσων δεν «ορίζονται ως κανονικοί/ες», εξαιτίας του χρώματος του δέρματος τους, της εθνικής ή εθνοτικής τους προέλευσης, των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, του σεξουαλικού τους προσανατολισμού, της ταυτότητας του φύλου τους, της αναπηρίας τους κλπ.[11]
Στο σχετικό δημόσιο λόγο τα εγκλήματα μίσους πολλές φορές ταυτίζονται με τη ρατσιστική βία. Επισημαίνεται όμως ότι η ρατσιστική βία αποτελεί έννοια είδους σε σχέση με τα εγκλήματα μίσους, που ως έννοια γένους την περιλαμβάνει στις εκφάνσεις πραγμάτωσης τους. Παράλληλα τα εγκλήματα μίσους διακρίνονται και από άλλους συγγενείς όρους, όπως η ξενοφοβία[12] και η ρατσιστική διάκριση,[13] της οποίας αποτελούν την πιο ειδεχθή μορφή, εκ τούτου και συνιστούν αντικείμενο εξέτασης της προόδου της χώρας μας από τη σκοπιά της λήψης μέτρων για την εξάλειψη τους από τους Διεθνείς Οργανισμούς, που δραστηριοποιούνται στο πεδίο των ρατσιστικών διακρίσεων.
Σημαίνουσα επίσης, για την κατανόηση των εγκλημάτων μίσους φαινομενολογικά, είναι και η διάσταση των προστατευόμενων ομάδων θυματοποίησης. Όπως ήδη αναφέραμε τα κριτήρια στοιχειοθέτησης των λόγων διάπραξης των εγκλημάτων μίσους και άρα και της επιλεκτικής των θυμάτων τους ποικίλουν από έννομη τάξη σε έννομη τάξη και μαζί με αυτά και οι ομάδες προστασίας μέσω της εγκληματοποίησης αυτών των συμπεριφορών, η συμπερίληψη λοιπόν ή όχι μίας ομάδας θυματοποίησης, εξαιτίας μίσους, εξαρτάται από ειδικότερα κριτήρια, που συνέχονται με το ιστορικό και πολιτιστικό πλαίσιο της κάθε χώρας, με τη χρονική συγκυρία θέσπισης της σχετικής νομοθεσίας, με την προηγούμενη εμπειρία και τέλος με την ασκούμενη επιρροή των ομάδων πίεσης. Κεντρικό, επομένως, παραμένει το ερώτημα: Πόσο επιθυμεί μία πολιτεία να διευρύνει το θυματολογικό πυρήνα προστασίας των εγκλημάτων μίσους, εντάσσοντας σε αυτόν, πέρα από τις παραδοσιακές ομάδες προστασίας των ανθρώπων, που θυματοποιούνται για λόγους εθνικής, εθνοτικής ή φυλετικής καταγωγής και άλλες ομάδες προστασίας, π.χ. Ανθρώπους με αναπηρία, λεσβίες, γκέι, τρανς άτομα, άγαμες μητέρες (οικογενειακή κατάσταση), άτομα διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων κλπ.[14]
Αξιομνημόνευτη είναι, εν προκειμένω, η σύσταση του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), σχετικά με τα χαρακτηριστικά, που πρέπει να φέρουν τα ρατσιστικά εγκλήματα, ώστε να καθίσταται αποτελεσματικότερη και ορθότερη δικαιοπολιτικά η αντιμετώπιση τους, στα οποία, εκτός των άλλων, περιλαμβάνονται, η νομοθετική αναγνώριση ως θυμάτων ανθρώπων αλλά και βλαπτομένων υλικών εννόμων αγαθών, που συνδέονται με τις ομάδες θυματοποίησης, η πρόβλεψη εκ μέρους των κρατών, συνδυαστικά, τόσο ειδικών υποστάσεων ρατσιστικών εγκλημάτων, όσο και ρατσιστικού κινήτρου, ως επιβαρυντικής περίστασης στους ποινικούς τους κώδικες, η αναφορά και συνάρτηση των εγκλημάτων μίσους, με χαρακτηριστικά θεμελιώδη, αμετάβλητα και προσδιοριστικά ως προς την ταυτότητα του θύματος, η λήψη υπόψη των κοινωνικών και ιστορικών μοντέλων διακρίσεων και ρατσισμού, η συμπερίληψη των ορατών και εύκολα αναγνωρίσιμων από τους/τις δράστες χαρακτηριστικών του θύματος για τη θυματοποίηση του, η προστασία και των ατόμων, που συνδέονται με τα ατομικά θύματα ή τις ομάδες θυματοποίησης στα εγκλήματα μίσους, π.χ. υπερασπιστές/στριες ανθρωπίνων δικαιωμάτων[15] και τέλος η λήψη υπόψη τυχόν πολλαπλού ή μικτού κινήτρου εκ μέρους του/της δράστη κατά την εκτίμηση των σχετικών περιστατικών / υποθέσεων.[16]
Τα εγκλήματα μίσους ως εκφράσεις ρατσιστικών, ξενοφοβικών και μισαλλόδοξων στάσεων διακρίνονται από τη σκοπιά της έντασης τους, της βλάβης των εννόμων αγαθών και των δικαιωμάτων των θυμάτων, της σύνθλιψης των δημοκρατικών αξιών, της διατάραξης της ειρηνικής συμβίωσης των κοινωνών, της αποδυνάμωσης των δικαιο-κρατικών θεσμών και της πολιτικής αποσταθεροποίησης, που αυτά δύνανται να επιφέρουν, εφόσον δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα προληπτικά και κατασταλτικά. Υπό μία πιο συνοπτική ανάγνωση: εν τέλει, τα εγκλήματα μίσους, διαταράσσουν την κοινωνική συνοχή, διαρρηγνύουν το αίσθημα του ανήκειν και φυσικά πλήττουν βάναυσα τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.
- Στιγμιότυπα: Κοινωνικό πλαίσιο, πολιτικά συμφραζόμενα
Το Μάρτη του 2010 μέλη αγήματος του Λιμενικού Σώματος παρελαύνουν με ρατσιστικά συνθήματα στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου.[17] Τον Οκτώβρη του 2010 η Χρυσή Αυγή εκπροσωπείται από έναν δημοτικό σύμβουλο στο Δημοτικό Συμβούλιο του δήμου Αθηναίων, ο οποίος, στην πρώτη συνεδρίαση του οργάνου, τον Ιανουάριο του 2011, προέβη σε ναζιστικό χαιρετισμό.[18] Το Μάη του 2011 λαμβάνει χώρα στο κέντρο της Αθήνας η θανατηφόρα ληστεία σε βάρος ενός Έλληνα πολίτη, του Μανώλη Καντάρη. Στην ευρύτερη περιοχή ακολουθούν τις επόμενες ημέρες πογκρόμ στρεφόμενα κατά προσφύγων και μεταναστών/τριών.[19] Το Μάη του 2012 συλλαμβάνονται και διαπομπεύονται μαζικά οροθετικές εργαζόμενες στο χώρο του σεξ, οι οποίες υποβάλλονται σε εξετάσεις για τον ιό του HIV.[20] Τον Ιούνη του 2012 η Χρυσή Αυγή εκπροσωπείται κοινοβουλευτικά, συνεπεία της αξιοσημείωτης ανόδου του εκλογικού της ποσοστού.[21] Εφεξής ευκρινώς παρατηρείται η ανάδυση ενός εκφερόμενου από τον εν λόγω κομματικό σχηματισμό ρατσιστικού λόγου, μετά των εγκληματικών στερεοτύπων, που τον συγκροτούν, με την ταυτόχρονη διάχυση και «απενοχοποίηση» της ρατσιστικής ρητορείας στο δημόσιο διάλογο. Κοινωνικά, με όρους μιντιακούς, η ενίσχυση της ανασφάλειας και της εγκληματοφοβίας, ταυτίζονται με «τον/την ξένο/η».[22] Τον Αύγουστο του 2012 λαμβάνουν χώρα οι πρώτες αστυνομικές επιχειρήσεις «Ξένος Ζευς», με επικρίσεις για την αποτελεσματικότητα και την αναλογικότητα του μέτρου, (προσαγωγή 80.073 αλλοδαπών, σύλληψη 4.538 λόγω έλλειψης νομιμοποιητικών εγγράφων παραμονής στην χώρα).[23] Τον Απρίλη του 2013 28 αλλοδαποί εργάτες τραυματίζονται από επιστάτες καλλιεργειών φράουλας στη Μανολάδα.[24] Τον Σεπτέμβρη του 2013 τελείται η ανθρωποκτονία σε βάρος του Παύλου Φύσα στο Κερατσίνι από μέλος της Χρυσής Αυγής. Ακολουθεί η σύλληψη μελών, βουλευτών/τίνων και του αρχηγού του κόμματος. Τον Απρίλη του 2015 θα δικαστούν μέλη και βουλευτές της Χρυσής Αυγής για την σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και την τέλεση εγκλημάτων με ρατσιστικό κίνητρο.[25]
Τα παραπάνω γεγονότα θα μπορούσαμε να τα αντικρίσουμε ως θλιβερές εικόνες μίας κοινωνίας υπό πίεση, στις οποίες αναπόφευκτα εστίασε ο φωτογραφικός φακός ενός/μίας τρίτου/της εξωτερικού/ης παρατηρητή/τριας. Και αυτό που ερωτάται, ωστόσο, είναι αν και κατά πόσο αυτά ακριβώς τα περιστατικά, όπως τα μάθαμε ή τα βιώσαμε επηρέασαν, υπό την παρούσα συγκυρία πάντοτε, τον πολιτικό λόγο γύρω από τα εγκλήματα μίσους;
- Το Νομοθετικό πλαίσιο για τα εγκλήματα μίσους
4.1. Διεθνής νομοθεσία
Τα διεθνή κείμενα, στα οποία συναντούμε διατάξεις, δεσμευτικές για τη χώρα μας, συνδεόμενες με τη μεταχείριση εν γένει των εγκλημάτων μίσους θα μπορούσαν να ταξινομηθούν σχηματικά σε δύο κατηγορίες: Στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνονται εκείνα τα διεθνή κείμενα, τα οποία ενσωματώνουν την υποχρέωση εγκληματοποίησης εκ μέρους του ελληνικού κράτους κάποιας συμπεριφοράς, εμπίπτουσας στο εννοιολογικό πεδίο των εγκλημάτων μίσους. Στη δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνονται εκείνα τα διεθνή κείμενα, τα οποία ενσωματώνουν διατάξεις, οι οποίες κατοχυρώνουν, ενισχύουν και εξασφαλίζουν εγγυητικά τα δικαιώματα των θυμάτων των εγκλημάτων μίσους, δημιουργώντας, έτσι, νομικά, το πρόσφορο έδαφος για την ενδυνάμωσή τους.
Έτσι στην πρώτη κατηγορία δεσμευτικών διατάξεων, που απορρέουν από διεθνή κείμενα, με τις οποίες, όπως ελέχθη, υποχρεούμαστε ως κράτος, να εγκληματοποιήσουμε συγκεκριμένες συμπεριφορές, που συγκροτούν την ειδική υπόσταση των εγκλημάτων μίσους, συγκαταλέγονται: το άρθρο 4 της Διεθνούς Σύμβασης για την εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων, στο οποίο πέραν της δημόσιας υποκίνησης σε ρατσιστική βία και της άρνησης ιστορικών γεγονότων ρατσιστικού μίσους προβλέπεται ως αξιόποινη και η συμμετοχή σε οργάνωση που βασίζεται σε ιδέες ή θεωρίες περί ανωτερότητας μιας φυλής ή ομάδας προσώπων ενός χρώματος ή εθνοτικής προέλευσης ή που προσπαθεί να δικαιολογήσει ή να προάγει το φυλετικό μίσος ή γενικότερα κάθε μορφής διάκριση έως και πράξεις βίας. Τα άρθρα 1 και 2 της Απόφασης Πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ του Συμβουλίου Υπουργών της 28/11/2008 για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου[26] και το άρθρο 3 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης για το Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο, το οποίο δεν έχει κυρωθεί ακόμη από τη χώρα μας, ούτε αυτό ούτε η σχετική Διεθνής Σύμβαση.[27]
Ενώ στη δεύτερη κατηγορία των διατάξεων διεθνών κειμένων, με τις οποίες κατοχυρώνονται προστατευτικές εγγυήσεις υπέρ των θυμάτων των εγκλημάτων μίσους εμπίπτει το άρθρο 22 της Οδηγίας 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012 «Για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2001/ 220/ΔΕΥ του Συμβουλίου» : «Ατομική αξιολόγηση των θυμάτων για τον προσδιορισμό ειδικών αναγκών προστασίας», στην οποία περιλαμβάνονται τα θύματα εγκλημάτων, λόγω διακρίσεων, προκαταλήψεων ή μίσους.[28]
4.2. Εθνική νομοθεσία
Με τον Ν. 927/1979 ΦΕΚ Α΄/139/ 25-28.6.1979 : περί κολασμού πράξεων ή ενεργειών αποσκοπουσών εις φυλετικάς διακρίσεις, εγκληματοποιήθηκαν η δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους (άρθρο 1), η δημόσια επιδοκιμασία ή η άρνηση εγκλημάτων (άρθρο 2) και η τέλεση των πράξεων αυτών μέσω διαδικτύου (άρθρο 3), σε αρμονία με τα οριζόμενα στη Δ.Σ. για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων. Με το Ν. 1419/1984 ΦΕΚ Α΄ 28/8-14.3.1984, συμπεριελήφθη με το άρθρο 24 του νόμου αυτού του θρησκεύματος στους λόγους διάπραξης των ειδικών υποστάσεων του Ν. 927/1979. Με το άρθρο 39 παρ. 4 του Ν. 2910/2001 ΦΕΚ Α΄ 91/9.6.2001, κατέστη αυτεπάγγελτη η δίωξη των εγκλημάτων μίσους. Επτά έτη αργότερα, με το άρθρο 23 παρ. 1 του Ν. 3719/2008 ΦΕΚ Α΄ 241/26.11.2008, συμπεριελήφθη ο «διαφορετικός γενετήσιος προσανατολισμός» στους λόγους τέλεσης μίας αξιόποινης πράξης από μίσος και ακολούθως τροποποιήθηκε το άρθρο 79 παρ. 3 Π.Κ., κίνητρο/επιβαρυντική περίσταση που λαμβάνεται υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής, ενώ με το άρθρο 66 του Ν. 4139/2013 ΦΕΚ Α΄73/20.3.2013, αντικαταστάθηκε ο μη αποδεκτός για λόγους αυτοπροσδιορισμού των ΛΟΑΤ Κοινοτήτων «γενετήσιος προσανατολισμός» από τον αποδεκτό όρο «σεξουαλικός προσανατολισμός» και παράλληλα προστέθηκαν η ταυτότητα φύλου και οι γενεαλογικές καταβολές στους λόγους διάπραξης μίας αξιόποινης πράξης από κίνητρα μίσους. Σημειώνουμε επίσης το άρθρο 41Στ Ν. 2725/1999 ΦΕΚ Α΄ 121/17.6.1999, με το οποίο προβλέφθηκε ως αξιόποινη η εκφορά εκφράσεων ρατσιστικού περιεχομένου ή προσβλητικών της εθνικής ταυτότητας στο πλαίσιο των τελούμενων στους αθλητικούς χώρους ποινικών αδικημάτων.
Τέλος πρόσφατα και έπειτα από έντονο δημόσιο διάλογο ψηφίστηκε ο Ν. 4285/2014 ΦΕΚ Α΄ 191/17.9.2014 «Τροποποίηση του ν. 927/1979 (Α 139) και προσαρμογή του στην απόφαση-πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ της 28ης Νοεμβρίου 2008, για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου και άλλες διατάξεις», με τον οποίο ενσωματώθηκε η σχετική με την εγκληματοποίηση ορισμένων συμπεριφορών ρατσισμού και ξενοφοβίας Απόφαση-Πλαίσιο. Παράλληλα αναγνωρίστηκε νομοθετικά στις ομάδες προστασίας από τη θυματοποίηση στο πλαίσιο των εγκληματικών συμπεριφορών του εν λόγω νόμου, αυτή των Ανθρώπων με Αναπηρία,[29] οι οποίοι και καλύπτονται από την προστασία τόσο των ειδικών υποστάσεων του Ν. 4285/2014 όσο και από την απορρέουσα εκ του ρατσιστικού κινήτρου του Π.Κ, ενώ προστέθηκε η ταυτότητα φύλου, στους λόγους διάπραξης των προβλεπόμενων ειδικών υποστάσεων του νόμου, η οποία, ατυχώς νομοτεχνικά, είχε παραληφθεί.[30] Επισημαίνεται, ότι κατά την εκφορά του δημόσιου πολιτικού και μιντιακού λόγου χρησιμοποιήθηκε και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ευρύτατα ο όρος «αντιρατσιστικό νομοσχέδιο/αντιρατσιστικός νόμος», κατά τη γνώμη μας ανακριβώς γλωσσικά, εφόσον η επεξεργασία ενός τέτοιου νομοσχεδίου προαπαιτεί τη συμμετοχή περισσότερων Υπουργείων, περιλαμβανομένου του Υπουργείου Παιδείας.
- Η χώρα μας απέναντι στα διεθνή όργανα για τη ρατσιστική βία και τα εγκλήματα μίσους.
5.1. Οι συστάσεις προς τη χώρα μας για τα εγκλήματα μίσους από τις Διεθνείς Επιτροπές.
Τα εγκλήματα μίσους, όπως ελέχθη, συνιστούν την πιο ειδεχθή μορφή ρατσιστικής διάκρισης, εκ τούτου και αποτελούν έναν εκ των αξόνων εξέτασης της πραγματοποιούμενης από τη χώρα μας προόδου στο πεδίο από τους επιλαμβανόμενους περιοδικών εκθέσεων για την πορεία της λήψης μέτρων εξάλειψης του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας διεθνείς οργανισμούς. Συγκεκριμένα:
Το 2004 η Επιτροπή του Ο.Η.Ε. κατά των Βασανιστηρίων, (CAT), συνέστησε στη χώρα μας την εντατικοποίηση των προσπαθειών μείωσης της κακομεταχείρισης από την αστυνομία ή άλλους δημόσιους/ες λειτουργούς, συμπεριλαμβανομένης της ρατσιστικής κακομεταχείρισης, τονίζοντας συνάμα, ότι το ελληνικό κράτος πρέπει να διαμορφώσει τρόπους συλλογής στοιχείων και μηχανισμούς παρακολούθησης για τα περιστατικά ρατσιστικής βίας.[31]
Το 2008, η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ο.Η.Ε., καταδίκασε την χώρα μας, στην υπόθεση Καλαμιώτης κατά Ελλάδος, για παράβαση των άρθρων 2 παρ. 3 «Δικαίωμα για Αποτελεσματικό Ένδικο Μέσο» και Αποζημίωση» και 7 «Απαγόρευση Βασανιστηρίων» του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ) λόγω της απουσίας αποτελεσματικής διερεύνησης των καταγγελιών για χρήση αστυνομικής βίας σε βάρος του Ρομ Ανδρέα Καλαμιώτη στις 14 Ιουνίου 2001 στην Αγία Παρασκευή Αττικής.[32]
Η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων (CERD), το 2009, στο πλαίσιο της εξέτασης της για την εφαρμογή της Σύμβασης από τη χώρα μας εξέφρασε την ανησυχία της, γύρω από το ότι η Ελλάδα δεν εφαρμόζει αποτελεσματικά τις νομικές διατάξεις που αποσκοπούν στην εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων και ιδίως αυτές που σχετίζονται με την ποινική δίωξη και την τιμωρία των εγκλημάτων με ρατσιστικό κίνητρο. Παράλληλα η Επιτροπή κάλεσε τη χώρα μας να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή όλων των νομικών διατάξεων που αποσκοπούν στην εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων καθώς και την ποινική δίωξη των εγκλημάτων με ρατσιστικό κίνητρο και την τιμωρία τους κατά τρόπο αποτελεσματικό. Η CERD ζήτησε από το ελληνικό κράτος να παράσχει στην επόμενη έκθεσή του επικαιροποιημένες πληροφορίες όσον αφορά την εκ μέρους των δικαστηρίων εφαρμογή των ποινικών διατάξεων που τιμωρούν πράξεις φυλετικών διακρίσεων, όπως αυτές που περιλαμβάνονται στο Νόμο 927/1979. Τέτοιες πληροφορίες θα πρέπει να περιλαμβάνουν τον αριθμό και τη φύση των υποθέσεων ενώπιον της δικαιοσύνης, τις καταδίκες που αποφασίστηκαν και τις ποινές που επιβλήθηκαν, όπως και κάθε αποζημίωση ή άλλης μορφής αποκατάσταση που παρασχέθηκε στα θύματα αυτών των πράξεων.[33]
Το ίδιο έτος η Ευρωπαϊκή Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας (ECRI), υπογράμμισε, ότι η αντιμετώπιση πράξεων ρατσιστικής βίας και μισαλλόδοξου λόγου μέσω της ενεργοποίησης των φορέων της ποινικής δικαιοσύνης είναι εξαιρετικά σπάνια στην χώρα μας και ότι υπάρχει η ανάγκη ενδυνάμωσης των θυμάτων, ώστε να καταγγέλλουν αυτά τα ποινικά αδικήματα. Για την ECRI, συγκεκριμένα περιστατικά κατά Ρομά, Αλβανών, Πακιστανών, ατόμων που ζητούν άσυλο και μεταναστών, καθώς επίσης και αντισημιτικές ενέργειες που έχουν δημοσιοποιηθεί από τα Μ.Μ.Ε. και από την κοινωνία των πολιτών, σε συνδυασμό με καταγγελίες σχετικά με θεωρούμενη αδράνεια της αστυνομίας σε εγκλήματα με ρατσιστικό κίνητρο και προκατάληψη κατά των μεταναστών, αποτελούν σοβαρές ενδείξεις εμφιλοχωρίας του φαινομένου, οι οποίες την οδηγούν στο να επιστήσει την προσοχή των αρχών στην υπ’ αριθμό 11 Σύσταση της Γενικής Πολιτικής[34] για την καταπολέμηση του ρατσισμού και των φυλετικών διακρίσεων στην αστυνόμευση.[35]
5.2. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για τη διερεύνηση των εγκλημάτων με ρατσιστικό κίνητρο.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ΕΔΔΑ εξετάζει την ύπαρξη ρατσιστικού κινήτρου σε αναφορά με μία συμπεριφορά, που παραβιάζει δικαιώματα της ΕΣΔΑ, στο πλαίσιο του άρθρου 14 «απαγόρευση διακρίσεων» της Σύμβασης, του οποίου η εφαρμογή δεν είναι αυτοτελής αλλά συνδεόμενη με κάποιο άλλο παραβιαζόμενο δικαίωμα της Σύμβασης ή των πρόσθετων πρωτοκόλλων αυτής. Στο παρελθόν το Δικαστήριο έχει νομολογήσει, ότι: «Η ρατσιστική βία αποτελεί ιδιαίτερη προσβολή στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και απαιτεί ειδική επαγρύπνηση και σθεναρή αντίδραση εκ μέρους των αρχών. Οι αρχές πρέπει να καταφεύγουν σε όλα τα διαθέσιμα μέσα για να καταπολεμούν το ρατσισμό και τη ρατσιστική βία, ενδυναμώνοντας έτσι την αντίληψη της δημοκρατίας για μια κοινωνία, όπου η διαφορετικότητα δεν αποτελεί απειλή αλλά πλούτο». Το ΕΔΔΑ τονίζει ότι η όμοια μεταχείριση της βίας με ρατσιστικό κίνητρο με τις περιπτώσεις χωρίς στοιχεία ρατσισμού «θα σήμαινε ότι κλείνουμε τα μάτια στην ειδική φύση πράξεων ιδιαιτέρως καταστρεπτικών για τα θεμελιώδη δικαιώματα».[36]
Όσον αφορά τα καθ’ ημάς η χώρα μας έχει καταδικαστεί από το Δικαστήριο του Στρασβούργου σε 9 υποθέσεις για μη επαρκή διερεύνηση ρατσιστικού κινήτρου, στο πλαίσιο περιστατικών, που συνδέονται με κακομεταχείριση αστυνομικών οργάνων σε βάρος προσώπων, διακριτών ομάδων, για λόγους εθνικής, εθνοτικής ή φυλετικής προέλευσης.
Πίνακας Ι
Καταδικαστικές αποφάσεις του ΕΔΔΑ με διάδικο μέρος την Ελλάδα για μη επαρκή διερεύνηση ρατσιστικού κινήτρου.[37]
Υπόθεση | Ημ/νία | Νομική Βάση | Περιεχόμενο Καταδίκης |
Μπέκος -Κουτρόπουλος κατά Ελλάδος | 13/12/2005 |
Άρθρα 2, 3, 6, 8, 13 και 14 ΕΣΔΑ |
-Απουσία αποτελεσματικής έρευνας των ισχυρισμών τους για αυτήν την κακομεταχείριση -Μη διερεύνηση ρατσιστικού κινήτρου |
Ζελίλωφ κατά Ελλάδος | 24/5/2007 | ||
Πετροπούλου κατά Ελλάδος | 6/12/2007 | ||
Λεωνίδης κατά Ελλάδος | 8/1/2009 | ||
Γκαλότσκιν κατά Ελλάδος | 14/1/2010 | ||
Στεφάνου κατά Ελλάδος | 22/4/2010 | ||
Καραγιαννόπουλος κατά Ελλάδος | 21/6/2007 | ||
Mhn Ghassan Alsayed Allaham κατά Ελλάδος | 18/1/2007 | ||
Zontul κατά Ελλάδος | 17/1/2012 |
*Ο Πίνακας σχεδιάστηκε από την γράφουσα. Πηγές πληροφοριών: Ιστοσελίδα Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και ιστοσελίδα «Ελληνικού Παρατηρητηρίου Συμφωνιών του Ελσίνκι».
Όπως συνάγεται από τον Πίνακα Ι, που παρατίθεται αμέσως ανωτέρω η νομική βάση, στις σχολιαζόμενες υποθέσεις, κυρίως, κινείται στο πλαίσιο της επίκλησης των άρθρων 2 (Δικαίωμα στη Ζωή), 3 (Απαγόρευση Βασανιστηρίων, Απάνθρωπης ή Εξευτελιστικής Μεταχείρισης), 13 (Αποτελεσματική Προσφυγή) και 14 (Απαγόρευση των Διακρίσεων) ΕΣΔΑ και αναλόγως με τα πραγματικά περιστατικά αυτή μπορεί να περιλαμβάνει και τα άρθρα 8 (Δικαίωμα Ιδιωτικής και Οικογενειακής Ζωής) και 6 (Δίκαιη Δίκη) ΕΣΔΑ. Στην πλειοψηφία των υποθέσεων τα θύματα προσφεύγουν ενώπιον του ΕΔΔΑ, υποστηριζόμενα από ΜηΚυΟ, που δραστηριοποιούνται στο πεδίο. Εν σχέσει με το χρονικό πλαίσιο των ευρωκαταδικών, το ΕΔΔΑ απασχολήθηκε, αποφαινόμενο επί της αναποτελεσματικής διερεύνησης του ρατσιστικού κινήτρου από τη χώρα μας, αρκετά έτη, πριν την οικονομική κρίση, όπως στην αρχή της παρούσας μελέτης, τοποθετήθηκε εκ μέρους μας στο έτος 2010.
Παρεκβατικά, αναφέρεται, ότι υπάρχει μία κατηγορία υποθέσεων καταδικαστικών για τη χώρα μας από το ΕΔΔΑ για ζητήματα παραβίασης δικαιωμάτων «μειονοτικών ομάδων», οι οποίες παρότι δεν σχετίζονται με ποινικές ή πειθαρχικές διαδικασίες με κάποιον τρόπο «ποινικοποιούνται». Π.χ. ευρωκαταδίκη για θέματα εκπαίδευσης και παράλληλα υποβολή μήνυσης/έγκλησης σε βάρος προσώπων, που εμπλέκονται στην υπόθεση, δημόσιων λειτουργών για παράβαση καθήκοντος.[38] Οι παραβιάσεις, που εξετάζονται σε αυτές τις υποθέσεις συνδέονται με αποφάσεις και λήψη μέτρων από τη διοίκηση, δομικού χαρακτήρα, η υλοποίηση των οποίων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα διαθέσιμα κονδύλια και την ανταπόκριση της (τοπικής) κοινωνίας. Η «δικαστηριοποίηση» τους δε έχει ως αποτέλεσμα την ενασχόληση των ποινικών διωκτικών και εισαγγελικών αρχών με υποθέσεις, οι οποίες κατά τη διαδρομή τους, ακολούθησαν και την ποινική οδό.
- Η καταγραφή των εγκλημάτων μίσους και των περιστατικών ρατσιστικής βίας στη χώρα μας.
6.1. Φορείς καταγραφής και υποδοχής καταγγελιών.
Μία γλωσσική επισήμανση εν προκειμένω: Στην παρούσα ενότητα χρησιμοποιούνται εκ μέρους μας και οι δύο επίμαχοι όροι «εγκλήματα μίσους» και «περιστατικά ρατσιστικής βίας», καίτοι ο δεύτερος είναι στενότερος του πρώτου, λόγω του ότι όλοι οι εδώ παρουσιαζόμενοι φορείς καταγραφής του φαινομένου δεν εμπλέκονται στη διαδικασία της ποινικής διερεύνησης αυτών των μορφών συμπεριφοράς. Επίσης ο όρος «περιστατικά ρατσιστικής βίας» χρησιμοποιείται, όπως θα δούμε και παρακάτω, από το Δίκτυο των Μ.Κ.Ο., που δραστηριοποιούνται στο πεδίο των μη κυρίαρχων πληθυσμιακά ομάδων.
Στη χώρα μας λοιπόν οι κάτωθι φορείς υποδέχονται καταγγελίες και προβαίνουν στη σχετική καταγραφή αναφορών, που αντιστοιχούν είτε σε εγκλήματα μίσους, είτε σε περιστατικά ρατσιστικής βίας:
Τα Τμήματα και Γραφεία Αντιμετώπισης Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας της ΕΛΑΣ.
Η τηλεφωνική γραμμή καταγγελίας περιστατικών ρατσιστικής βίας: 11414 στην Υποδιεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής[39]
Η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων, αυτοτελής υπηρεσία του Αρχηγείου της ΕΛΑΣ, η οποία καταγράφει και είναι αρμόδια για την ποινική διερεύνηση των καταγγελιών σε βάρος αστυνομικών.
Το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας.
Ο Συνήγορος του Πολίτη.[40]
Επιπρόσθετα, σημειώνεται, ότι η όλη όξυνση του φαινομένου των εγκλημάτων μίσους και ιδίως της ρατσιστικής βίας, εν καιρώ κρίσης, κίνησε το ενδιαφέρον τόσο του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, από τη σκοπιά της συμμετοχής σε αυτήν αστυνομικών οργάνων,[41] όσο και της διεθνούς εμβέλειας Μ.Κ.Ο. “Human Rights Watch”,[42] και της Ελληνικής Μ.Κ.Ο. «Αντιγόνη».[43]
Τα Τμήματα και Γραφεία Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας της ΕΛΑΣ συστήθηκαν με το π.δ. 132/2012 ΦΕΚ Α΄ 239/11. 12.2012, «Σύσταση Γραφείων και Τμημάτων Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας». Οι ομάδες θυματοποίησης ως προς τις οποίες επιλαμβάνονται δεν ταυτίζονται με αυτές που προβλέπονται στο Ν. 4285/2014 για την καταπολέμηση των μορφών ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του Ποινικού Δικαίου. Προεξάρχει, συνεπώς, η ανάγκη τροποποίησης του π.δ., προκειμένου να υπάρξει σύγκληση. Χρονικά, είχε προηγηθεί η Εγκύκλιος 7100/4/3 (24.5.2006) του Αρχηγού της ΕΛΑΣ με σχετικές συστάσεις καταγραφής εγκλημάτων μίσους και διευρυμένο περιεχόμενο ως προς τις ομάδες θυματοποίησης – σε αυτήν περιλαμβάνονταν και τα θύματα με αναπηρία. Τα στατιστικά για τα εγκλήματα μίσους, που συλλέγονται από τα αρμόδια τμήματα και γραφεία δεν περιλαμβάνονται στις επίσημες στατιστικές, που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της ΕΛ.ΑΣ. Η ΕΛ.ΑΣ. υποχρεούται, ωστόσο, να αποστέλλει προς τις αρμόδιες αρχές τα συλλεγόμενα εκ μέρους της στοιχεία ανά εξάμηνο δυνάμει της Εγκυκλίου με αριθμ. 7100/11/21‐στ’/21.08.2012.
Το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας ιδρύθηκε τον Οκτώβρη του 2011. Συντονίζεται από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους/τις Πρόσφυγες και την Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, φορείς, οι οποίοι ανέλαβαν και την πρωτοβουλία της ίδρυσης του. Οι δύο βασικοί λόγοι, που οδήγησαν στην ίδρυση του, εντοπίζονται στην απουσία ενός επίσημου και αποτελεσματικού συστήματος καταγραφής περιστατικών ρατσιστικής βίας και στην ανάγκη συντονισμού των φορέων, που καταγράφουν με δική τους πρωτοβουλία τέτοια περιστατικά, σε βάρος προσώπων, που προσέρχονται στις υπηρεσίες τους. Στην καταγραφή του το Δίκτυο περιλαμβάνει και τα περιστατικά βίας σε βάρος υπερασπιστών/στριών θυμάτων ρατσιστικής βίας/εγκλημάτων μίσους.[44]
6.2. Η προσέγγιση των εγκλημάτων μίσους και των περιστατικών ρατσιστικής βίας στη χώρα μας μέσα από τους αριθμούς και τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά.
Πίνακας ΙΙ
Τα εγκλήματα μίσους / περιστατικά ρατσιστικής βίας σε αριθμούς.
Έτος | Φορείς Καταγραφής | ||
ΕΛ.ΑΣ. | Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας | Συνήγορος του Πολίτη | |
2013 | 109 | 166 | 28/1/2012.-30/4/2013 |
2012 | 84 | 154 | 253 |
*Ο Πίνακας σχεδιάστηκε από την γράφουσα. Πηγές πληροφοριών: Ιστοσελίδα του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, Ιστοσελίδα Συνηγόρου του Πολίτη.[45]
Μεταβαίνοντας τώρα στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του φαινομένου: Το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, κατέγραψε συνολικά 166 περιστατικά κατά το έτος 2013, εκ των οποίων τα 143 στρέφονταν κατά Μεταναστών/στριών και Προσφύγων, 22 κατά ΛΟΑΤ ατόμων και ειδικότερα εξ αυτών τα 16 περιστατικά κατά Τρανς ατόμων, ενώ σε ένα καταγεγραμμένο περιστατικό θύμα υπήρξε μία Υπερασπίστρια Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Συνολικά καταμετρήθηκαν 320 θύματα. Η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών ρατσιστικής βίας, 103 περιστατικά, έλαβε χώρα σε περιοχές του Κέντρου της Αθήνας, κυρίως σε δημόσιους χώρους. 23 περιστατικά έλαβαν χώρα σε χώρους κράτησης μεταναστών/στριών ή αστυνομικά τμήματα, ενώ σε 44 περιστατικά εμπλέκονται αστυνομικά όργανα. Τα 75 εκ των 166 του συνόλου των περιστατικών, χαρακτηρίζονται ως «βαριά σωματική βλάβη». Παράλληλα 20 περιστατικά φέρουν τα χαρακτηριστικά ύπαρξης μικτού κινήτρου. Μόνον 33 περιστατικά καταγγέλθηκαν στην αστυνομία από τα θύματα, λιγότερα δηλαδή του ¼ του συνολικού αριθμού. Τέλος με βάση τα συλλεγόμενα από το Δίκτυο δεδομένα, παρατηρήθηκε μείωση των περιστατικών το τελευταίο τρίμηνο του 2013 μετά την ανθρωποκτονία του Παύλου Φύσα στο Κερατσίνι το Σεπτέμβρη του 2013.[46] Αντιθέτως, το έτος 2014, έτος, κατά το οποίο διεξήχθη ο κύριος όγκος των ερευνών των αρμόδιων εισαγγελικών, ανακριτικών και αστυνομικών αρχών, γύρω από την δράση της Χρυσής Αυγής, παρατηρείται σημαντική πτώση του συνολικού αριθμού των καταγραφόμενων από το Δίκτυο περιστατικών ρατσιστικής βίας, τα οποία εγγίζουν τα 81, μειώνονται δηλαδή περίπου κατά το ήμισυ, στο επίπεδο των απόλυτο αριθμών.[47] Ταυτόσημα ως προς τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά αποτελέσματα καταγραφής προκύπτουν και από την αντίστοιχη έκθεση του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας για το έτος 2012, κατά το οποίο καταγράφηκαν συνολικά 154 περιστατικά.[48]
Ο Συνήγορος του Πολίτη, από την άλλη πλευρά, στην Ειδική Έκθεση του, χρησιμοποίησε διαφορετική μεθοδολογία καταγραφής των «επιθέσεων ρατσιστικής βίας», εφαρμόζοντας την ειδησεογραφική ανάλυση περιεχομένου, την ανάλυση δηλαδή των σχετικών με τις ερευνώμενες υποθέσεις, όπως αυτές έχουν καταχωρηθεί σε δημοσιεύματα στον τύπο, και μάλιστα τον διαδικτυακό. Η καταγραφή της Αρχής εκτείνεται χρονικά από την 1/1/2012 ως την 30/4/2013,[49] εμφανίζοντας ως χρονικό σημείο τερματισμού της συνεχούς ροής της παρουσιαζόμενης έρευνας, πρότερη ημερομηνία της τελούμενης ανθρωποκτονίας σε βάρος του Παύλου Φύσα και της ακολουθούμενης σύλληψης στελεχών της Χρυσής Αυγής, γεγονότα κομβικά για την όλη εκτίμηση του φαινομένου. Για την πλειοψηφία των καταγραφόμενων περιστατικών, κατόπιν διασταύρωσης από τους/τις ερευνητές/τριες, εντοπίστηκαν πέραν της μίας πηγής αναφοράς. Στην καταγραφή του ΣτΠ δεν περιλαμβάνονται τα περιστατικά με θύματα Υπερασπιστές/στριες Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ή μέλη του Αντιφασιστικού και Αντιρατσιστικού Κινήματος καθώς και τα περιστατικά με απροσδιόριστη ημερομηνία συμβάντος.[50] Η Αρχή, επισημαίνει, ότι ο βαθμός επιβεβαίωσης των περιλαμβανόμενων στην έκθεση της περιστατικών ποικίλλει. Ο ΣτΠ, στο μέτρο του εφικτού, προέβη σε διασταύρωση των συλλεγόμενων στοιχείων και με άλλες, πέραν των ειδησεογραφικών πηγών, όπως οι αναφορές του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας ή οι αναφορές, που χειρίστηκε η ίδια η Αρχή. Συνολικά εντοπίστηκαν 281, ειδησεογραφικά δημοσιοποιούμενα περιστατικά. Τα ¾ των επιθέσεων καταγράφηκαν, γεωγραφικά, στο κέντρο της Αθήνας, Κυψέλη, Αγ. Παντελεήμονας, Πατήσια.[51] Τα 135 περιστατικά, χαρακτηρίζονται ως «επιθέσεις σωματικών βλαβών». 71 περιστατικά συνδέονται με τη δράση της Χρυσής Αυγής, ενώ είναι ευδιάκριτη η άνοδος του αριθμού των περιστατικών με τη συμμετοχή της εν λόγω οργάνωσης, μετά το Μάη του 2012 και την εκλογική της εκπροσώπηση στο Κοινοβούλιο. Σύμφωνα με το Συνήγορο, σε όλες τις περιπτώσεις οι δράστες αναφέρονται ως έλληνες πολίτες, πλην δύο εντοπιζόμενων επιθέσεων, όπου περιγράφεται μικτής καταγωγής ομάδα δραστών. Η Αρχή κατέγραψε 4 επιθέσεις με θανατηφόρο αποτέλεσμα, χωρίς σχετική διασταύρωση από τις αστυνομικές αρχές, αναφορικά με την ταυτοποίηση και τον χαρακτηρισμό του κινήτρου ως ρατσιστικού. Σε 47 περιστατικά εμπλέκονται αστυνομικά όργανα,[52] ενώ καταγράφεται στατιστικά σημαντικός αριθμός περιστατικών ρατσιστικής βίας στα σχολεία και τις μαθητικές κοινότητες.[53]
Εμφανώς πιο περιορισμένα ως προς την έκταση του περιεχομένου τους, είναι τα καταγραφόμενα για τα εγκλήματα μίσους στοιχεία από την ΕΛ.ΑΣ. Συγκεκριμένα, η ΕΛ.ΑΣ. κατέγραψε για το έτος 2010 3 περιστατικά, για το 2011, 22 και για το 2012, 84, αριθμητική αύξηση, που προφανώς ερμηνεύεται από τη με προεδρικό διάταγμα, εκείνη ακριβώς τη χρονιά, σύσταση των Τμημάτων και Γραφείων Αντιμετώπισης της Ρατσιστικής Βίας. Τα περιστατικά λαμβάνουν χώρα στα κέντρα των πόλεων κυρίως σε βάρος προσφύγων και Μεταναστών/στριών. Καταγράφηκε μόνον ένα περιστατικό από την ΕΛ.ΑΣ. με θύμα Ρομά. Σε 22 περιστατικά εμπλέκονται αστυνομικοί ως δράστες.[54]
- Συμπεράσματα – Προτάσεις
Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω συνάγονται τα εξής συμπεράσματα επιγραμματικά:
Δεν υπάρχει στη χώρα μας ένα επίσημο και δομημένο σύστημα καταγραφής των εγκλημάτων μίσους!
Όσοι φορείς συλλέγουν στοιχεία, εφαρμόζουν τη δική τους μεθοδολογία καταγραφής και χαρακτηρίζονται από διαφορετική πολιτική και φιλοσοφία στη δραστηριότητα τους αυτή.
Όλες οι καταγραφές συνδέουν τα περιστατικά ρατσιστικής βίας με τη δράση μεμονωμένων ατόμων, αστυνομικών οργάνων, εξτρεμιστικών ομάδων και τη δραστηριότητα της Χρυσής Αυγής, η οποία είναι πιο οργανωμένη.[55]
Η εμπλοκή αστυνομικών οργάνων και εξτρεμιστικών ομάδων στα περιστατικά είναι αξιοπρόσεχτη και εμφανίζει στατιστικό ενδιαφέρον.
Λίγες υποθέσεις καταλήγουν να περάσουν το κατώφλι του Συστήματος Ποινικής Δικαιοσύνης και να καταγγελθούν από τα θύματα στις αστυνομικές αρχές.
Στην συντριπτική πλειοψηφία των καταγραφόμενων από όλους τους φορείς περιστατικών, τα θύματα προέρχονται από τις κοινότητες των προσφύγων και των μεταναστών/τριών, που διαμένουν στην χώρα μας.
Υπάρχουν ομάδες θυματοποίησης, οι οποίες παρότι προστατεύονται από την σχετική με τα εγκλήματα μίσους νομοθεσία δεν εκπροσωπούνται στις καταγραφές ή υπό-εκπροσωπούνται, όπως τα Άτομα με Αναπηρία και οι ΛΟΑΤ κοινότητες. Ως προς τις ΛΟΑΤ κοινότητες, η καταγραφή εστιάζει, κυρίως, σε ποσοτικά δεδομένα, γεγονός που έχει ως συνέπεια την περιορισμένη δυνατότητα περαιτέρω συναγωγής ποιοτικών στοιχείων για την θυματοποίηση τους. Παρόλα αυτά, καταγράφεται μία αυξητική τάση θυματοποίησης σε απόλυτους αριθμούς περιστατικών. Ως προς τα ΑμεΑ, διευκρινίζεται, ότι δεν εκπροσωπούνται από κάποιον φορέα ή Μ.Κ.Ο. στο Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, γεγονός, που δικαιολογεί, ως ένα βαθμό, τη μη εμφάνιση της εν λόγω πληθυσμιακής ομάδας στα σχετικά ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία.[56]
Η πλειοψηφία των περιστατικών λαμβάνει χώρα σε περιοχές του κέντρου των Αθηνών σε δημόσιους χώρους. Η Πρωτεύουσα, ως διοικητικό κέντρο, αποτελεί και το κέντρο, γεωγραφικά, των πολιτικών αποφάσεων, οι κάτοικοι του οποίου βίωσαν την οικονομική κρίση, πέραν όλων των άλλων, και ως ευρισκόμενοι/ες πιο κοντά στα πολιτικά γεγονότα, που μεσολάβησαν και τις εκδηλούμενες αντιδράσεις σε αυτά.
Παρά το γεγονός, ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν πραγματωθεί στη χώρα μας ορισμένα θετικά βήματα, στο πεδίο της καταγραφής των εγκλημάτων μίσους, η οποία αναμφισβήτητα συντείνει στην εμφάνεια του φαινομένου, υπάρχουν ακόμη πολλά, που χρειαζόμαστε, προς την κατεύθυνση της δόμησης μίας πιο ολοκληρωμένης και πιο αποτελεσματικής πολιτικής εξάλειψης του.
Πρωτίστως, κοινωνικά, υπάρχει η ανάγκη διατήρησης της συλλογικής ιστορικής μνήμης για τα θύματα των εγκλημάτων μίσους! Ζωντανή ιστορική μνήμη σημαίνει λιγότερους/ες αρνητές/τριες, λιγότερους/ες αμφισβητίες. Η «περίφημη» αφίσα-προπαγάνδα των Ναζί υπέρ της εξόντωσης των Ανθρώπων με Αναπηρία υπογράμμιζε εμφατικά το 1938, διεγείροντας το φασιστικό αίσθημα: «60.000 μάρκα είναι το ποσό που κοστίζει στη λαϊκή κοινότητα, στη διάρκεια της ζωής του , αυτό το άτομο που πάσχει από κληρονομική μειονεξία. Αγαπητέ συμπολίτη αυτά είναι και δικά σου χρήματα…», διακήρυσσε η απάνθρωπη λεζάντα, που δεν πρέπει να ξεχνούμε!
Περαιτέρω, εκ μέρους μας, διακρίνονται τρεις γενικοί άξονες πρωτοβουλίας ή ενίσχυσης του σχετικού θεσμικού πλαισίου πολιτικά:
- Δόμηση ενός συστήματος αποτελεσματικής καταγραφής των εγκλημάτων μίσους και παρακολούθησης της πορείας των υποθέσεων, το οποίο, κατά τη γνώμη μας, θα πρέπει να περιλαμβάνει και θα εμπλέκει το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Όπως χαρακτηριστικά έχει επισημάνει ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, FRA: «Τα κράτη μέλη που δεν καταγράφουν επίσημα το ρατσιστικό έγκλημα ή προβαίνουν σε περιορισμένη επίσημη καταγραφή του, δεν έχουν τα κατάλληλα εφόδια να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα βάσει μιας πολιτικής θεμελιωμένης σε τεκμηριωμένα στοιχεία».[57] Ο Οργανισμός, βέβαια, προτείνει, ιδίως για τα αναφερόμενα περιστατικά ρατσιστικής κακομεταχείρισης και βίας από την αστυνομία, την αναφορά και την υποδοχή των σχετικών καταγγελιών των θυμάτων, σε ανεξάρτητη αστυνομική αρχή καταγγελιών.[58] Κατά το σχεδιασμό αυτού του επίσημου μηχανισμού καταγραφής των εγκλημάτων μίσους από τη χώρα μας, θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες οι περιεχόμενες στη Σύσταση Γενικής Πολιτικής της ECRI με αριθμό 4 «Εθνικές Έρευνες για την Εμπειρία και τον Τρόπο Αντίληψης του Ρατσισμού και των Διακρίσεων κατά την άποψη των ενδεχομένων Θυμάτων» προτεινόμενες εκδοχές,[59] αλλά και η εφαρμογή τέτοιων μηχανισμών από κράτη με εμπειρία στο πεδίο.[60]
- Λήψη μέτρων προστασίας και ενδυνάμωσης των θυμάτων εγκλημάτων μίσους, ώστε να μην αποθαρρύνονται στην απόφαση τους να καταγγείλουν αυτές τις πράξεις. Αυτά τα μέτρα θυματολογικής προστασίας θα πρέπει να στρέφονται γύρω από την ανάγκη το θύμα από εγκλήματα μίσους, να επανακτήσει το αίσθημα της εμπιστοσύνης προς την κοινωνία και τους θεσμούς και της ασφάλειας. Η ανυπαρξία νομιμοποιητικών εγγράφων παραμονής στη χώρα από τα θύματα, λειτουργεί, συνήθως, πλήρως ανασταλτικά, στην απόφαση τους, να καταγγείλουν τα σχετικά περιστατικά στις αρμόδιες αρχές. Ως προς τα θύματα εγκλημάτων μίσους, εφόσον συμμετέχουν στην ποινική διαδικασία εξακρίβωσης των συμβάντων, θα πρέπει να χορηγείται ειδική άδεια παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, όπως συμβαίνει με τις περιπτώσεις θυμάτων εμπορίας ανθρώπων.[61] Επιπρόσθετα, θα πρέπει να διαπιστώνονται από τις αρχές οι «ειδικές ανάγκες» του θύματος, κατόπιν αξιολόγησης, όπως αυτές περιγράφονται στην υπό ενσωμάτωση Οδηγία-Πλαίσιο 2012/29/ΕΕ για τα Θύματα Εγκληματικότητας και συγκεκριμένα στο άρθρο 22 αυτής. Συνάμα στα θύματα των εγκλημάτων μίσους θα πρέπει να παρέχονται υποστηρικτικές υπηρεσίες, υγείας, κοινωνικής πρόνοιας και προστασίας, ψυχικής ενδυνάμωσης και συμβουλευτικής, πρόσβασης σε κατάλληλη νομική υπεράσπιση και διερμηνεία και πλήρη και κατανοητή ενημέρωση για τα δικαιώματα, τις δυνατότητες και την πορεία εξέλιξης της όλης διαδικασίας.
- Διάχυση των πολιτικών ένταξης των ομάδων κοινωνικού αποκλεισμού, περιλαμβανομένων όσων αποτελούν ομάδες θυματοποίησης στα εγκλήματα μίσους σε όλες τις επιμέρους πολιτικές, εκπαίδευση, απασχόληση, κοινωνική προστασία κ.λ.π.
Επανερχόμενοι/ες, τώρα, καταληκτικά, στο αρχικό ερώτημα της εισήγησης μας: Εγκλήματα μίσους και οικονομική κρίση: Πόσο μαζί και πόσο χωριστά; Για την απάντηση του θα φέρουμε στο νου μας τα λόγια των Ryken Grattet και Valerie Jenness: «Το έγκλημα μίσους είναι ένα παλαιό πρόβλημα, το οποίο προσεγγίζεται υπό ένα καινούργιο εννοιολογικό πρίσμα και μία αίσθηση κατεπείγοντος»![62] Η χώρα μας, για παράδειγμα, είχε καταδικαστεί, προ κρίσης, για μη επαρκή διερεύνηση ρατσιστικού κινήτρου σε υποθέσεις αστυνομικής βίας, στρεφόμενης κατά Ρομά Πολιτών/ισσών, Προσφύγων και Μεταναστών/τριών και είχε καταστεί αποδέκτης συστάσεων αναφορικά με την ανυπαρξία μηχανισμού καταγραφής αυτών των περιστατικών από διεθνή όργανα. Καταγραφή, η οποία, με έναν τρόπο, ανεπίσημο, τελικώς, πραγματοποιείται, μετά το έτος 2012, ύστερα βέβαια και από την σε δημόσια θέα, όξυνση του φαινομένου. Για να είμαστε, κοντολογίς, πιο ακριβής στα λεγόμενα μας, μέχρι πριν το 2012, για το φαινόμενο είχαμε μόνον ενδείξεις, υποτιμημένες στον δημόσιο λόγο, παρά την σημαντικότητα τους, μέσα από περιστατικά, που ήρθαν στην επιφάνεια, επειδή απασχόλησαν τους Διεθνείς Οργανισμούς και έπειτα από την άσκηση πίεσης, προς την κατεύθυνση της δημοσιοποίησης τους από συγκεκριμένες ενδιαφερόμενες Μ.Κ.Ο. Ως τότε δεν παρατηρούσαμε τα εγκλήματα μίσους, στων οποίων την παρατήρηση βρεθήκαμε, να ενεργοποιούμαστε, εξαιτίας του εξαναγκασμού, που προκάλεσαν οι συνθήκες επώασης του φαινομένου και η σε παγωμένους αριθμούς μέτρησή του, την οποία με τον α ή τον β τρόπο, αρχίσαμε να τηρούμε. Στο πλαίσιο αυτό, έχει ιδιαίτερη αξία, να παρακολουθήσουμε την ποσοτική και ποιοτική καταγραφή του φαινομένου των εγκλημάτων μίσους, σε βάθος χρόνου, πιο μακροσκοπικά, μετά δηλαδή και από το πέρας της ποινικής διαδικασίας, που έχει κινηθεί με υπόλογα τα μέλη της Χρυσής Αυγής.
Κατά τη γνώμη μας, λοιπόν, όσον αφορά τα εγκλήματα μίσους στη χώρα μας, η οικονομική κρίση, μας υπενθύμισε, δυστυχώς, με τον πιο δυσάρεστα ευδιάκριτο τρόπο, ότι στην κοινωνία μας, κοιμάται ένα τέρας, το οποίο ανά πάσα στιγμή μπορεί να ξυπνήσει!
* ΜΔΕ Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών, Υποψήφια Δρ. Εγκληματολογίας Νομικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. e-mail: papanikolaou.pelagia@gmail.com
- Ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, FRA, στην ετήσια έκθεση του για το 2008, στη θεματική του ρατσισμού και των διακρίσεων, κατέγραφε, μέσα από τις διευρωπαϊκές έρευνες του για τη ρατσιστική βία και το ρατσιστικό έγκλημα, ότι κατά την εξαετία 2000-2006, χρονικά πριν δηλαδή την οικονομική κρίση, αποτυπωνόταν από τα διαβιβαζόμενα στοιχεία των 11 εκ των 27 Κρατών-Μελών της Ε.Ε., που προβαίνουν στη συλλογή επαρκών στοιχείων, που επιτρέπουν την ανάλυση των τάσεων του φαινομένου, μία αυξητική τάση στο καταγεγραμμένο ρατσιστικό έγκλημα. Η χώρα μας δεν συμπεριλαμβάνεται στα Κράτη-Μέλη με αποτελεσματικό μηχανισμό συλλογής στατιστικών στοιχείων για αυτό το είδος εγκληματικότητας. Βλ. Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε., Ετήσια Έκθεση, Περίληψη, 2008, σ. 11: http://fra.europa.eu/sites/default/files/fra_uploads/497-ar08p2-summary_el. pdf. Βλ. Και τα αντίστοιχα συμπεράσματα περί ανυπαρξίας στη χώρα μας μίας επίσημης καταγραφής δεδομένων για τα εγκλήματα μίσους στο «Ρατσιστική Βία σε 15 Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Συγκριτική επισκόπηση των συμπερασμάτων των Εκθέσεων των Εθνικών Φορέων Συνεργασίας του RAXEN 2001-2004», Συνοπτική Έκθεση», σ. 11-18, 11: http://fra.europa.eu/sites/default/files/ fra_uploads/1934-CS-RV-05-SUM-EL.pdf.
- Βλ. Την δήλωση του τότε Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, «Επιτακτική η Ενεργοποίηση του Μηχανισμού Στήριξης», Καστελόριζο 23/4/2010: http://archive. papandreou.gr/papandreou/content/Document.aspx?m=12893&rm=20504593&l=2
- Βλ. D. Melossi,, «Η Κοινωνική Θεωρία και οι Μεταβαλλόμενες Αναπαραστάσεις του Εγκληματία», στο «Εικόνες Εγκλήματος», Μετάφραση άρθρου, Ι. Χασάπη, Εισαγωγή – Επιμέλεια, Α. Κουκουτσάκη, Πρόλογος U. Gatti, Εκδόσεις «Πλέθρον», 2000, σ. 21-59, 22-23, όπου ο συγγραφέας κάνει λόγο για «δεκαετίες της κρίσης», οι οποίες εκτείνονται χρονικά από την εγκαθίδρυση των εθνικών κρατών κατά τον 19ο αιώνα, η παγκόσμια ύφεση του 1930 και η περίοδος από το 1973 ως σήμερα, με ρητή παραπομπή στον ορισμό του E. Hobsbawm.
- Βλ. Κ.Δ. Σπινέλλη, «Εγκληματολογία, Σύγχρονες και Παλαιότερες Κατευθύνσεις», Εκδόσεις «Νομική Βιβλιοθήκη», 2014, σ. 1-3.
- Για την παρουσίαση της εγκληματικότητας των μεταναστών διά του τύπου, βλ. Α. Μοσχοπούλου, «Η Εγκληματικότητα των Μεταναστών, Απεικόνιση του Φαινομένου στον Απογευματινό Τύπο 1990-1999», Εκδόσεις Α.Ν. Σάκκουλας, 2005.
- Βλ. D. Melossi, ο.π., σ. 24, 47-49, 52.
- Βλ. Σχετικά και σε Σ. Βιδάλη, «Εισαγωγή στην Εγκληματολογία», Εκδόσεις «Νομική Βιβλιοθήκη», 2013, σ. 10-12.
- Ενδεικτικά στην ανακοίνωση του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 για την επίτευξη συμφωνίας ως προς το ελληνικό χρέος, γίνεται μόνον μία πολύ συνοπτική αναφορά στην τέταρτη παράγραφο του δημοσιοποιούμενου κειμένου, σχετικά με την αναγνώριση των καταβαλλόμενων προσπαθειών των ελλήνων πολιτών, ενώ το υπόλοιπο δισέλιδο κείμενο διαπερνά μία γλώσσα δομημένη πάνω σε αμιγώς οικονομικούς όρους και εκτιμήσεις, που παραπέμπουν στο χρηματοδοτικό σκέλος των δανειακών διαπραγματεύσεων. Αυτό που λείπει δηλαδή από την συγκεκριμένη έκφραση πολιτικής είναι ο άμεσος κοινωνικός λόγος για τον άνθρωπο. Βλ. την επίσημη ανακοίνωση στην αγγλική γλώσσα, “Eurogroup Statement on Greece”, 27/11/2012 στο: http://www.consilium.europa.eu/press/press-releases/ 2012/11/pdf/Eurogroup-statement-on-Greece-27-11/
- Βλ. Την παράθεση του συνοπτικού αυτού ορισμού στο OSCE, “Hate Crimes in the OSCE Region – Incidence and Responses: Annual Report for 2009, November 2010, σελ 13”: http://www.osce.org/odihr/73636?download=true, παραπλήσια στο “Report of the CSCE Meeting of Experts on National Minorities”, στην ενότητα VI, Geneva, 19/7/1991: http://www.osce.org/hcnm/14588 και ως προς τα καθ’ ημάς τον παρατιθέμενο ορισμό των εγκλημάτων μίσους με αναφορά στην προβλεπόμενη στον Π.Κ. επιβαρυντική περίσταση του άρθρου 79 Π.Κ. και την τροποποίηση του ως προς τις προστατευόμενες ομάδες θυματοποίησης, στο Αιτιολογική Έκθεση στο Σχέδιο Νόμου για την Καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας, Ειδικό Μέρος Άρθρο 5: http://www. ministryofjustice.gr/site/LinkClick.aspx?f ileticket=h0C03daQf0I%3D&tabid=64.
- Βλ. OSCE, “Hate Crime Laws – A Practical Guide”, 2009, σ. 16-21: http://www.osce.org/odihr/364 26?download=true.
- Η ρατσιστική στάση ενυπάρχει στο εννοιολογικό περίγραμμα του ρατσισμού, όπως σε αυτό περιλαμβάνονται πέρα από τις υποκειμενικά εμφορούμενες στάσεις, πρακτικές και προκαταλήψεις, οι οποίες ως σύμπλεγμα παραγόντων παράγουν διάκριση και αποκλεισμό. Επί τη βάσει των παραδοχών μίας πιο παραδοσιακής οπτικής εννοιολόγησης ο ρατσισμός συγκροτεί το δόγμα, με γνώμονα το οποίο οι ανθρώπινες ιδιότητες και ικανότητες είναι φυλετικά προσδιορισμένες, το ανθρώπινο γένος είναι διαιρεμένο σε «φυλές» οι οποίες βρίσκονται μεταξύ τους σε σχέση «ανωτερότητας» ή «κατωτερότητας», ανάλογα με τα κληρονομικού χαρακτήρα βιολογικά τους γνωρίσματα ενώ την πρώτη θέση μεταξύ των «φυλών» κατέχει η λευκή «φυλή», η οποία και είναι από τη φύση προορισμένη να κυριαρχήσει πάνω στις άλλες. Το βασικό χαρακτηριστικό επομένως των διεργασιών, που στοιχειοθετούν τον ρατσισμό υπό τη βιολογική του έκφανση ανιχνεύεται στην εργαλειακή του χρήση δογματικά, ιδεολογικά, κοινωνικά και πραγματιστικά προς το σκοπό της προσβολής των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και εν τέλει της εκμηδένισης όλων εκείνων των μη κυρίαρχων ομάδων, που ορίζονται από τους/τις ρατσιστές/στριες ως «μη κανονικές» κατά τρόπο ουσιοκρατικό. Οι πιο σύγχρονες κριτικές θεωρήσεις του φαινομένου, ωστόσο, εκκινούν από τον ενστερνισμό του ορισμού του Etienne Balibar, ο οποίος στην ανάλυση του εντοπίζει πιο διευρυμένα από το αυστηρά καθορισμένο βιολογικό πρότυπο κατάγνωσης του ρατσισμού την συγκρότησή του γύρω από το στίγμα της ετερότητας, ήτοι το χρώμα του δέρματος, την εθνική προέλευση, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, το «σωματικό ελάττωμα», και γενικά γύρω από τη διαφορετικότητα του «Άλλου», όπως αυτή αντικατοπτρίζεται σε πρακτικές περιφρόνησης, αδιαλλαξίας, ευτελισμού, εκμετάλλευσης και βίας, αλλά και σε συμπεριφορές και πράξεις που αποσκοπούν στην κάθαρση του κοινωνικού σώματος από ξένα στοιχεία, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ταυτότητα του «Εμείς» από κάθε πρόσμειξη. Βλ. Για αυτήν τη μετατόπιση ως προς τον ορισμό του ρατσισμού σε Ζ. Δ. Παπαδημητρίου, «Ο Ευρωπαϊκός Ρατσισμός – Εισαγωγή στο Φυλετικό Μίσος», Εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα», 2000, σ. 41-52, 289-309 με περαιτέρω παραπομπές. Από την άλλη πλευρά μία πιο ολιστική οπτική της εννοιολόγησης του ρατσισμού επιθυμεί να εντάξει στο λεκτικό του αντίκρισμα, ξέχωρα από τις καθιερωμένες του διαστάσεις και αυτή του θεσμικού ρατσισμού, δηλαδή του ρατσισμού, που προκαλούν οι διακρίσεις εκ μέρους των Κρατικών οργάνων ή ο αποκλεισμός ορισμένων Κοινωνικών Ομάδων ως επακόλουθο των νομοθετικών ανισοτήτων ή των δομικών δυσλειτουργιών ή των πρακτικών μη συμπερίληψης αλλά και του ρατσισμού, που εκπηγάζει από ιδιοτέλεια και άρα επιλέγεται συνειδητά, επειδή επιφέρει κέρδος. Προτείνεται έτσι επ’ αυτού του υποβάθρου, ότι ο ρατσισμός καθρεπτίζει ορολογικά ένα πλέγμα από αντιλήψεις, στάσεις, συμπεριφορές ή/και θεσμοθετημένα μέτρα που εξαναγκάζει ορισμένους ανθρώπους σε υποτελή διαβίωση, κι αυτό μόνο και μόνο επειδή ανήκουν σε μια διακριτή κατηγορία ανθρώπων. Όπως τονίζει ο Γ. Τσιάκαλος, η μη αναφορά αυτών των δύο επισημαινόμενων διαστάσεων στους συνήθεις ορισμούς του ρατσισμού δεν είναι τυχαία αλλά εκρέει από την κυρίαρχη άποψη εν σχέσει με τους φορείς του φαινομένου, σύμφωνα με την οποία ο ρατσισμός είναι υπόθεση ατόμων χωρίς σωστή γνώση των δεδομένων που συνδέονται με μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, με την εν λόγω λανθασμένη γνώση να οδηγεί σε αρνητική συμπεριφορά όσων την ενστερνίζονται, η οποία κυρίαρχα ταυτίζεται με τον ρατσισμό. Συνεπώς ο προσδιορισμός του ρατσισμού ανατροφοδοτικά ως προϊόν λανθασμένης γνώσης έχει ως επακόλουθο την εστίαση της μελέτης των λόγων ύπαρξης του πάνω σε μία διπολική προβληματική σχέση με το «διαφορετικό. (Βλ. Γ. Τσιάκαλος, «Μικρή περιήγηση στη γλώσσα των ρατσιστών», «Ρατσισμός και ξενοφοβία στον ελληνικό δημόσιο λόγο» στο «Απέναντι στα Εργαστήρια του Ρατσισμού», Εκδόσεις «Τυπωθήτω – Αντιρρήσεις», 2006, σελ 82-86, 87-91, του ιδίου «Ελλάδα: Ξενοφοβία των Αδυνάτων και Ρατσισμός των Ισχυρών», στο «Η Παγκοσμιοποίηση του Ρατσισμού», Εκδόσεις «Επίκεντρο», 2008, σ. 371-399.
- Η «ξενοφοβία» ορίζεται ως ο φόβος για το «ξένο» και σε συναρμογή με μία κριτική θέση να συνθέτει τον φαύλο κύκλο ανατροφοδότησης του ρατσισμού, εφόσον σε πρώτη φάση εξωτερικεύεται κοινωνικά ως συνέπεια του και σε δεύτερη φάση τον συντηρεί ως εφαλτήριο προκατάληψης φαινομενολογικά. Και πάλι εν προκειμένω έχουμε να κάνουμε με έναν όρο κατ’ αρχήν υποκειμενικής χροιάς. Βλ. Γ. Τσιάκαλος, «Από την παραδοσιακή φιλοξενία στο ρατσισμό και στην ξενοφοβία», ο.π. «Απέναντι στα Εργαστήρια του Ρατσισμού», σ. 97.
- Για τον ορισμό της ρατσιστικής διάκρισης βλ. το άρθρο 1 παρ. 1 της Διεθνούς Σύμβασης του Ο.Η.Ε. για την Εξάλειψη όλων των μορφών των Φυλετικών Διακρίσεων, (ICERD), όπως υιοθετήθηκε με την Απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών 2106 (Xx) της 21/12/1965 τέθηκε σε ισχύ στις 4/1/1969 και κυρώθηκε από τη χώρα μας με το ν.δ. 494/1970 της 24/3-3/4/1970: http://www.ohchr.org/EN/ProfessionalInterest/Pages/CERD.aspx.
- Βλ. Σχετικά με τις ομάδες θυματοποίησης στα εγκλήματα μίσους και τους παρατιθέμενους εκεί πίνακες στο OSCE, “Hate Crimes in the OSCE Region – Incidence and Responses: Annual Report for 2009, ο.π., σ. 17-20.
- Βλ. Σχετικά, United Nations, “Declaration on Human Rights Defenders”, General Assembly, Resolution A/RES/53/144, 1998: http://www.ohchr.org/EN/ Issues/SRHRDefenders/Pages/Declaration.aspx, OECD
- Βλ. Αναλυτικότερα, OSCE, “Hate Crime Laws – A Practical Guide”, ο.π., σ. 56-57.
- Η υπόθεση δημοσιοποιήθηκε, έπειτα από την ανάρτηση σχετικού οπτικό-ακουστικού υλικού στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία». Το Τριμελές Ναυτοδικείο Πειραιά με την απόφαση του 588/2011, αναγνώρισε πως τα ρατσιστικά συνθήματα που ακούστηκαν στην παρέλαση της 25 Μαρτίου 2010 ειπώθηκαν από ολόκληρο το άγημα των 39 κατηγορούμενων λιμενικών αλλά καταδίκασε (σε ποινή 3 μηνών και 15 ημερών για παράβαση του Άρθρου 2 του αντιρατσιστικού νόμου 927/79) μόνο δύο λιμενικούς που φαίνονταν καθαρά στο βίντεο, απαλλάσσοντας «λόγω αμφιβολιών» τους άλλους 37, περιλαμβανόμενων των τριών επικεφαλής. Ο Εισαγγελέας αντίθετα είχε ζητήσει την καταδίκη όλων αφού θεώρησε και αυτός πως όλο το άγημα είπε τα «ανατριχιαστικά συνθήματα που μιλούν για φυσική εξόντωση Αλβανών και Σκοπιανών». Βλ. Το σχετικό με την εξέλιξη της υπόθεσης Δελτίο Τύπου του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι, «Καταδίκη για ρατσιστικά συνθήματα μόνο 2 λιμενικών – αποχώρηση πολιτικής αγωγής», 21/12/2011:http://cm.greekhelsinki.gr/uploads/2011_files/ghm 1408_diki_synthimata_limenikon_greek.doc.
- Βλ. Την παρουσίαση του συμβάντος στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «Έθνος», «Ακροδεξιά πρόκληση στον δήμο…», Α. Καριμάλη, 18/1/2011: http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22768&subid=2&pubid=51348948.
- Βλ. Την ανακοίνωση της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, στην οποία περιγράφονται τα διαλαμβανόμενα συμβάντα και τις ακολουθούμενες αυτών συλλήψεις, της 12/5/2011 στο: http://www.astynomia.gr/index.php?option=ozo_ content&lang=%27..%27&perform=view&id=5491&Itemid=776&lang=.
- Βλ. Το Δελτίο Τύπου του Συνηγόρου του Πολίτη, «Η δημοσιοποίηση στοιχείων και φωτογραφιών φορέων του HIV-AIDS προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και παραβιάζει τα δικαιώματα του ασθενούς» της 10/5/2012, με το οποίο αποδοκιμάζεται πλήρως η πρακτική στο: http://www.synigoros.gr/ resources/ docs/20120510dt.pdf και το Δελτίο Τύπου της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων της 10/5/2012 στο: http://www.isotita.gr/var/uploads/PRESS%20(APO %20SEP%202010)/DT_2-5-12_PORNEIA.pdf.
- Κατά τις διπλές βουλευτικές εκλογές της 6ης Μάη και της 17ης Ιουνίου του 2012 η Χρυσή Αυγή, όπως παρατηρεί η Β. Γεωργιάδου, φαίνεται να υπερεικοσαπλασίασε τον αριθμό των ψήφων, που συγκέντρωνε το κόμμα ως τότε στο εκλογικό σώμα, γεγονός που την οδήγησε από την εκλογική αφάνεια του 0,29% του 2009 στην άνετη εκλογική ορατότητα του σχεδόν 7% του 2012. Η συγγραφέας διακρίνει ως ιδιαίτερης βαρύτητας παράγοντα για αυτήν την ξαφνική άνοδο της Χρυσής Αυγής, την εμφανή της παρουσία, μέσω της ανάπτυξης συγκεκριμένων μηχανισμών δραστηριότητας σε τοπικό επίπεδο, ιδίως στις περιοχές του 6ου δημοτικού διαμερίσματος του δήμου Αθηναίων, περιλαμβανομένου του Αγίου Παντελεήμονα, σημειώνοντας χαρακτηριστικά τα εξής:, «Παρότι ήταν ανύπαρκτη στην κεντρική πολιτική κονίστρα, η Χρυσή Αυγή συνδιαμόρφωνε την ατζέντα θεμάτων πολιτικής (μετανάστευση, ασφάλεια, εγκληματικότητα) σε τοπικό επίπεδο (κυρίως στην πρωτεύουσα) κατακτώντας ορατότητα και αναγνώριση θεματικής αρμοδιότητας αρκετά πριν τις εκλογές του 2012. Το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης συμπλήρωσε τις προϋποθέσεις για την εξακτίνωση της οργάνωσης από τα τοπικά «κάστρα» στην κεντρική πολιτική σκηνή». Με το νέο κύμα μαζικής εισόδου μεταναστών στη χώρα από το 2008/2009, μεγάλο τμήμα του οποίου κατευθυνόταν προς το κέντρο της πρωτεύουσας (στην 4η και την 6η διαμερισματική κοινότητα, οργανώθηκε «από τα κάτω» μια αντιμεταναστευτική κινητοποίηση, στην οποία αρχικώς άτυπα διείσδυσε και εν συνεχεία συμμετείχε, πρωτοστάτησε και συντόνισε η Χρυσή Αυγή. Η Χρυσή Αυγή καλούσε σε αντιμεταναστευτικές κινητοποιήσεις ήδη από τη δεκαετία του 1990, όταν σημειώθηκε το πρώτο κύμα της μετανάστευσης προς την Ελλάδα με το άνοιγμα των συνόρων στις πρώην κομμουνιστικές χώρες. Στο κέντρο της Αθήνας η οργάνωση επανεμφανίζεται μετά το 2007…». Βλ. Αναλυτικότερα, Β. Γεωργιάδου, «Ψήφος-Ρεβάνς των Επισφαλών και Νέες Πολιτικές Ευκαιρίες. H εκλογική άνοδος της Χρυσής Αυγής στις Βουλευτικές εκλογές του 2012», στο συλλογικό έργο «2012: Ο Διπλός Εκλογικός Σεισμός», επιμέλεια, Γ. Βούλγαρης, Η. Νικολακόπουλος, εκδόσεις «Θεμέλιο», 2014.
- Έτσι σε Συνήγορος του Πολίτη, Ειδική Έκθεση: «Το Φαινόμενο της Ρατσιστικής Βίας στην Ελλάδα και η Αντιμετώπιση του», Αθήνα, Σεπτέμβριος 2013, σ. 7-9: http://www.synigoros.gr/resources/docs/eidikiekthesiratsistikivia.pdf.
- Για μία κριτική της πρακτικής «Ξένος Ζευς» από την σκοπιά της συνταγματικότητας της, των ποιοτικών της χαρακτηριστικών αλλά και της αποτελεσματικότητας της στην πράξη, βλ. Συνήγορος του Πολίτη, Ειδική Έκθεση: «Το Φαινόμενο της Ρατσιστικής Βίας στην Ελλάδα και η Αντιμετώπιση του», ο.π., σ. 33-38.
- Ήδη από το 2008 ο Συνήγορος του Πολίτη είχε παρέμβει με έγγραφο του προς τους/τις αρμόδιους φορείς, στο οποίο περιγράφονταν με λεπτομέρεια οι συνθήκες εργασίας στις καλλιέργειες φράουλας της Μανωλάδας, επικαλούμενος σχετικά δημοσιεύματα διά του τύπου: «…Εκατοντάδες οικονομικοί μετανάστες από διάφορες χώρες, μεταξύ των οποίων και από χώρες μέλη της Ε.Ε., διαβιούν σε συνθήκες εξαθλίωσης, σε μεγάλο αριθμό πρόχειρων αυτοσχέδιων καταυλισμών στην περιοχή του νομού Ηλείας (…)Πέραν των απαράδεκτων σχέσεων εργασίας κάτω από τις οποίες φέρονται να απασχολούνται, οι ίδιοι μετανάστες φέρονται, επίσης, να ζουν υπό καθεστώς κατ΄ουσίαν περιορισμού της ελευθερίας τους, καθώς οι εργοδότες τους ιδιοκτήτες τοπικών θερμοκηπίων παραγωγής φράουλας, τα οποία αναφέρονται και ως θερμοκήπια της «ντροπής»- έχουν σύμφωνα με τα δημοσιεύματα πάντοτε, δημιουργήσει ένα πλαίσιο ελέγχου των δραστηριοτήτων τους, ακόμη και στον ελεύθερο χρόνο τους. Οι αναφερόμενες από τον τύπο συνθήκες εισόδου, διαμονής και εργασίας των προσώπων αυτών δημιουργούν έντονους προβληματισμούς για το εάν στις περιπτώσεις αυτές αναπτύσσονται κυκλώματα και πρακτικές παράνομης εμπορίας και διακίνησης ανθρώπων (trafficking), με συμμετοχή τόσο αλλοδαπών όσο και ημεδαπών διακινητών (…) Οι αλλοδαποί αμείβονται εξαιρετικά χαμηλά, απασχολούνται υπό συνθήκες που δεν πληρούν, έστω υποτυπωδώς, τους αποδεκτούς όρους εργασίας, ενώ επιπρόσθετα υποχρεώνονται να καταβάλλουν σημαντικό μέρος της ισχνής αμοιβής τους στους εργοδότες τους για την κατανάλωση βασικών αγαθών και υπηρεσιών που αυτοί αποκλειστικά τους παρέχουν (ενοίκιο για άθλια στέγη, υποτυπώδη παροχή ύδρευσης, ενίοτε και ηλεκτρισμού, αγορά βασικών τροφίμων, αλλά και παροχή «προστασίας»). Οι αυτοσχέδιες εγκαταστάσεις των καταυλισμών αυτών, παρεμφερείς σε αξιοσημείωτο βαθμό με αυτές πολλών καταυλισμών Ρομά, είναι παρεπόμενο ότι δεν παρέχουν τις υποτυπώδεις συνθήκες δημόσιας υγιεινής, ούτε πληρούν κανένα στοιχειώδη όρο περιβαλλοντικής και πολεοδομικής προστασίας (…)Περαιτέρω, στους καταυλισμούς αυτούς παρουσιάζεται να διαβιοί σημαντικός αριθμός παιδιών, τα οποία απασχολούνται υπό τους ίδιους ιδιαίτερα σκληρούς όρους εργασίας, αμειβόμενα, ωστόσο, με σημαντικά χαμηλότερο ημερομίσθιο από αυτό των ενηλίκων. Επιπλέον αναφέρεται, ότι στους καταυλισμούς αυτούς λειτουργούν παράνομα εμπορικά καταστήματα, από τα οποία οι αλλοδαποί αναγκάζονται να προμηθεύονται, πιθανώς κατ’ αποκλειστικότητα, καθημερινά, τα διάφορα αγαθά πρώτης ανάγκης τους. (…)Τέλος, οι καταυλισμοί αυτοί τελούν, κατά τα δημοσιεύματα, υπό την αυτοαποκαλούμενη «προστασία» των εργοδοτών, η οποία υποτίθεται ότι φροντίζει για την ασφάλεια των διαβιούντων αλλοδαπών, στην πραγματικότητα όμως, ενδεχομένως, να αποσκοπεί στο να ελέγχονται οι κινήσεις τους, οι επαφές και η επικοινωνία τους με τον «έξω» κόσμο. Αναφέρεται δε ότι ορισμένοι εργοδότες, στο τέλος των εργασιών καταγγέλλουν τους παράνομα διαμένοντες μετανάστες στην αστυνομία, προκειμένου να αποφύγουν την καταβολή των δεδουλευμένων». Βλ. Το με Αρ. Πρωτ: 1166/2008 σχετικό έγγραφο του στο προς τις αρχές Αθήνα, 22/4/2008 στο: http://www. synigoros.gr/resources/eggrafo2–2.pdf.
- Για μία ανασκόπηση στη δράση της Χρυσής Αυγής, κυρίως, μέσα από δημοσιεύματα στον τύπο βλ. Δ. Ψαρράς, Ίδρυμα «Ρόζα Λούξεμπουρκ», «Η Χρυσή Αυγή μπροστά στη Δικαιοσύνη»: http://www.thepressproject.gr/H_XA_mprosta_ sti_dikaiosini.pdf.
- Βλ. Το κείμενο της Απόφασης-Πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ στο: http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do? uri=OJ:L:2008:328:0055:0058:el:PDF.
- Βλ. Additional Protocol to the Convention on Cybercrime, concerning the criminalisation of acts of a racist and xenophobic nature committed through computer systems: http://conventions.coe.int/Treaty/en/Treaties/Html/189.htm.
- Ειδικότερα το άρθρο 22 της Οδηγίας 2012/29/ΕΕ «Ατομική αξιολόγηση των θυμάτων για τον προσδιορισμό ειδικών αναγκών προστασίας» προβλέπει τα εξής: «1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να διενεργείται εγκαίρως ατομική αξιολόγηση των θυμάτων, σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες, για τον προσδιορισμό ειδικών αναγκών προστασίας και για να αποφασίζεται αν και σε ποιο βαθμό τα θύματα θα μπορούσαν να επωφεληθούν από ειδικά μέτρα κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, όπως προβλέπεται στα άρθρα 23 και 24, λόγω ιδιαίτερου κινδύνου να υποστούν δευτερογενή και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση, εκφοβισμό και αντεκδίκηση. 2. Στην ατομική αξιολόγηση λαμβάνονται κυρίως υπόψη: α) τα προσωπικά χαρακτηριστικά του θύματος· β) το είδος ή η φύση του εγκλήματος και γ) οι περιστάσεις του εγκλήματος. 3. Στο πλαίσιο της ατομικής αξιολόγησης τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στα θύματα που υπέστησαν σημαντική βλάβη λόγω της σοβαρότητας του εγκλήματος, στα θύματα εγκλήματος που οφείλεται σε προκαταλήψεις ή διακρίσεις, που θα μπορούσε, ιδίως, να σχετίζεται με τα προσωπικά χαρακτηριστικά τους, και στα θύματα τα οποία είναι ιδιαίτερα ευάλωτα λόγω της σχέσης τους με το δράστη ή της εξάρτησής τους από αυτόν, ιδίως τα θύματα τρομοκρατίας, οργανωμένου εγκλήματος, εμπορίας ανθρώπων, βίας λόγω φύλου, βίας στο πλαίσιο στενής σχέσης, σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης ή εγκλήματος μίσους και στα θύματα με αναπηρίες. 4. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τεκμαίρεται ότι τα παιδιά θύματα έχουν ειδικές ανάγκες προστασίας λόγω ιδιαίτερου κινδύνου να υποστούν δευτερογενή και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση, εκφοβισμό και αντεκδίκηση. Για να καθορισθεί αν και σε ποιό βαθμό θα επωφελούνταν από τα ειδικά μέτρα των άρθρων 23 και 24, τα παιδιά θύματα υποβάλλονται σε ατομική αξιολόγηση κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. 5. Η έκταση της ατομικής αξιολόγησης μπορεί να προσαρμοσθεί ανάλογα με τη σοβαρότητα του εγκλήματος και το βαθμό της προφανούς βλάβης που υπέστη το θύμα. 6. Η εν λόγω ατομική αξιολόγηση διενεργείται με τη στενή συμμετοχή των θυμάτων και λαμβάνει υπόψη τις επιθυμίες τους, μεταξύ άλλων στην περίπτωση που δεν επιθυμούν τη λήψη των ειδικών μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 23 και 24. 7. Αν οι περιστάσεις που αποτελούν τη βάση μιας ατομικής αξιολόγησης έχουν μεταβληθεί σημαντικά, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να επικαιροποιείται καθ’ όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας». Βλ. το συνολικό κείμενο της Οδηγίας-Πλαίσιο στο: http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/? uri=CELEX:32012L0029.
- Βλ. Και την αντίθετη γνώμη του Ι. Πανούση, ειδικού αγορητή της ΔΗΜΑΡ, κατά τη συζήτηση επί της επεξεργασίας στη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, του Σχεδίου Νόμου για την καταπολέμηση των μορφών ρατσισμού και ξενοφοβίας, μέσω του Ποινικού Δικαίου, Β’ Ανάγνωση, σε Πρακτικά Βουλής, 10/4/2014.
- Γενικά για τους προβληματισμούς, που εγείρει η ποινική αντιμετώπιση του ρατσιστικού κινήτρου, βλ. Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, «Η αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας από την αστυνομία και τη δικαιοσύνη», σ. 11-14: http://www.nchr.gr/media/gnwmateuseis_eeda/Site_version2/diakriseis/EEDA_RV_tel.pdf,
- Βλ. United Nations, Committee against Torture, 33th session, Conclusions and recommendations of the Committee against Torture, Greece, 15-26/11/2004, παρ. 6, στοιχείο K: http://docstore.ohchr.org/SelfServices/ Files Handler.ashx?enc= 6kG1d%2fPPRiCAqhKb7yhshvVcmWTul6%2fu%2bWl9YGTVqCqd3JPtqjnn6uz FJfs8A9PDXymhZgRSe%2bKS54TfuvNR5MufokJQEAT7sWbwIEtUQgE%2bOpENjis%2fK%2bhRyrCJnoq.
- Βλ. Mr. Andreas Kalamiotis v. Greece, United Nations, Human Rights Committee, 93rd Session, 7-25/7/2008, στην διαδικτυακή διεύθυνση: http://www1. umn.edu/humanrts/undocs/1486-2006.pdf.
- Βλ. United Nations, CERD, Concluding observations of the Committee on the Elimination of Racial Discrimination: Greece, 75th Session, 3-28/8/2009, CERD/C/GRC/CO/19, παρ. 10: http://www2. ohchr.org/english/bodies/cerd/docs/ co/ CERD.C.GRC.CO.19.doc, Μετάφραση από ΕΠΣΕ.
- Βλ. ECRI, General Policy Recommendation, No 11 on Combating Racism and Racial Discriminationin Policing, Strasbourg 29/6/2007:http://www.coe.int/t/ dlapil/codexter/Source/ECRI_Recommendation_11_2007_EN.pdf.
- Η Επιτροπή ταυτόχρονα συνέστησε στις ελληνικές αρχές την συνεχή εκπαίδευση των δικαστών/ίνων και των Εισαγγελέων, με σκοπό να δίδεται έμφαση στη νομοθεσία κατά του ρατσισμού γενικά και ιδιαίτερα στους νέους νόμους που προβλέπουν τα ρατσιστικά κίνητρα ενός εγκλήματος, προκειμένου αυτοί να εκτιμώνται ως επιβαρυντικό στοιχείο για την επιβολή ποινής. Βλ. Αναλυτικότερα, Έκθεση της ECRI για την Ελλάδα, 4ος Κύκλος Επιτήρησης, όπως αυτή υιοθετήθηκε στις 2/4/2009 και δημοσιεύτηκε στις 15/9/2009, παρ. 14-19 και 80-95: http:// www.coe.int/t/dghl/monitoring/ecri/Country-by-country/Greece/GRC-CbC-IV-2009-031-GRC.pdf.
- Βλ. Τις χαρακτηριστικές αποφάσεις του ΕΔΔΑ στις υποθέσεις: Natova v. Bulgaria, της 6/7/2005, παρ. 145, 160: http://hudoc.echr.coe.int/webservices/ content/pdf/001-69630?TID=lpvzxwuwph και Secic v. Kroatia, της 31/5/2007, παρ. 67: http://hudoc.echr.coe.int/webservices/content/pdf/001-80711?TID=zazmlbbeim.
- Για τα κείμενα των υποθέσεων του Πίνακα Ι βλ. αναλυτικότερα, στην επίσημη ιστοσελίδα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σε επίσημη μετάφραση:: http://www.nsk.gr/ και στην επίσημη ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου: http://hudoc.echr.coe.int/eng#{%22 document collectionid2%22:[%22GRANDCHAMBER%22,%22CHAMBER%22]} τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στις υποθέσεις: Μπέκος-Κουτρόπουλος κατά Ελλάδος της 13/12/2005, Ζελίλωφ κατά Ελλάδος της 24/5/2007, Πετροπούλου κατά Ελλάδος της 6/12/2007, Λεωνίδης κατά Ελλάδος της 8/1/2009, Γκαλότσκιν κατά Ελλάδος της 14/1/2010, Στεφάνου κατά Ελλάδος της 22/4/2010, Mhn Ghassan Alsayed Allaham κατά Ελλάδος της 18/1/2007, Καραγιαννόπουλος κατά Ελλάδος της 21/6/2007, Zontul κατά Ελλάδος της 17/1/2012.
- Βλ. Ενδεικτικά, την καταδικαστική για την χώρα μας υπόθεση διαχωρισμού των Ρομά μαθητών/τριών και παραβίασης του Δικαιώματος στην Εκπαίδευση, διακρίνουσας μεταχείρισης και απουσίας δυνατότητας πραγματικής προσφυγής (άρθρα 2 Πρωτοκόλλου Ι, 13 και 14 ΕΣΔΑ Σαμπάνης και λοιποί/ες κατά Ελλάδος της 5/6/08: http://hudoc.echr.coe.int/webs ervices/content/pdf/003-2378798-2552166 ?TID=qapmsulhby και την επανακαταδίκη της χώρας μας στην ίδια υπόθεση για τη μη ύπαρξη προόδου μετά την πρώτη ευρωκαταδίκη κατ’ εφαρμογή του άρθρου 46 Ε.Σ.Δ.Α. «υποχρεωτικής ισχύος των αποφάσεων του Ε.Δ.Δ.Α», Σαμπάνης και λοιποί/ες κατά Ελλάδος της 11/12/2012: http://hudoc.echr.coe.int/webs ervices/content/pdf/003-4192106-4967450.
- Βλ. Σχετικά το δημοσίευμα «243 Κλήσεις στην Γραμμή Αντιρατσιστικής Βίας», αναδημοσιευμένο στο: http://www.unhcr.gr/1againstracism/243-%CE%BA% CE%BB%CE%AE%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CF%83%CF%84% CE%B7-%CE%B3%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%BC%CE%AE-%CE%B1% CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%81%CE%B1%CF%84%CF%83%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CE%B2/.
- Ο ΣτΠ, επιλαμβάνεται αναφορών, οι οποίες συνδέονται κατά περιεχόμενο με περιστατικά ρατσιστικής βίας και εγκλημάτων μίσους, κυρίως, αλλά όχι μόνον, στο πλαίσιο του Κύκλου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και του Κύκλου για την Ίση Μεταχείριση.
- Βλ. Διεθνής Αμνηστία, «Αστυνομική Βία στην Ελλάδα: Όχι μόνον μεμονωμένα περιστατικά», 7/2012, σ. 18 επ.: http://www.amnesty.org.gr/wp-content/uploads/2012/07/Police-Violence-in-Greece_REPORT.pdf.
- Βλ. Human Rights Watch, «Μίσος στους Δρόμους», 10/7/2012: http://www.hrw.org/node/108574.
- Βλ. Κέντρο Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης «Αντιγόνη», Καταγραφή Φαινομένων , Ζητημάτων Ρατσισμού, Διακρίσεων, Ξενοφοβίας αλλά και Ερευνητικών Μελετών ή Καλών Πρακτικών της Διοίκησης στους 6 κρίσιμους τομείς της Απασχόλησης, της Νομοθεσίας, της Εκπαίδευσης, της Στέγασης, της Ρατσιστικής Βίας και της Υγείας & Πρόνοιας», 2012, σ. 67-138: http://www.antigone.gr/library/files/ reports_on_greece/2012/annual_report_2012.pdf.
- Βλ. Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, Ετήσια Έκθεση 2013, σ. 3-4 στο: http://www.hlhr.gr/images/site/1010/1035_large/report 2013final. pdf.
- Σημειώνεται, ότι από την Ειδική Έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη για τη ρατσιστική βία αντλήθηκαν εκ μέρους μας δευτερογενώς τα αριθμητικά δεδομένα, σχετικά με τα αναφερόμενα στην αστυνομία περιστατικά.
- Βλ. Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, Ετήσια Έκθεση 2013, ο.π., σ. 5-10.
- Η φυσιογνωμία, ωστόσο της ποιότητας των καταγραφόμενων από το Δίκτυο περιστατικών δεν παραλλάσσει. Έτσι και κατά το έτος 2014, η πλειοψηφία τους στρέφεται κατά προσφύγων και μεταναστών/τριών, 46 περιστατικά. Παράλληλα, παρατηρείται μία αισθητή αύξηση των περιστατικών ρατσιστικής βίας κατά ΛΟΑΤ ατόμων, εφόσον το 2014, καταγράφηκαν 32 περιστατικά, 3 εκ των οποίων χαρακτηρίστηκαν ως μικτού κινήτρου στοχοποίησης λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και χρώματος ή εθνικής / εθνοτικής προέλευσης του θύματος. Τέλος καταγράφηκαν 3 περιστατικά με αντισημιτικό κίνητρο. Πάνω από τα μισά περιστατικά, 43 στο σύνολο, έλαβαν χώρα στο Κέντρο της Αθήνας και στις περιοχές γύρω από αυτό. Το έτος 2014, για πρώτη φορά, καταγράφηκαν από το Δίκτυο επιθέσεις σε χώρους ιδιαίτερης θρησκευτικής και συμβολικής αξίας, ενώ δύο περιστατικά, έλαβαν χώρα σε σχολεία. 12 από τα 100, κατά προσέγγιση θύματα έχουν ήδη καταγγείλει το περιστατικό ενώ ως προς 5 περιστατικά, έχουν κινηθεί οι σχετικές ποινικές διαδικασίες. Βλ. Αναλυτικότερα, Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, Ετήσια Έκθεση για το έτος 2014, δημοσιευμένη στο: http://www. unhcr.gr/1againstracism/etisia-ekthesi-2014/.
- Πιο συγκεκριμένα για το έτος 2012 το Δίκτυο κατέγραψε από τα 154 εν συνόλω αναφερόμενα στις συνεργαζόμενες Μ.Κ.Ο. περιστατικά, 151 κατά Μεταναστών/στριών και Προσφύγων, με τα θύματα να προέρχονται, κυρίως, από το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, την Αλγερία, το Μπαγκλαντές, την Αίγυπτο και το Μαρόκο, ενώ σε ένα περιστατικό θυματοποιήθηκε ΛΟΑΤ άτομο. 107 περιστατικά έλαβαν χώρα στο κέντρο της Αθήνας σε δημόσιους χώρους, 7 σε χώρους κράτησης, αστυνομικά τμήματα ή Κέντρα Κράτησης Μεταναστών/στριών και 16 σε ιδιωτικούς χώρους, καταστήματα, καταλύματα ή οικίες Μεταναστών/στριών. 66 περιστατικά ρατσιστικής βίας, χαρακτηρίστηκαν ως «βαριά σωματική βλάβη». 79 θύματα, εξ αυτών, που ανέφεραν στις συνεργαζόμενες με το Δίκτυο Μ.Κ.Ο. τη θυματοποίηση τους, δεν κατείχαν νομιμοποιητικά έγγραφα. Σε 91 περιπτώσεις τα θύματα, συνέδεσαν το περιστατικό με τη δράση εξτρεμιστικών ομάδων. Σε 25 περιστατικά καταγράφηκε εμπλοκή αστυνομικών οργάνων. Μόνον 24 θύματα κατήγγειλαν το περιστατικό στις αστυνομικές / εισαγγελικές αρχές, δηλαδή λιγότερα του ¼ εκ των καταγραφομένων περιστατικών τελικώς απασχόλησαν το Σύστημα της Ποινικής Δικαιοσύνης ως ροή. Βλ. Αναλυτικότερα, Ετήσια Έκθεση 2012 του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, Αθήνα 24/4/2013: http://www.unhcr. gr/1againstracism/11940/.
- Βλ. Συνήγορος του Πολίτη, Ειδική Έκθεση, «Το Φαινόμενο της Ρατσιστικής Βίας στην Ελλάδα και η Αντιμετώπιση του», ο.π., σ. 13-1-15.
- Ο.π., αμέσως ανωτέρω, σ. 13.
- Βλ., Ο.π., αμέσως ανωτέρω, σ. 9-13, 9-10.
- Βλ. Ο.π., αμέσως ανωτέρω, σ. 10-13.
- Βλ. Ο.π., αμέσως ανωτέρω, την οικεία ενότητα, σ. 56-64.
- Βλ. Ο.π., αμέσως ανωτέρω, σ. 15-21, 15-16.
- Βλ. Και την σχετική αναφορά της σύνδεσης των καταγραφόμενων περιστατικών ρατσιστικής βίας με την δράση της Χρυσής Αυγής από τον Επίτροπο του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην πρόσφατη έκθεση του: Έκθεση του Νιλς Μούιζνιεκς Επιτρόπου του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου Μετά την επίσκεψή του στην Ελλάδα από τις 28 Ιανουαρίου έως την 1η Φεβρουαρίου 2013, Στρασβούργο 16/4/2013, παρ. 10-20: https://wcd.coe.int/ViewDoc.jsp?Ref=CommDH(2013)6&Language=lanGreek&Ver=original&BackColorInternet=B9BDEE&BackColorIntranet=FFCD4F&BackColorLogged=FFC679, Και τις παρατηρήσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης επί της Εκθέσεως στο : https://wcd.coe.int/ViewDoc.jsp?Ref=CommDH/GovRep(2013)4&Language= lanGreek&Ver=original&Back ColorInte rnet=B9BDEE&BackColorIntranet=FFCD4F&BackColorLogged=FFC679.
- Οι Μ.Κ.Ο και οι λοιποί φορείς που παρέχουν νομικές, ιατρικές, κοινωνικές ή άλλες υποστηρικτικές υπηρεσίες και έρχονται σε επαφή με θύματα ρατσιστικής βίας, που συμμετέχουν στο Δίκτυο είναι οι εξής: Αίτημα, Αντιγόνη-Κέντρο Πληροφόρησης και Τεκμηρίωσης, Άρσις, Γιατροί του Κόσμου, Διεθνής Αμνηστία, Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών, “Ελληνική Δράση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα” – Πλειάδες, Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Ελληνικό Παρατηρητήριο Συμφωνιών του Ελσίνκι, Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών, Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων, Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός, Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Δικηγορικού Συλλόγου Ρόδου, Θετική Φωνή, Ιατρική Παρέμβαση, Κέντρο Ημέρας «Βαβέλ», Κέντρο Συμπαραστάσεως Παλιννοστούντων και Μεταναστών-Οικουμενικό Πρόγραμμα Προσφύγων, Κίνηση Υπεράσπισης των Δικαιωμάτων Προσφύγων και Μεταναστών/-στριών (Πάτρα), Κόσμος χωρίς Πολέμους και Βία, ΛΑΘΡΑ; – Επιτροπή αλληλεγγύης στους πρόσφυγες Χίου, ΜETAδραση, Ομάδα Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών, Ομάδα Νομικών για την Υπεράσπιση των Δικαιωμάτων Προσφύγων και Μεταναστών (Θεσσαλονίκη), Ομοφυλοφιλική και Λεσβιακή Κοινότητα Ελλάδας (ΟΛΚΕ), Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων, Σύλλογος Ενωμένων Αφγανών, Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών, Φόρουμ Μεταναστών Κρήτης, Act Up Hellas, ASANTE, Colour Youth, i-RED Ινστιτούτο για τα Δικαιώματα, την Ισότητα και την Ετερότητα, PRAKSIS, YsMedia, καθώς και ο Συνήγορος του Πολίτη και το Συμβούλιο Ένταξης Μεταναστών του Δήμου Αθηναίων ως παρατηρητές. Βλ. Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, Ετήσια Έκθεση 2013, ο.π., σ. 18.
- Βλ. Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε., Ετήσια Έκθεση, 2008, ο.π., σ. 12.
- Βλ. Ο.π., αμέσως ανωτέρω, σ. 29.
- Βλ. ECRI, Σύσταση Γενικής Πολιτικής, Αριθμός 4, «Εθνικές Έρευνες για την Εμπειρία και τον Τρόπο Αντίληψης των Διακρίσεων και του Ρατσισμού κατά την άποψη των ενδεχομένων Θυμάτων», Στρασβούργο, 6/3/1998: http://www.coe.int/t/ dghl/monitoring/ecri/activities/GPR/EN/Recommendation_N4/REC4-1998-30-GRC. pdf.
- Για την εφαρμογή της νομοθεσίας για τα εγκλήματα μίσους, στο πλαίσιο ενός τέτοιου μηχανισμού καταγραφής στην Καλιφόρνια, βλ. V. Jenness, R. Grattet, «Ο νόμος για τα εγκλήματα μίσους. Αντεγκληματική πολιτική και επιβολή του νόμου στην Καλιφόρνια. Η παρουσία, το περιεχόμενο, και οι συνέπειες του νόμου στο μεταίχμιο», μετάφραση, Μ. Κρανιδιώτη, «Εγκληματολογία», 1/2012, 2ο έτος, σ. 13-24.
- Βλ. Για το ζήτημα, αντί άλλων, Α. Σαρέλη, «Ειδικές ευεργετικές διατάξεις για το θύμα εμπορίας ανθρώπων που συνεργάζεται με τις αρχές», στο «Αλλοδαποί στην Ελλάδα: Ένταξη ή Περιθωριοποίηση;», Πρακτικά Συνεδρίου, Κομοτηνή, 28-29/11/2006, Επιμέλεια, Α. Συκιώτου, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή, 2008, σ. 177-289.
- Βλ. R. Grattet, V. Jenness, “Examining the Boundaries of Hate Crime Law: Disabilities and the “Dilemma” of Difference”, στο “The Journal of Criminal Law & Criminology”, VCL 91.No 3, 2001, σ. 653-698, 658.