Οι δυσκολίες ρύθμισης της πορνείας μέσα από τρεις καναδικές Αποφάσεις

ΑΝΤΩΝΗΣ Δ. ΜΑΓΓΑΝΑΣ

Οι δυσκολίες ρύθμισης της πορνείας

μέσα από τρεις καναδικές Αποφάσεις

ΑΝΤΩΝΗΣ Δ. ΜΑΓΓΑΝΑΣ*

Εισαγωγή

Το Δεκέμβριο του 2013 το Ανώτατο Δικαστήριο του Καναδά στην υπόθεση Bedford [2013] 3 SCR 1101 έκρινε αντισυνταγματικές όλες τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που αφορούσαν την πορνεία[1] δεδομένου ότι δεν εξασφάλιζαν την υγεία και ασφάλεια των εκδιδομένων, ζήτησε από την Κυβέρνηση να ψηφίσει νέα νομοθεσία που να διασφαλίζει τις εκδιδόμενες μέσα σε ένα χρόνο. Οι εκδιδόμενες του Καναδά (και όχι μόνο) χαιρέτισαν με ενθουσιασμό την απόφαση αυτή. Η Κυβέρνηση προετοίμασε (πολύ γρήγορα σχετικά με τη δυσκολία και λεπτότητα του θέματος και για να σεβαστεί το χρονοδιάγραμμα που έθεσε το Ανώτατο Δικαστήριο) το νέο σχέδιο Νόμου (Bill c-36) το οποίο έχει συναντήσει πολλές αντιδράσεις αφού τη μόνη ουσιαστική αλλαγή που φαίνεται να επιφέρει είναι ότι απαλείφει τον όρο πορνεία από όλα τα άρθρα του Κώδικα. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του Υπουργού, η γυναίκα θεωρείται θύμα και στόχος είναι να χτυπηθεί η ζήτηση με απώτερο στόχο να εξαλειφθεί η πορνεία. Η γυναίκα είναι ελεύθερη να εξασκεί το επάγγελμα, εκείνος όμως που δημοσιεύει τις αγγελίες της (στον Τύπο η μέσω face book) καθώς και ο πελάτης κινδυνεύουν να διωχθούν !!!!. Εκτός του ότι οι ρυθμίσεις αυτές ουδεμία σχέση έχουν με το πνεύμα της απόφασης Βedford (ratio decidendi) ούτε οι ίδιες οι εκδιδόμενες δεν φαίνονται ικανοποιημένες (Βλ. σχετικά δημοσιεύματα ηλεκτρονικά και στον έντυπο Τύπο).

Κατά την προσωπική μου άποψη αν και η πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου αποτελεί ένα σημαντικό βήμα είναι πολύ δύσκολο να υλοποιηθεί στην πράξη. Η πορνεία αποτελεί ένα πανάρχαιο ζήτημα σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι τρεις καναδικές δικαστικές αποφάσεις που θα παρουσιασθούν αναλυτικά δείχνουν καθαρά τις δυσκολίες αντιμετώπισης αυτού του δυσεπίλυτου κοινωνικού προβλήματος.

  1. Μια κλασική περίπτωση προαγωγού[2]

Κατά του κατηγορουμένου απαγγέλθηκαν δέκα κατηγορίες για το ότι με βία ή απειλή εξώθησε την Χ, κάτω των 18 χρόνων, σε έκδοση και ότι ζούσε από τα προϊόντα της πορνείας (άρθ. 212(2.1) Καναδικός Π.Κ. ,για σεξουαλική επίθεση κατά της Χ,, για απειλές θανάτου κατά της ΜΓ, της ΖΤ και της Χ, για σωματικές βλάβες και παράνομη κατακράτηση της Χ και για παράνομη οπλοφορία.

Σύμφωνα με τα στοιχεία η καταγγέλλουσα – θύμα Χ γεννήθηκε το 1991 ήταν , επομένως, κάτω των 18 χρόνων όταν έγιναν τα αδικήματα. Το 2007 συνάντησε τον κατηγορούμενο τον οποίο αναγνωρίζει με το όνομα Allan, όνομα που γνωρίζουν και οι άλλοι μάρτυρες. Αφού σχετίσθηκε για ένα μικρό διάστημα μαζί του, σταμάτησαν να βλέπονται την άνοιξη του 2008.Τέλος Αυγούστου έρχεται εκ νέου σε επαφή με τον Allan, φεύγει από το πατρικό της σπίτι και μένει σε διάφορα μοτέλ τα οποία πληρώνει ο κατηγορούμενος. Μετά από λίγες εβδομάδες ο τελευταίος πείθει την Χ να χορέψει σε ένα club για να του επιστρέψει τα χρήματα που είχε δώσει για εκείνην. Ένας σοφέρ οδηγεί την Χ σε ένα μπαρ κοντά στο Η, το οποίο το θύμα περιγράφει ως «club a gaffes” ή «club A+”, που σημαίνει ένα κέντρο όπου οι γυμνές χορεύτριες προσφέρουν στους πελάτες σεξουαλικές υπηρεσίες που περιλαμβάνον πεολειχίες, αυτοϊκανοποιήσεις και πλήρεις σεξουαλικές σχέσεις επί χρήμασι. Τις δύο μέρες που δούλεψε εκεί «κέρδισε» 2.000 δολ. περίπου και αν αφαιρέσουμε ένα ποσόν που της έκλεψαν έδωσε επιστρέφοντας στον κατηγορούμενο 1.500 δολ. που θα χρησιμοποιηθούν για να πληρωθεί το μοτέλ Ε για ένα διάστημα. Στο ίδιο μοτέλ δέχθηκε πελάτες επί αμοιβή για δυο ημέρες. Τη μια οι πελάτες βρέθηκαν από αγγελία μέσω ιντερνέτ και την άλλη η ίδια βρήκε τους πελάτες που τους «ψάρεψε» στο μπαρ του μοτέλ Τα χρήματα χρησίμευσαν για να πληρωθεί το μοτέλ. Από το Δεκέμβριο του 2008 μέχρι το Μάρτιο του 2009 η Χ εργάζεται κατά διαστήματα στο μπαρ Φ ως γυμνή χορεύτρια. Πρόκειται για χορούς με επαφή διαρκείας 4 λεπτών περίπου που εκτελεί μπροστά στον πελάτη για 15 δολ. ο οποίος πελάτης μπορεί να αγγίξει το στήθος, την πλάτη ή τους μηρούς της χορεύτριας όχι όμως την ηβική περιοχή. Κερδίζει μεταξύ 300 και 700 δολ. για κάθε ημέρα εργασίας χρήματα που δίνει στον Allan ο οποίος της αφήνει 40 έως 60 δολ. για έξοδα και φαγητό στο μοτέλ. Κατά το διάστημα εκείνο «φιλοξενείται» από τον ΡΤ , ιδιοκτήτη του μπαρ όπου χορεύει. Από το τέλος Φεβρουαρίου 2009 έως τις 25/3/2009 διαμένει σε ένα διαμέρισμα που βρήκε εκείνη αλλά ο Allan πλήρωσε το ενοίκιο και πήρε τα κλειδιά. Στο χώρο αυτό δέχθηκε 10 πελάτες περίπου για σεξ περιλαμβανομένων ολοκληρωμένων σχέσεων για 120 έως 140 δολ. ανά πελάτη. Τα χρήματα δίνονται στον κατηγορούμενο ο οποίος παραμένει εκεί κοντά είτε στην είσοδο του διαμερίσματος είτε μέσα στο αυτοκίνητό του.

Μετά από ένα δείπνο στους γονείς της τα Χριστούγεννα του 2008, το «σκάει» από τον Αllan και μένει σε ένα μοτέλ με κάποιον 2SHINE. Εκδίδεται για δύο μέρες και ο τελευταίος κρατά τα χρήματα. Στη συνέχεια επιστρέφει στο μπαρ Φ με τον καινούργιο φίλο όπου βρίσκεται ο Allan. Μια αρκετά έντονη συζήτηση γίνεται μεταξύ των δυο ανδρών και η Χ βλέπει τον Allan να σημαδεύει με όπλο τον αντίζηλο. Τελικά θα μείνει με τον Allan και θα συνεχίσει να εργάζεται στο μπαρ Φ.

Επιπρόσθετα, η Χ καταθέτει ότι ο κατηγορούμενος δεν δίσταζε να την χτυπήσει όταν του αντιμιλούσε ή δεν τον υπάκουε ή δεν έκανε αυτά που της έλεγε. Αναφέρει ένα συγκεκριμένο γεγονός στο μοτέλ Ε το φθινόπωρο του 2008, όταν παρουσία κάποιου άλλου της έσφιξε το λαιμό για μερικά δευτερόλεπτα και τη χαστούκισε μερικές φορές.. Αναφέρει και άλλα παρόμοια περιστατικά. Στις 25/3/2009, ο κατηγορούμενος την εξαναγκάζει να του κάνει μια πεολειχία πράγμα που εκείνη δεν θέλει εκφράζοντας καθαρά την άρνησή της. Τότε ο Allan της σφίγγει δυνατά το μπράτσο υποχρεώνοντάς την να υπακούσει. Δεν ήταν η πρώτη φορά που αναγκάσθηκε να κάνει σεξ μαζί του.

Δυο τρεις μέρες πριν, ο κατηγορούμενος της είχε δώσει μια γροθιά στα οπίσθια και τη μέρα της σύλληψής του μια γροθιά στο πρόσωπο στο διαμέρισμα που είχαν νοικιάσει. Επτά ή δέκα μέρες πριν τη σύλληψή του ο Allan την απείλησε λέγοντας ότι αν του φύγει θα τη βρει και θα τη σκοτώσει όπως και τους γονείς της. Χ ΗΗ Χ προσθέτει ότι όλα τα χρήματα που πήρε από τους χορούς επαφής στα μπαρ και τις σεξουαλικές σχέσεις στο διαμέρισμα τα έδωσε στον κατηγορούμενο ο οποίος πλήρωνε για το μοτέλ και το διαμέρισμα και της άφηνε 40 ή 60 δολ. για τα έξοδα και τις ανάγκες της τις μέρες που χόρευε ως γυμνή χορεύτρια. Αποδέχεται, ακόμη, ότι κατ’ αυτή την περίοδο έκανε εμπόριο ναρκωτικών με τον Allan.

Στη συνέχεια κατέθεσε η Μ. Γ., μητέρα της Χ, η οποία ανέφερε ότι γνώρισαν με το σύζυγό της για πρώτη φορά τον Allan το Δεκέμβριο του 2008. Ένα μήνα πριν τις 25/3/2009, όπως δεν είχε νέα της κόρης της για 8 μέρες, τηλεφώνησε στον κατηγορούμενο αφήνοντας μήνυμα ότι θα ειδοποιούσε την αστυνομία αν δεν είχε νέα του Allan ή της κόρης της τις επόμενες ώρες. Λίγα λεπτά αργότερα ο Allan της τηλεφώνησε για να τη βεβαιώσει ότι η κόρη της ήταν καλά. Η Χ είχε τη συνήθεια να πηγαίνει στους γονείς της δυο φορές την εβδομάδα γ\ια ένα ντους και κάθε φορά συνοδευόταν από τον Allan ο οποίος την περίμενε στο αυτοκίνητό του και καλούσε συχνά για να της μιλήσει. Στις 25/3/2009 η Χ παρουσιάζεται στο σπίτι των γονιών της γύρω στις 21.00. Είναι νευρική και ταραγμένη και ζητά να καλέσουν την αστυνομία γιατί ο κατηγορούμενος περιμένει κάτω και εκείνη δεν θέλει πια να ξαναγυρίσει κοντά του.. Πληροφορεί τους αστυνομικούς ότι είναι πιθανόν οπλισμένος και ότι κρύβει ένα όπλο κάτω από το κάθισμα του οδηγού. Η μητέρα της Χ παρατηρεί επίσης εκχυμώσεις στο σώμα της κόρης της η οποία λέει ότι τις προκάλεσε ο κατηγορούμενος με τα χτυπήματά του.

Η Υ μια φίλη της Χ αναφέρει ένα περιστατικό όταν πήγε να επισκεφθεί τη φίλη της στο μοτέλ Ε. Ο Αllan μπήκε απότομα, διέταξε την Χ να βγει σπρώχνοντας την. Κατόπιν άκουσε θόρυβο από χτυπήματα και την Χ να κλαίει. Όταν ο κατηγορούμενος ανοίγει την πόρτα η Χ κλαίει και έχει τα μάγουλα κόκκινα. Όταν του σηκώνει τη φωνή, ο Allan την πιάνει από το λαιμό δίνοντάς της δύο δυνατά χαστούκια στο πρόσωπο που άφησαν σημάδια στα μάγουλα. Η Υ και η Χ θέλουν να φύγουν αλλά ο κατηγορούμενος αρνείται να τις αφήσει προειδοποιώντας τις «αν καλέσετε την αστυνομία δεν ξέρετε τι μπορώ να σας κάνω» και μετά έφυγε.

Ο ΡΤ που καταθέτει στη συνέχεια είναι ιδιοκτήτης 2 κλαμπ με γυμνές χορεύτριες όπου «δούλευε» η Χ. Αν και κέρδιζε 300 με 400 δολ. κάθε φορά δεν είχε ποτέ χρήματα μιας και είχε έξοδα (η Χ). Στο κλαμπ την πήγαινε ο Allan η ο σοφέρ του ΔΤ. Είναι ο κατηγορούμενος που έκλεινε τηλεφωνικά το πότε θα πήγαινε η Χ για «δουλειά». Τέλος, ο ΔΤ αναφέρει τα ίδια γεγονότα για τον άλλο άνδρα και τον τσακωμό με τον Allan και ότι παρενέβη για να τους ηρεμίσει.

Οι αστυνομικοί που κατέθεσαν ανέφεραν για το τηλεφώνημα που δέχθηκαν στις 25 Μαρτίου. Όταν έφθασαν στο σημείο ζήτησαν να ερευνήσουν , χωρίς ένταλμα, το αυτοκίνητο του Allan, εκείνος προσπάθησε να ξεφύγει τρέχοντας, τον συνέλαβαν αλλά δεν βρήκαν όπλο στο όχημα μόνο 4 κάλυκες. Το όπλο βρέθηκε , τελικά, στο υπόγειο όπου κατοικούσαν ο Allan με τη φίλη του ΔΛ, η οποία, καταθέτοντας στη συνέχεια, αρνήθηκε την ύπαρξη όπλου.

Ο κατηγορούμενος στην κατάθεση του αναφέρει ότι συνάντησε την Χ το Νοέμβριο του 2007 καθώς και τις Υ και Ρ. Ήξερε ότι και οι τρεις δούλευαν σαν «κορίτσια συνοδείας» δηλ. στην πορνεία. Για ένα διάστημα η Χ πουλούσε ναρκωτικά για λογαριασμό του, μέχρι που συνελήφθη την άνοιξη του 2008. Στο δικαστήριο Ανηλίκων από όπου πέρασε η Χ έμαθε ότι ήταν κάτω των 18 χρόνων. Στη συνέχεια δεν είχε καμιά επαφή μαζί της μέχρι τον Αύγουστο 2008 όταν εκείνη επικοινώνησε μαζί του. Η Χ έμενε τότε με την Υ και μαζί δεχόταν τους πελάτες ως «συνοδεία». Ο κατηγορούμενος δέχθηκε να πουλά πάλι ναρκωτικά η Χ για αυτόν υπό τον όρο ότι δεν θα έμενε με την Υ για να μην κινήσουν υποψίες στην αστυνομία. Για λίγες εβδομάδες η Χ πουλά ναρκωτικά χωρίς , όμως, να του δίνει όλα τα χρήματα που βγάζει από το εμπόριο, σταματά μάλιστα να του δίνει νέα της. Tον Οκτώβριο δέχεται μια κλήση από την Χ που παραπονιέται ότι τη χτύπησαν και την έκλεψαν. Πηγαίνει να την πάρει από το μοτέλ Λ και την μεταφέρει στο μοτέλ Ε όπου ο κατηγορούμενος έχει πελάτες χρήστες ναρκωτικών με τους οποίους πρέπει να ασχοληθεί η Χ. Το Νοέμβριο του 2008 δέχεται μια νέα κλήση από την Χ που είναι μαζί με την Υ και έναν προαγωγό που του ζητά ένα ποσό χρημάτων. Ο κατηγορούμενος πληρώνει στο άτομο αυτό 3000 δολ. για να αφήσει την Χ να φύγει. Κατόπιν έχει μια κουβέντα με την Χ η οποία του φωνάζει «Δε μας παρατάς» (ta gueule). Θυμώνει, παρασύρεται και τη χαστουκίζει και μετά φεύγει. Τέλος Νοεμβρίου, αρχές Δεκεμβρίου 2008 την ξαναείδε οπότε αυτή του ζήτησε να την μεταφέρει στο μπαρ του ΡΤ τον οποίο δεν γνωρίζει. Ο κατηγορούμενος την οδηγεί και της αφήνει 300 δολ. για να πληρώσει το δωμάτιό της.

Στις 24/12 ξαναείδε την Χ σε ένα δείπνο στους γονείς της και έκτοτε δεν είχε νέα της για μερικές μέρες. Δέχεται τηλεφωνήματα από τη μητέρα της Χ, η οποία ανησυχεί και επικοινωνεί με τον ΡΤ για να μάθει πού είναι η Χ. Εκείνος του απαντά ότι την εμπιστεύθηκε σε έναν άνδρα για να την «σπρώξει» στη δουλειά. Ζητά τότε να του φέρει ο άνδρας την Χ και ακολουθεί ο καυγάς που αναφέραμε πιο πάνω. Τελικά παίρνει την Χ και την οδηγεί σ’ ένα μοτέλ όπου πουλά ναρκωτικά για λογαριασμό του.

Το Φεβρουάριο του 2009, η Χ δεν θέλει πλέον να πουλά ναρκωτικά στο κέντρο της πόλης και ξαναγυρίζει στο μπαρ Φ για να δουλέψει πάλι ως χορεύτρια. Στη συνέχεια η κατάσταση χειροτέρεψε όπως και η σχέση τους. Τότε ζήτησε από την Χ να του επιστρέψει χρήματα πρώτα 4000 δολ. Μετά 20000 και τέλος 36000 . Τον ίδιο μήνα με τα χρήματα που του επέστρεψε η Χ νοίκιασε το διαμέρισμα. Αναφορικά με τις συζητήσεις που είχε με την Χ, λέει ότι ήθελε να την αποτρέψει να χορεύει γυμνή ή να εκπορνεύεται και να την πείσει να επιστρέψει σε κείνον και να πουλά ναρκωτικά. Δηλώνει ότι ουδέποτε είχε στην κατοχή του όπλο και δεν ξέρει πως βρέθηκε το όπλο στο υπόγειο που κατοικούσε με τη φίλη του. Είναι μετά τη σύλληψή του που έμαθε για τους κάλυκες που βρέθηκαν στο αυτοκίνητό του

Στη συνέχεια η εισαγγελία κατέθεσε τα κείμενα μηνυμάτων που αντάλλαξαν με το κινητό του ο κατηγορούμενος με την Χ.

Η δικαστική κρίση

Κατ’ αρχάς ο δικαστής ασχολείται με την έννοια του όρου πορνεία. Δεδομένου ότι ο νομοθέτης δεν προσδιόρισε την έννοια, χρησιμοποιώντας προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις καταλήγει ότι πρόκειται για την προσφορά από ένα άτομο σεξουαλικών υπηρεσιών με χρηματικό αντάλλαγμα (Renvoi relatif à l’art. 193 et à l’al. 195.1 (1) c) du Code criminel (Man.), (1990) 1 R.C.S. 1123 , à la page 1159) Εξάλλου δεν είναι απαραίτητη η ύπαρξη σωματικής (φυσικής) επαφής Μετά από μια διεξοδική ανάλυση της νομολογίας ως προς το αν οι «χοροί-επαφές» από τις γυμνές χορεύτριες συνιστούν πράξη πορνείας, ο δικαστής εκτιμά ότι πράγματι πρόκειται για πράξη πορνείας αφού η χορεύτρια (στην περίπτωση του μπαρ Φ και a fortiori στα μοτέλ και το διαμέρισμα) επέτρεπε τους πελάτες, έναντι χρηματικού ανταλλάγματος, να την αγγίξουν στο στήθος, τα οπίσθια κι το υπόλοιπο σώμα πλην της ηβικής περιοχής.

Όσον αφορά τον ισχυρισμό του κατηγορούμενου ότι η έρευνα στο αυτοκίνητό του έγινε παράνομα και χωρίς ένταλμα ο δικαστής, αφού εξέτασε τη σχετική νομολογία, κατέληξε ότι η έρευνα δεν ήταν παράνομη αφού ο κατηγορούμενος είχε, ουσιαστικά, εγκαταλείψει το όχημα του όταν βγήκε και άρχισε να τρέχει.

Τελικά ο δικαστής ,στηριζόμενος στις καταθέσεις αλλά και κυρίως στα μηνύματα που αντάλλαξαν και τα οποία παρατίθενται λεπτομερώς όπου φαίνεται καθαρά ο έλεγχος που ασκούσε ο κατηγορούμενος στα ωράρια, τους πελάτες και τα χρήματα της Χ, δεν πιστεύει τους ισχυρισμούς του κατηγορούμενου και τον κρίνει ένοχο για τα περισσότερα αδικήματα πλην εκείνων ότι εξώθησε την Χ στην πορνεία και ότι την κατακράτησε παράνομα

Ποινή 29 μήνες για κάθε κατηγορία μείον 55 μήνες προφυλάκισης

Σχόλια

Εν προκειμένω πρέπει να τονισθεί (βγαίνει από άλλη περίπτωση όπου ο κατηγορούμενος είδε την αίτησή του για παροχή ασύλου στον Καναδά να απορρίπτεται) ότι ο κατηγορούμενος είναι Αϊτινός γεννηθείς το1980 και ζήτησαν με τη μητέρα του παραμονή στον Καναδά το 1999. Έχει τελέσει σωρεία αδικημάτων εκτός από τα παρόντα και θεωρήθηκε τελικά ότι συνιστά κίνδυνο για την καναδική κοινωνία.

Πρόκειται για μια περίπτωση που ανήκει στο «κλασσικό» τρίπτυχο του οργανωμένου εγκλήματος. Πορνεία, ναρκωτικά, προστασία. Εντύπωση προξενεί το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δέχθηκε πρόθυμα ότι είχε συνεργάτη την Χ στο εμπόριο ναρκωτικών μήπως αποφύγει την καταδίκη για τα άλλα πιο σοβαρά αδικήματα . Όσον αφορά την κοπέλα είναι, δυστυχώς, φαινόμενο των καιρών της επιδίωξης τη υλικής απόλαυσης.

Εντύπωση μου προκάλεσε ο ρόλος της μητέρας. Το ότι κάλεσαν το «φίλο» και προαγωγό της κόρης της στις 24/12, το ότι του τηλεφώνησε για να μάθει τι κάνει η κόρη της αλλιώς θα ειδοποιούσε την αστυνομία, δηλώνει ή ότι ήταν πολύ αφελής ή ότι ήταν μια συνηθισμένη κατάσταση ή, τέλος ότι η κατάσταση αυτή τους βόλευε και οικονομικά ?

  1. Ποινικοποίηση της συμπεριφοράς του πελάτη πόρνης[3]

Ο Gagne κατηγορείται ότι ήλθε σε επικοινωνία με ένα άτομο με σκοπό να ζητήσει τις σεξουαλικές υπηρεσίες από κάποιον που επιδίδεται στην πορνεία (άρθ. 213 (1) c) Καν.Π.Κ.

Πραγματικά περιστατικά

Σύμφωνα με την εισαγγελία στις 20 Ιουνίου 2007, γύρω στις 17.00, η αστυνομία της πόλης του Κεμπέκ εκτελεί μια επιχείρηση που στοχεύει στη σύλληψη πιθανών πελατών της πορνείας του δρόμου στην οδό St-Vallier [Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι πρόκειται για υποβαθμισμένη περιοχή του Down Town της πόλης και εδώ πρέπει να γίνει ο σύνδεσμος με τη δημοσίευση του βιβλίου «Θέματα Εγκληματολογίας και Ποινικού Δικαίου» αναφορικά με τα αστυνομικά τεχνάσματα σε μια περίπτωση εμπορίας ναρκωτικών.]

H αστυνομικός Κ. προσποιείται μια πόρνη ντυμένη με παλιά ρούχα, ένα jean και ένα t-shirt. Τα μαλλιά της είναι ξέπλεκα, η συμπεριφορά της ανέμελη σαν να μην έχει τίποτα να κάνει και να περιμένει. Δυο μέλη του περιπολικού, δύο ανακριτές και ένας ντετέκτιβ [!!!!!] συμμετέχουν επίσης σ’ αυτή την επιχείρηση. Οι τελευταίοι παρακολουθούν από απόσταση τις συζητήσεις που μπορεί να κάνει η Κ. η οποία στέκεται στη γωνιά δυο δρόμων και, χαζεύοντας, μετακινείται ελαφρά. Οι οδηγίες που της έχουν δοθεί είναι να έχει ύφος ξένοιαστο και να μην κάνει πρώτη τις επαφές με τους πιθανούς υπόπτους. Είχαν μάλιστα συμφωνήσει για το σινιάλο που θα τους έκανε αν η επικοινωνία είχε σκοπό τις σεξουαλικές υπηρεσίες. Θα ανασήκωνε το πανταλόνι της από τις πιέτες. Γύρω στις 17 και 40 ένα αυτοκίνητο Intrepid μπλε σκούρο σταματά στην απέναντι πλευρά από όπου είναι η αστυνομικός και κορνάρει, Η Κ δεν κινείται καθόλου. Το αμάξι μένει στη θέση αυτή για τρία τέσσερα λεπτά κα μετά φεύγει. Tριάντα δεύτερα αργότερα το αυτοκίνητο επιστρέφει από την αντίθετη πλευρά του δρόμου. Περνά μπροστά από εκεί που στεκόταν η Κ και ακινητοποιείται στα τρία μέτρα από την αστυνομικό. Εκείνη βλέπει το πίσω μέρος του οχήματος. Δεν κάνει τίποτα. Το αυτοκίνητο παραμένει στο σημείο αυτό για 3-4 λεπτά οπότε κάνει όπισθεν για να τοποθετηθεί τρία μέτρα από την αστυνομικό ακριβώς απέναντί της. Εκείνη βλέπει το μπρος μέρος του αυτοκινήτου χωρίς να διακρίνει τον οδηγό. Μετά από 30 δευτερόλεπτα, ο οδηγός αναβοσβήνει τα φώτα κατεβάζοντας το τζάμι της πόρτας του συνοδηγού. Η Κ δεν αντιδρά, ο οδηγός-κατηγορούμενος σκύβει προς το παράθυρο. Με τη σειρά της η Κ σκύβει για να τον δει. Είναι 17 και 45 περίπου και ακολουθεί η παρακάτω συνομιλία:

«Κατ.: Πόσο χρεώνεις για μια π…. (Πεολειχία)?

Κ.: 20 δολ..

Κατ.: Είσαι σίγουρη ότι θα τα καταφέρεις? Φαίνεσαι αρκετά «φευγάτη».

Κ: Ναι, ναι δεν υπάρχει πρόβλημα. Έλα να με βρεις στο χώρο στάθμευσης.»

Στο σημείο αυτό τελειώνει η συνομιλία.. Ταυτόχρονα, η Κ. υποδεικνύει στον οδηγό να πάει στο γειτονικό χώρο δημοτικής στάθμευσης στην απέναντι πλευρά του δρόμου. Ο κατηγορούμενος πάει κατ’ ευθείαν εκεί. Τότε η αστυνομικός κάνει το σινιάλο ανεβάζοντας το πανταλόνι της. Οι συνάδελφοί της, μεταξύ των οποίων ο Ρ. βρίσκονται στο χώρο στάθμευσης. Ο Ρ βλέπει ένα όχημα μάρκας Intrepid μπλε σκούρο να σταματά στο ύψος της Κ. Η τελευταία συνομιλεί με κάποιον επιβαίνοντα και στη συνέχεια κάνει το σινιάλο. Τότε το όχημα πάει στο πάρκινγκ και σταθμεύει 20 μέτρα από το αυτοκίνητο με συμβατικές πινακίδες του Ρ ο οποίος μετακινεί το όχημά του πίσω από το Intrepid. Δυο ντετέκτιβ προσεγγίζουν το αυτοκίνητο του κατηγορούμενου, του ζητούν να κλείσει τη μηχανή και να κατέβει. Όταν εκείνος ανοίγει την πόρτα έχει στο αριστερό του χέρι ένα χαρτονόμισμά των 20 δολ. το οποίο αφήνει να πέσει στο πάτωμα μεταξύ καθίσματος και πόρτας του οδηγού. Ο Ρ τον ρωτά τότε γιατί άφησε να «πέσει» το χαρτονόμισμα και εκείνος απαντά ότι έψαχνε ,απλά, τις τσέπες του. Όταν ο ντετέκτιβ Γ προβαίνει στη σύλληψη του κατηγορούμενου, ο τελευταίος του δηλώνει ότι είναι ιδιωτικός ανακριτής, Ότι έχει συνεργασθεί στο παρελθόν τόσο με την Ομοσπονδιακή όσο και με την Αστυνομία της Επαρχίας του Κεμπέκ, ότι το «κορίτσι» έδινε την εντύπωση τοξικομανή και ότι εκείνος δουλεύει για να τη βοηθήσει, ότι εργάζεται για ένα μη κερδοσκοπικό οργανισμό που βοηθά τους άπορους και ότι όλα αυτά ανήκουν στο λειτούργημά του να «ψαρεύει» (solliciter) τέτοια άτομα στο δρόμο. Συγχαίρει, μάλιστα, τους αστυνομικούς για τη δουλειά που κάνουν. Η σύλληψη του κατηγορούμενου ήταν μια από τις 7-8 που έγιναν σ ‘εκείνη την «επιχείρηση» της αστυνομίας και η μόνη όπου η αστυνομικός Κ έπαιξε το ρόλο της πόρνης. Μετά από κάθε σύλληψη η Κ συντάσσει Έκθεση σχετικά με την επικοινωνία με τον ύποπτο.

Από την πλευρά της η υπεράσπιση καταθέτει ότι ο κατηγορούμενος δεν είναι από την πόλη του Κεμπέκ. Διαμένει σε ξενοδοχείο σε προάστιο της πόλης. Πριν από τα επίμαχα γεγονότα είχε αποσύρει χρήματα από ένα ΑΤΜ στην Άνω Πόλη και προσπαθούσε να βρει την κεντρική αρτηρία που έψαχνε διασχίζοντας την Κάτω Πόλη. Στο σημείο της σύλληψης είδε μια γυναίκα ακίνητη στη γωνία δυο δρόμων τους οποίους δεν γνωρίζει. Η γυναίκα δεν έχει καμία επικοινωνία με τους περαστικούς, πεζούς ή αυτοκινητιστές. Φαίνεται να βρίσκεται στον «κόσμο» της γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά στον κατηγορούμενο. Νομίζει ότι μπορεί να χρειάζεται βοήθεια. Περιμένοντας το φανάρι στη διασταύρωση παρατηρεί τη συμπεριφορά της γυναίκας για μερικά λεπτά. Μόλις άναψε πράσινο ο κατηγορούμενος διασχίζει το δρόμο και σταθμεύει λίγο πιο κάτω. Παρακολουθεί ακόμη τη γυναίκα για λίγα λεπτά. Τοποθετεί τον καθρέφτη έτσι ώστε να τη βλέπει. Δεν θυμάται να κορνάρισε. Εκείνη παραμένει πάντα ακίνητη στη γωνία. Ο κατηγορούμενος πιστεύει ότι έχει ψυχιατρικά προβλήματα. Πρόθεσή του είναι να τη βοηθήσει. Αν πράγματι έχει ανάγκη από βοήθεια σκοπεύει να καλέσει το 911 ώστε να την αναλάβει η αστυνομία. Φεύγει από το σημείο που είχε σταματήσει και συνεχίζει την πορεία του. Λίγο πιο πέρα κάνει στροφή επί τόπου και επιστρέφει από την αντίθετη πλευρά για να έλθει σε επαφή με αυτή τη γυναίκα και να πάρει πληροφορίες για την «κατάσταση» της. Όταν επιστρέφει η γυναίκα βρίσκεται στο ίδιο σημείο. Τότε σταματά το όχημά του στο ύψος της για 5-30 δεύτερα μέχρι να κάνει όπισθεν και να σταματήσει σε απόσταση 3 αυτοκινήτων από την Κ. Για 3-4 λεπτά, ακόμη, παρατηρεί τη συμπεριφορά της. Της κάνει σήμα με τα φώτα του για να δει πώς θα αντιδράσει. Εκείνη προχωρά και τον κοιτάζει. Παρουσιάζει νευρικά τικ. Ξύνει τα χέρια της δεν φαίνεται να έχει, όμως, σημάδια στα μπράτσα ούτε μελανιές από σύριγγα . Ο κατηγορούμενος αναρωτιέται αν έχει ψυχιατρικά ή άλλα προβλήματα υγείας, αν είναι μια πόρνη ή τίποτε από όλα αυτά. Κατά την άποψή του η συμπεριφορά της δεν είναι φυσιολογική. Δεν ανταποκρίνεται σ’ εκείνην που συναντάμε στις εκδιδόμενες. Καταθέτοντας στο δικαστήριο τονίζει ότι πίστευε ότι είχε ψυχιατρικά προβλήματα. Εξεταζόμενος, όμως, κατ’ αντιπαράθεση, αναφέρει ότι μάλλον επρόκειτο για τοξικομανή αποκλείοντας την περίπτωση να ήταν εκδιδόμενη. Όταν τον πλησιάζει, κατεβάζει το παράθυρο της πόρτας του συνοδηγού και στρέφεται προς την Κ που είχε λυγίσει τα γόνατα και ακουμπούσε στην πόρτα. Ακολουθεί, τότε, η ακόλουθη συνομιλία.

« Κατ.: Είσαι καλά. όλα είναι εντάξει?

Κ.: Ναι, Ναι, όλα καλά

Κατ.: Τι κάνεις εδώ?

Κ. : Εξαρτάται τι θέλεις

Κατ.: Τι χρεώνεις για μια π…?

Κ.: 20 δολ. Έλα να τα πούμε στο πάρκινγκ.

Η γυναίκα του δείχνει το γειτονικό χώρο στάθμευσης και εκείνος κατευθύνεται προς τα εκεί. Η Κ, που μέχρι τότε παρέμενε βασικά ακίνητη, αρχίζει να τρέχει προς το πάρκινγκ. Για τον κατηγορούμενο ούτε αυτή η συμπεριφορά φαίνεται φυσιολογική. Μια εκδιδόμενη θα επιβιβαζόταν στο αυτοκίνητο και δεν θα άφηνε ένα «πελάτη» να φύγει πράγμα που τον κάνει να πιστεύει ότι δεν πρόκειται για πόρνη.

Ως προς την επικοινωνία που είχε μαζί της, ο κατηγορούμενος εξηγεί από την επιθυμία του να δει τι σκεφτόταν και πώς εξηγείτο η συμπεριφορά της. Δεδομένου ότι στη δουλειά του υιοθετεί μια άμεση προσέγγιση των πελατών τη επιχείρησης, χρησιμοποίησε την ίδια προσέγγιση για να διαγνώσει τα προβλήματα τη Κ ρωτώντας για το πόσο στοιχίζει μια πεολειχία. Εξηγεί, ακόμη, ότι οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση λιγότερο άμεση θα οδηγούσε τη γυναίκα να μην αποκαλύψει την κατάσταση στην οποία βρισκόταν. Ακόμη και αν δεν πιστεύει ότι είναι πόρνη μιλά για το κόστος της σεξουαλικής υπηρεσίας γιατί ορισμένοι τοξικομανείς προσφεύγουν και στην πορνεία. Σκόπευε να αλλάξει την προσέγγισή του στη συνέχεια. Το αν δέχθηκε να πάει στο πάρκινγκ είναι γιατί ήθελε να κουβεντιάσει μαζί της και ο χώρος στάθμευσης φαινόταν αρκετά «εμφανής» και άνετος δημιουργώντας μια αίσθηση ασφάλειας αφού μπορούσε κάποιος να δει τι γινόταν στο χώρο αυτό. Σταμάτησε το όχημα δίπλα σε ένα φράχτη παράλληλο του πεζοδρομίου. Το αυτοκίνητό του είναι ορατό από το δρόμο όπως δείχνουν οι φωτογραφίες που τράβηξε ο κατηγορούμενος. Στάθμευσε στο σημείο αυτό για να τον βλέπουν οι αστυνομικοί μήπως χρειασθεί να τους καλέσει. Αν ήθελε να κρυφθεί θα είχε σταθμεύσει πιο παράμερα. Εκεί που είχε σταματήσει ό,τι γινόταν μέσα στο αυτοκίνητο ήταν ορατό από τους περαστικούς αφού τα μπροστινά παράθυρα του οχήματος δεν έχουν μια σκούρα απόχρωση. Εκείνη την ώρα του βραδυνού πολλοί διαβάτες κυκλοφορούν και επομένως ο κατηγορούμενος είναι θεατός. Μόλις σταμάτησε θέλησε να βγει από το αυτοκίνητο βλέποντας τη γυναίκα να τρέχει. Του είπαν, τότε, να μείνει στη θέση του διότι τελεί υπό σύλληψη. Ο κατηγορούμενος τονίζει ότι έβγαλε το 20δόλαρο από τη δεξιά τσέπη από ένα πακέτο 200 δολ. που μόλις είχε αποσύρει από το ΑΤΜ. Πρόθεσή του ήταν να χρησιμοποιήσει τα χρήματα για να ωθήσει τη γυναίκα να μιλήσει μαζί του. Ξανακαθίζοντας στο κάθισμα όπως του ζήτησαν οι αστυνομικοί το χαρτονόμισμα γλίστρησε από το χέρι του όταν προσπαθούσε να πιάσει το τιμόνι. Βεβαιώνει ότι, στο παρελθόν, έχει παρέμβει πολλές φορές σε άτομα σε δυσκολία, σε πλάνητες, τοξικομανείς ή ανθρώπους με ψυχολογικά προβλήματα έχει ,όμως, κάνει λίγα για τις εκδιδόμενες. Συγκεκριμένα το 2006 παρενέβη 3 ή 4 φορές. Τα 10 περίπου τηλεφωνήματα στο 911 που καταγράφηκαν στο κινητό του δείχνουν ότι καλούσε την αστυνομία σε τέτοιες περιπτώσεις. Προσθέτει ότι κάνει, εδώ και 30 χρόνια παρόμοιες παρεμβάσεις.

Είναι διοικητικό στέλεχος μιας επιχείρησης έχοντας εξειδικευθεί στις έρευνες. Η επιμόρφωσή του είναι στη διοίκηση επιχειρήσεων και την επικοινωνία. Υπήρξε ιδιωτικός ντετέκτιβ και συνεργάσθηκε με την αστυνομία για 15 χρόνια περίπου. Δεν έχει καμία κατάρτιση στην ψυχιατρική, την ψυχολογία ή την τοξικομανία ούτε ως κοινωνικός λειτουργός. Ισχυρίζεται, όμως, ότι χέει λάβει πρόσθετη επιμόρφωση στην ερμηνεία της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Ο εργοδότης του κατηγορούμενου ασχολείται με πελατεία από την οποία ορισμένα άτομα αντιμετωπίζουν παρόμοιες δυσκολίες με αυτές που πιστεύει ότι αντιμετώπιζε η Κ στις 20/6/2007. Ένας συνεργάτης του εργοδότη του παρεμβαίνει στους τοξικομανείς και ο ίδιος κάνει αυτή τη δουλειά κατευθύνοντας τους παρεμβαίνοντας της πρώτης γραμμής. Κατέθεσε ,μάλιστα, στο δικαστήριο, έγγραφα που βεβαιώνουν αυτούς τους ισχυρισμούς του. Καλύπτουν, όμως την περιοχή της πόλης του Μόντρεαλ και όχι του Κεμπέκ. Παρουσιάζει ακόμη το βιογραφικό του καθώς και έγγραφα που βεβαιώνουν την ενασχόλησή του με διεθνή ανθρωπιστικά έργα και φωτογραφίες του με διάφορες προσωπικότητες. Δεν παρουσιάζει, όμως, φωτογραφίες από την καθημερινή του δράση και στο σημείο αυτό ο κατηγορούμενος απαντά ότι οι διασημότητες φωτογραφίζονται ευκολότερα από την ανθρώπινη μιζέρια

Τη μέρα που είχε ορισθεί, αρχικά, για την ακρόαση, ο κατηγορούμενος κατέθεσε πρόσθετα στοιχεία ως προς το ότι υποφέρει από διαβήτη εδώ και 9 χρόνια πράγμα που δημιουργεί προβλήματα στη στύση. Τα φάρμακα δεν τον βοήθησαν και τελικά ένας γιατρός του έδωσε ενέσεις που λειτουργούν δύο στις τρεις φορές και τις οποίες κάνει εδώ και 5 χρόνια. Στις 20/6/2007 ο κατηγορούμενος δεν έκανε την ένεση όπως έπρεπε άρα δεν μπορούσε να έχει στύση πράγμα που, κατ’ εκείνον αποκλείει να ζήτησε σεξουαλικές υπηρεσίες.

Η δικαστική απόφαση

Σύμφωνα με το δικαστή το αδίκημα της επικοινωνίας για σεξουαλικές υπηρεσίες που προβλέπει το άρθ. 213 1) c) Kαν.Π.Κ. περιλαμβάνει τρία στοιχεία:

Το δημόσιο χώρο ή χώρο ορατό από το κοινό

Μια συμπεριφορά ήτοι το να σταματήσεις κάποιον ή να επικοινωνήσεις μαζί του ή ακόμη να αποπειραθείς να προβείς σε κάποια από τις ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο και την ειδική πρόθεση [πρόκειται για αδίκημα ειδικού δόλου], στην περίπτωση κάποιου που επιδίδεται στην πορνεία να προβεί σε πορνική σχέση με τον «πελάτη» και στην περίπτωση ατόμου που δεν επιδίδεται στην πορνεία να έχει σεξουαλικές υπηρεσίες από κάποιον άλλο (R. c. Pake, (1995) 103 C.C.C. (3d) 524, par. 17 ss. (C.A. Alb.).

Ο δικαστής υιοθετεί την άποψη ότι στην περίπτωση ατόμου που δεν επιδίδεται στη πορνεία δεν είναι απαραίτητο το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται η επικοινωνία να εκδίδεται.

Η πρόθεση που λαμβάνεται υπόψιν είναι εκείνη του προσώπου που προβαίνει στην επικοινωνία και όχι εκείνου που τη δέχεται (Ruest c. La Reine, (1991) 67 C.C.C. (3d) 476 (C.A.Q.); Zandnowbari c. La Reine, R.J.P.Q. 1989-154 (C.S.).

Ο δικαστής εκτιμά ότι πράγματι ο κατηγορούμενος επικοινώνησε με την αστυνομικό όντας σε δημόσιο χώρο για να έχει σεξουαλικές υπηρεσίες επί πληρωμή. Το ζήτημα είναι αν είχε την ειδική πρόθεση που απαιτείται. Εκείνος το αρνείται ισχυριζόμενος ότι ήθελε να βοηθήσει την Κ πράγμα όμως που δεν πείθει το δικαστή και δεν δημιουργεί μια εύλογη αμφιβολία για την ενοχή του για τους ακόλουθους λόγους

Ο κατηγορούμενος λόγω της εμπειρίας του ως ανακριτής (ντετέκτιβ) και της μόρφωσής του δεν μπορεί να αγνοεί τι σήμαιναν τα λόγια που αντάλλαξε με την αστυνομικό. Άρα πρόκειται για επικοινωνία με στόχο την πορνεία. Παραδόξως αν και είχε συμπεράνει ότι δεν πρόκειται για πόρνη την προσεγγίζει ως τέτοια. Με την εμπειρία που ισχυρίζεται ότι έχει αν επρόκειτο για τοξικομανή ή διαταραγμένο άτομο η προσέγγιση έπρεπε να ήταν διαφορετική. Επιπρόσθετα ο κατηγορούμενος βγάζει το 20δόλαρο που αντιστοιχεί στην τιμή που του πρότεινε η Κ. Ο ισχυρισμός του ότι ήθελε έτσι να την κάνει να μιλήσει δεν φαίνεται αξιόπιστος. Ούτε και τα ότι το χαρτονόμισμα του γλίστρησε από τα χέρια μπορεί να γίνει πιστευτό. Το γεγονός ότι δεν βρέθηκε στο πάτωμα το νόμισμα αλλά μεταξύ πόρτας και καθίσματος αποδεικνύει ότι σκόπιμα το άφησε να «πέσει». Χωρίς σημασία για το δικαστή είναι το γεγονός ότι το αυτοκίνητο ήταν ορατό από το δρόμο ούτε και το ότι γνώριζε άτομα στην πόλη του Κεμπέκ που επιτελούσαν το ίδιο έργο. Η παρουσία εξάλλου του κατηγορούμενου σε ένα δρόμο της Κάτω Πόλης άσχετο με το δρομολόγιο που έπρεπε να διαλέξει για να πάει στο ξενοδοχείο του δημιουργεί απορίες. Το στοιχείο της προηγούμενης καλής «συμπεριφοράς» είναι ο ίδιος που το προβάλλει και, σύμφωνα με το δικαστή, έχει πολύ λίγο βάρος σε παρόμοιες περιπτώσεις αφού, γενικά, οι πράξεις πορνείας τελούνται σε ιδιωτικούς χώρους μακριά από τα βλέμματα του κόσμου, Όσον αφορά το επιχείρημα του ιατρικού προβλήματος που παρουσιάζει ο κατηγορούμενος δεν έχει τις γνώσεις για να αποφανθεί και όφειλε να έχει παρουσιάσει εμπειρογνώμονα. Εξάλλου, η στύση και η εκσπερμάτωση δεν είναι απαραίτητες για να υπάρξουν σεξουαλικές υπηρεσίες. Επομένως οι «απίθανες» εξηγήσεις που έδωσε ο κατηγορούμενος δεν είναι ικανές να δημιουργήσουν μια εύλογη αμφιβολία ως προς την ειδική πρόθεση που απαιτεί το άρθρο 213 κι ο κατηγορούμενος κρίνεται ένοχος.

Σχόλια

Νέα προσπάθεια του Ποινικού Δικαίου να επιβάλλει την κοινωνική «ηθική»

Το 1978, σε μια προσπάθεια του Καναδά να πατάξει την πορνεία του πεζοδρομίου με ό,τι αυτό συνεπάγεται (οχλήσεις για τους περιοίκους, κινδύνους για τη δημόσια υγεία κοκ), το Ανώτατο Δικαστήριο του Καναδά είχε βάλλει ένα φρένο στις διώξεις εκδιδομένων με την υπόθεση Hutt, απαιτώντας η προσέγγιση (το «ψάρεμα») από την πλευρά της πόρνης να είναι «πιεστικό και επίμονο» (pressing and persistent). Η απάντηση του Καναδού Νομοθέτη ήλθε το 1983 όταν μέσα στο σύνολο των μεταρρυθμίσεων που αφορούσαν τα σεξουαλικά αδικήματα θέλησε να ποινικοποιήσει και τη συμπεριφορά του πελάτη θεωρώντας, υπό την πίεση των φεμινιστικών κινημάτων κυρίως, ότι ο κύριος υπεύθυνος για τη διαιώνιση του φαινομένου είναι ο πελάτης και όχι η εκδιδόμενη. Το αδίκημα δεν είναι σοβαρό αφού δικάζεται με τη συνοπτική διαδικασία ( summary conviction), Όμως το στίγμα της ποινικής καταδίκης είναι σημαντικός παράγων για άτομα που μπορεί να είναι «ευυπόληπτα» ή υπεράνω υποψίας.

Το ότι ο δικαστής, στην περίπτωση που ο/η αποδέκτης της πρόσκλησης δεν εκδίδεται αρκείται στην πρόθεση του κατηγορούμενου να επιτύχει σεξουαλικές υπηρεσίες από κάποιον άσχετα αν εκδίδεται ή όχι, δημιουργεί προβλήματα. Φαίνεται λοιπόν να ποινικοποιείται το απλό γεγονός ότι ζητά κάποιος από κάποιον άλλο σεξουαλικές υπηρεσίες. Η πρόθεση όμως του νομοθέτη ήταν να ποινικοποιήσει τη συμπεριφορά του πελάτη «πόρνης»

  1. (1) Est coupable d’une infraction punissable sur déclaration de culpabilité par procédure sommaire quiconque, dans un endroit soit public soit situé à la vue du public et dans le but de se livrer à la prostitution ou de retenir les services sexuels d’une personne qui s’y livre : a) soit arrête ou tente d’arrêter un véhicule à moteur; b) soit gêne la circulation des piétons ou des véhicules, ou l’entrée ou la sortie d’un lieu contigu à cet endroit; c) soit arrête ou tente d’arrêter une personne ou, de quelque manière que ce soit, communique ou tente de communiquer avec elle.
  2. Εκμετάλλευση πόρνης[4]

Ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε την ενοχή του για το ότι μεταξύ 1999 και 2005 ζούσε από τα χρήματα του κυκλώματος πορνείας που είχε οργανώσει, για το ότι βρέθηκαν στην κατοχή του 87.000 δολ. προϊόντα της εκμετάλλευσης του κυκλώματος, για το ότι είχε στην κατοχή του 2.1 γρ. κοκαΐνη και είχε στην κατοχή του παράνομα δυο πυροβόλα όπλα.

Η εισαγγελία ισχυρίζεται ότι για έξι χρόνια εκμεταλλεύθηκε ένα σημαντικό δίκτυο πορνείας αποκομίζοντας μεγάλα κέρδη.

Από την πλευρά του, ο κατηγορούμενος υποστηρίζει ότι με αφέλεια και αγνοώντας τη σχετική νομοθεσία λειτούργησε ένα μικρό κύκλωμα γυναικείας πορνείας που του απέφερε ισχνά κέρδη και ενίοτε χρηματικές ζημιές.

Τα στοιχεία που παρουσίασε η εισαγγελία

Tο Σεπτέμβριο του 2004 η λοχαγός-ντετέκτιβ ΝΛ της ομάδας δίωξης ναρκωτικών και εγκλημάτων κατά των ηθών της Αστυνομίας της πόλης του Κεμπέκ, μετά από μια καταγγελία και πληροφορίες, ανέλαβε μια μεγάλη έρευνα για ένα σημαντικό δίκτυο πορνείας που λειτουργούσε για πολλά χρόνια στην περιοχή του Κεμπέκ. Τα αποδεικτικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι μεταξύ 1999 και 2005 ο κατηγορούμενος που χρησιμοποιούσε το όνομα “Roberto”, πλήρωνε για τη δημοσίευση μικρής αγγελίας στην εφημερίδα του Κεμπέκ, σε τακτική βάση , στη σελίδα που αφορούσε τις υπηρεσίες «συνοδείας», όπου προσφέρονταν οι σεξουαλικές υπηρεσίες που περιγράφονταν ως ακολούθως «κορίτσια, αγόρια, τραβεστί, Αφρικανές, ζευγάρια, μεγάλη επιλογή, 24 ώρες» και αναφέρονταν ο αριθμός τηλεφώνου που αντιστοιχούσε με τη γραμμή που χρησιμοποιούσε ο κατηγορούμενος για τη λειτουργία του δικτύου πορνείας. Σε άλλο σημείο της εφημερίδας δημοσίευε αγγελίες για τη στρατολόγηση «εργατριών του σεξ», τονίζοντας το σημείο ότι πρόσφερε καλλίτερους όρους εργασίας απ’ ότι άλλοι. Η ανάλυση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του κατηγορούμενου έδειξε ότι για 60 μέρες μόνο, το Δεκ. του 2004 και τον Ιανουάριο του 2005 υπήρξαν 21.211 επικοινωνίες μεταξύ του ίδιου, που απαντά προσωπικά στον αριθμό τηλ. που δίνονταν στην αγγελία, και τους πελάτες, δυο σοφέρ, 10 εκδιδόμενες/ους, άνδρες και γυναίκες λευκούς και μαύρους, 49 ξενοδοχεία εκ των οποίων 4 βρίσκονταν στη Λεωφόρο Η, όπου προσφέρονται ενοικιάσεις Α μικρής διάρκειας.

Μετά την εξάρθρωση του δικτύου το Μάρτιο του 2005 οι ανακριτές συνέδεσαν 3-4 ακόμη εκδιδόμενα άτομα που δούλευαν για τον κατηγορούμενο το ίδιο διάστημα. Σύμφωνα με την ανακρίτρια ΝΛ, που έχει 15 χρόνια εμπειρία στο χώρο, 21.211 τηλεφωνικές επικοινωνίες σε 60 μέρες, πράγμα που αντιστοιχεί με 350 κλήσεις την ημέρα «… δεν έχει ξαναγίνει» και θα προσθέσει μάλιστα ότι «ακόμη και οι μηχανόβιοι δεν το κάνουν αυτό». Μπροστά στην έκταση ενός τέτοιου δικτύου η αστυνομία αποφάσισε να αναλάβει μεγάλη έρευνα με πολλά μέσα για να το εξαρθρώσει. Κατά τη σύλληψή του, ο κατηγορούμενος είχε στην κατοχή του 53 δελτία με περιγραφές εκδιδομένων ατόμων εκ των οποίων τα 27 ήταν στην άμεση κατοχή του . Στα δελτία υπήρχαν το όνομα, οι διευθύνσεις, το «παρατσούκλι», οι διαστάσεις- ακόμη και του πέους- , το χρώμα των μαλλιών και των ματιών, η φυλή και οι σεξουαλικές υπηρεσίες που πρόσφεραν.

Η Εισαγγελία κατέδειξε τον τρόπο λειτουργίας αυτού του κυκλώματος καθώς και τη συμμετοχή του κατηγορούμενου στις καθημερινές δραστηριότητες και το ρόλο του ως προαγωγού με βάση τις εκθέσεις ων διπλών πρακτόρων , αυτών που παρακολουθούσαν τον κατηγορούμενο για 16 μέρες και τις καταθέσεις δύο κοριτσιών που εκδόθηκαν για λογαριασμό του αυτή την περίοδο.

Συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος ρυθμίζει τα ραντεβού στέλνει τους σοφέρ και επικοινωνεί με τις κοπέλες και τους πελάτες. Η ταρίφα ποικίλλει μεταξύ 120 και 200 δολ. κατά μέσο όρο ανάλογα με τις υπηρεσίες και τις μετακινήσεις. Ο οδηγός κρατά 20 δολ. και τα υπόλοιπα μοιράζονται στα δύο μεταξύ εκδιδόμενου ατόμου και κατηγορούμενου. Σύμφωνα με μια κοπέλα κέρδιζε, κατά μέσο όρο, 300 δολ. την εβδομάδα για 5-6 σεξουαλικές υπηρεσίες.. Οι αποδείξεις που κατασχέθηκαν από την εφημερίδα δείχνουν ότι ο κατηγορούμενος πλήρωσε γύρω στις 200.000 δολ. μετρητά για τη δημοσίευση των αγγελιών αυτό το διάστημα. Στα έξοδα αυτά πρέπει να προστεθούν τα ποσά για τα τηλέφωνα, τα αυτοκίνητα και τις μετακινήσεις. Τα στοιχεία από τις τραπεζικές καταθέσεις του κατηγορούμενου δείχνουν μεταφορά πολλών χιλιάδων δολ. σε ρευστά, στη σύζυγό του καθώς και την πληρωμή 97.000 δολ. για την υποθήκη ενός κτιρίου που αγόρασε. Επιπρόσθετα την ημέρα της έρευνας στο σπίτι του, η αστυνομία βρήκε 86.980 δολ. σε ρευστά, ένα αυτοκίνητο πολυτελείας Lincoln, 2,1 γρ. κοκαΐνη και δύο πυροβόλα όπλα και όλα αυτά κατασχέθηκαν. Τελικά, ο δικαστής με βάση τα στοιχεία, εκτιμά ότι κατηγορούμενος κέρδιζε το χρόνο 200.000 με 250.000 δολ. από τις παράνομες του δραστηριότητες και την εκμετάλλευση του κυκλώματος πορνείας.

Από την πλευρά της η υπεράσπιση παρουσιάζει τα ακόλουθα στοιχεία. Ο κατηγορούμενος είναι 64 χρόνων χωρίς ποινικό μητρώο. Ξεκίνησε την «επιχείρησή του το 1977 μετά από μια χρεωκοπία και μετά από την προτροπή μιας «δεσποινίδας» της οποία όμως , παρά την ανάκριση, ισχυρίζεται ότι αγνοεί το όνομα μιας και την είχε συναντήσει τυχαία σ’ ένα μπαρ και της είχε προτείνει να ξεκινήσουν μαζί ένα κύκλωμα πορνείας. Εξάλλου επιμένει ότι δεν είναι κάποιος που συχνάζει στα μπαρ. Διευκρινίζει ότι, στη συνέχεια, αφού πήρε την θετική απάντηση ως προς τη νομιμότητα της επιχείρησης από δυο υπαλλήλους της εφορίας τόσο ομοσπονδιακής όσο και επαρχιακής ξεκίνησε με καλή πίστη το πρακτορείο «συνοδείας» του οποίου δηλώνει τα εισοδήματα ως αυτόνομος επαγγελματίας όπως δηλώνει στη φορολογική του δήλωση. Καταθέτει, επίσης, ότι μόνο 5-6 κοπέλες δούλευαν για λογαριασμό του που η κάθε μια χρησιμοποιούσε 10-12 διαφορετικά ονόματα και κρατούσε διαφορετικά δελτία για κάθε μια. Δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει, με ακρίβεια, τα εισοδήματα από αυτή την επιχείρηση. Ενίοτε περνούσαν πέντε μέρες χωρίς τηλεφώνημα ενώ έπρεπε να πληρώνει τις αγγελίες .Επιμένει σε ορισμένα χαρακτηριστικά που είχαν οι δραστηριότητές του. Δεν υπήρχε εμπορία ναρκωτικών, δεν υπήρχε μοτέλ νοικιασμένο από το πρακτορείο, δεν υπήρχε κακομεταχείριση απέναντι στα εκδιδόμενα άτομα, δεν ήταν υποχρεωμένα να εκδίδονται ούτε τα παρότρυνε κάποιος να εκπορνευθούν, είχαν καλές συνθήκες εργασίας καθώς και απολαβές και τέλος δεν υπήρχαν ανήλικες ούτε χώρος συγκέντρωσης. Αυτά που ισχυρίζεται ο κατηγορούμενος τα επιβεβαιώνει και μια εκδιδόμενη που κατέθεσε και είχε δουλέψει μαζί του για χρόνια.

Η κόρη του κατηγορούμενου που κατέθεσε στο δικαστήριο ανέφερε ότι ο πατέρας της επηρεάστηκε πάρα πολύ από τη σύλληψη και την αρνητική επίδραση στη φήμη του που ήλθε σαν συνέπεια. Είναι ένας καλός πατέρας και ήλθε πιο κοντά στα παιδιά και τα εγγόνια του μετά από τις δικαστικές διαδικασίες χωρίς να υπάρχει, πλέον, κίνδυνος υποτροπής.

Στην έκθεση για την επιβολή της ποινής, ο αξιωματικός επιτήρησης αναφέρει, καταρχάς, ότι είναι απίθανο να λειτούργησε ο κατηγορούμενος ένα τόσο σημαντικό κύκλωμα χωρίς να συνειδητοποιήσει τον παράνομο χαρακτήρα του. Παρόλα αυτά υιοθετεί μια αμφιλεγόμενη συμπεριφορά. Προσπαθώντας να μειώσει την ευθύνη του εμφανίζει τον εαυτό του ως θύμα του μηχανισμού της Δικαιοσύνης δείχνοντας πολύ μικρή κοινωνική υπευθυνότητα. Παρόλα αυτά συνεργάστηκε πλήρως για την προετοιμασία της έκθεσης. Δεν παρουσιάζει εγκληματική ή αντικοινωνική συμπεριφορά και η δράση του εντάσσεται μέσα στο γενικότερο πλαίσιο κοινωνικών αξιών επηρεασμένη από μια ηθική «λειτουργική». Διαθέτει ένα δυναμικό για επιχειρήσεις και άρχισε ήδη να ασχολείται στην αγορά εργασίας πράγμα που του εξασφαλίζει ένα επαρκές εισόδημα ενώ ταυτόχρονα παραμένει ένας καλός οικογενειάρχης διατηρώντας δεσμούς με τα παιδιά και τα εγγόνια του. Τέλος ο κίνδυνος υποτροπής είναι μικρός.

Η δικαστική κρίση

Ο δικαστής δεν πιστεύει τον κατηγορούμενο ούτε κατάφερε να του δημιουργήσει μια εύλογη αμφιβολία. Καταρχάς η κατάθεση του υπήρξε ασαφής, απίθανη και αντιφατική. Τα στοιχεία εξάλλου είναι συντριπτικά ως προς το μέγεθος της επιχείρησής του. Ούτε μπορεί και εκείνος να πιστέψει ότι έδρασε από αφέλεια.. Ως προς τις ελαφρυντικές περιστάσεις που αναφέρει ο συνήγορος του κατηγορούμενου ο δικαστής περιορίζεται να απαντήσει ότι στα μάτια του νόμου δεν υπάρχει «καλός προαγωγός» Ακόμη και αν η πορνεία δεν αποτελεί αδίκημα όταν ασκείται ατομικά, η προαγωγεία, ήτοι το να ζει κάποιος εν όλω ή εν μέρει από τα χρήματα που αποφέρει η εκπόρνευση ενός άλλου προσώπου αποτελεί αδίκημα για το οποίο ο Καναδός νομοθέτης προβλέπει μέγιστη ποινή 10 χρόνων κάθειρξη. (άρθ. 212 (1) (j) Καν.Π.Κ. Το ότι αποδέχθηκε την ενοχή του δεν σημαίνει και πολλά πράγματα αφού υποβαθμίζει τη σημασία της πράξης του μη έχοντας συνειδητοποιήσει πραγματικά τη σημασία της . Η απουσία ποινικού μητρώου δεν μπορεί να ληφθεί υπόψιν αφού η συμπεριφορά του αυτή κράτησε 6 χρόνια. Μένουν, λοιπόν, ως ελαφρυντικοί παράγοντες η σταθερή εργασία, ο χαμηλός κίνδυνος υποτροπής κυρίως λόγω της προχωρημένης ηλικίας, ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της δικαστικής διαδικασίας και οι συναισθηματικοί δεσμοί με την οικογένειά του που διευκολύνουν την κοινωνική επανένταξη του κατηγορούμενου.

Ως προς τους επιβαρυντικούς παράγοντες ο δικαστής υπογραμμίζει την απουσία αυθορμητισμού, τη μη συνειδητοποίηση της βαρύτητας της πράξης, τον προμελετημένο σχεδιασμό, και τη διάρκεια. Εν κατακλείδι ο κατηγορούμενος για 6 χρόνια καρπώθηκε τα κέρδη μιας εγκληματικής δραστηριότητας που είχε ο ίδιος σχεδιάσει και μελετήσει προσεκτικά.

Αφού αναφέρει ο δικαστής τις παραμέτρους που πρέπει να λάβει υπόψιν του βάσει της καναδικής νομοθεσίας για την επιβολή της ποινής υπογραμμίζει ότι ο σεξουαλικός χαρακτήρας των πράξεων που περιλαμβάνει η προαγωγεία κινδυνεύει να προκαλέσει κάποια σύγχυση ως προς τους λόγους επιβολής μιας ποινής σε παρόμοιες περιπτώσεις πράγμα που ζητά από το δικαστήριο να αποσαφηνίσει τη διάκριση μεταξύ ηθικής ευθύνης στο ποινικό δίκαιο και θρησκευτικής ηθικής. Στην υπόθεση Labaye{πρόκειται για την υπόθεση που επέτρεψε ουσιαστικά τη λειτουργία των κλαμπ για «ομαδικό σεξ»} το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι η ποινική ευθύνη δεν στηρίζεται στις προσωπικές αντιλήψεις του καθενός ούτε στις, συνταγματικά κατοχυρωμένες, θρησκευτικές πεποιθήσεις αλλά αναφέρεται στην παραβίαση κοινών αξιών τις οποίες ενστερνίσθηκε το σύνολο της καναδικής κοινωνίας μέσα από τα κείμενα του Συντάγματος και του Ποινικού Κώδικα. Για να επιβληθεί μια ποινή βάσει του ποινικού δικαίου, ο κατηγορούμενος πρέπει να έχει προσβάλλει αυτές τις κοινωνικές αξίες που έχουν αναγνωρισθεί επίσημα. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η καταδίκη κάποιου που πρόσβαλλε τις αξίες ορισμένων ατόμων ή ομάδων.

Μια προσεκτική εξέταση των υποθέσεων όπου επιβλήθηκαν ποινές για προαγωγεία δείχνει ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάλογα με τις περιπτώσεις. Πάντως, η καναδική νομολογία θεωρεί την προαγωγεία ως σοβαρό αδίκημα για το οποίο, καταρχάς, πρέπει να επιβληθεί ποινή κάθειρξης. Τα δικαστήρια πρέπει να δώσουν έμφαση στην καταγγελία της πράξης και την αποτροπή, ιδίως όταν πρόκειται για εκτεταμένη εμπορική επιχείρηση και άσχετα από την μη ύπαρξη ποινικού μητρώου ή άλλων επιβαρυντικών παραγόντων.

Εν προκειμένω ο δικαστής εκτιμά ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στην αποδοκιμασία και καταγγελία της πράξης καθώς και στην αποτροπή χωρίς βέβαια να παραμερισθεί ο παράγοντας τα κοινωνικής επανένταξης. Για όλους αυτούς τους λόγους δεν μπορεί να δεχθεί την πρόταση της υπεράσπισης για αναστολή η για έκτιση της ποινής στην κοινότητα και επιβάλλει ποινή φυλάκισης 2 χρόνων.

Σχόλια

Όταν είσαι μόνος σε ένα ξενοδοχείο μακριά από την οικογένειά σου, ο πειρασμός να σχηματίσεις στο καντράν το τηλέφωνο ενός γραφείου «συνοδείας» είναι μεγάλος. Οι αγγελίες υπάρχουν άφθονες και «διακριτικά» προκλητικές σε σπιρτόκουτα ή στον κατάλογο του ξενοδοχείου στο κομοδίνο δίπλα στο κρεβάτι. Οι λόγοι που σε σπρώχνουν να το κάνεις είναι πολλοί. Ο φόβος της μοναξιάς, η έλξη του απαγορευμένου, του αγνώστου και της περιπέτειας χωρίς αναγκαστικά να αποζητάς σεξουαλικές υπηρεσίες. Το αν θα το κάνεις τελικά εξαρτάται από τις ηθικές σου αντιστάσεις. Όμως για να υπάρξουν αυτά τα γραφεία χρειάζεται να υπάρχουν και οι «επιχειρηματίες» που θα λειτουργήσουν αυτές τις επιχειρήσεις. Πού χαράζει τα όρια μεταξύ νόμιμου και παράνομου η σημερινή υπερκαταναλωτική κοινωνία μας μόνο η Πυθία μπορεί να το προβλέψει με κριτήριο πάντοτε το χρηματικό κέρδος και επικάλυψη ή πρόφαση τις κοινωνικές και ηθικές αξίες.

Η παρούσα υπόθεση ενέχει ορισμένες ιδιαιτερότητες. Καταρχάς δεν πρόκειται για «κλασσικό» προαγωγό ο οποίος είναι, συχνά μέλος του υποκόσμου, κακομεταχειρίζεται την/τις κοπέλα/λες αποτελώντας ένα βασικό κρίκο στην αλυσίδα α΄ του trafficking Πρόκειται για έναν οικογενειάρχη 60 χρόνων ο οποίος μετά από μια εμπορική χρεωκοπία σκέφτηκε (αφελώς η όχι δεν ενδιαφέρει) ότι μέσα στην καταναλωτική κοινωνία που ζούμε και δεδομένου ότι η «ιδιωτικού χαρακτήρα» πορνεία δεν απαγορεύεται θ α μπορούσε να λειτουργήσει ένα γραφείο «συνοδείας» όπως άλλοι επιχειρηματίες εκμεταλλεύονται τα μπαρ με γυμνές χορεύτριες όπου οι κοπέλες προσφέρουν νόμιμα τις ίδιες σεξουαλικές υπηρεσίες κάτω από πολύ χειρότερες συνθήκες από ότι εν προκειμένω. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο κατηγορούμενος φρόντιζε για την ασφάλεια και τις συνθήκες εργασίας αυτών που δούλευαν για λογαριασμό του. Ένας δικός του σοφέρ τις οδηγούσε σε συγκεκριμένο ξενοδοχείο και τα «έσοδα» μοιράζονταν. Οι κοπέλες όλες ενήλικες δούλευαν με τη θέλησή τους Ποιος λοιπόν είναι ο λόγος της επιβολής ποινής εγκλεισμού σε έναν «σύγχρονου» επιχειρηματία που εκμεταλλεύεται τις ¨δυνατότητες» που του προσφέρει ένα νομικό σύστημα που έχει μεγάλες δυσκολίες να προσδιορίσει  τι είναι νόμιμο και τι παράνομο σε ένα χώρο όπου η κοινωνική ηθική εμπλέκεται με το Δίκαιο. Δεδομένου ότι από αυτά που αναφέρθηκαν φαίνεται ότι η υπόθεση ξεκίνησε μετά από καταγγελία ίσως κάποιος επαγγελματικός «αντίζηλος» δεν έβλεπε με καλό μάτι τα κέρδη που έκανε ο κατηγορούμενος από την επιχείρησή του και προέβη στην καταγγελία. Είναι σίγουρο ότι στα περιβάλλοντα αυτά (και όχι μόνον) ο ανταγωνισμός δεν γίνεται με βάση τους κανόνες του fair play. Πολλές φορές μάλιστα το δίκαιο και ιδιαίτερα το ποινικό αποτελεί έναν ισχυρό σύμμαχο για να βγουν από τη μέση ορισμένοι που αποτέλεσαν αντικείμενο φθόνου.

Πρόσφατα ο Σύλλογος για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των «εργατριών του σεξ» του Βανκούβερ καθώς και η Κα Ε με 30 χρόνια εργασίας και εμπειρίας στο χώρο ζήτησαν από τα καναδικά δικαστήρια να αναγνωρίσουν ότι έχουν έννομο συμφέρον για να προσβάλλουν ως αντισυνταγματικά όλα τα άρθρα του Καναδικού Ποινικού Κώδικα που αναφέρονται στην πορνεία μεταξύ αυτών και το άρθρο που μας απασχόλησε παραπάνω ως αντιβαίνοντα σε βασικές διατάξεις του Χάρτη Δικαιωμάτων (Συντάγματος) του Καναδά. Το Ανώτατο Δικαστήριο τους δικαίωσε [Canada (Procureur général) c. Downtown Eastside Sex Workers United Against Violence Society 2012] 2 R.C.S. 524]. . Είναι, λοιπόν, πιθανό σύντομα να κριθούν τα άρθρα αντισυνταγματικά και, ουσιαστικά, να καταργηθούν και να ανοίξει ο δρόμος και για τον Καναδά για τη νομιμοποίηση της πορνείας ως ελεύθερου επαγγέλματος.

Αυτό συνέβη πράγματι με την υπόθεση Bedford που, όμως, δεν νομίζουμε ότι επιλύει ουσιαστικά το πρόβλημα.

 

Επίμετρο

Καταργητικό, απαγορευτικό και διακανονιστικό είναι τα τρία συστήματα που συγκρούονται για τη ρύθμιση της πορνείας. Κάθε σύστημα ακολουθείται από το δικό του (συχνά φανατισμένο) κοινό. Το πρόβλημα δυστυχώς είναι πολυσύνθετο και περίπλοκο. Μπερδεύεται με στερεότυπα που αφορούν την έννοια του ‘ανδρισμού’ της σεξουαλικότητας τη χρήση βίας για την επιβολή καθώς και το ρόλο των δυο φύλων.

* Ομότιμος Καθηγητής Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου.

  1. Βλ. Ενδεικτικά τις υποθέσεις του Καναδικού Ανωτάτου Δικαστηρίου Ηutt v. R [1978] 2 SCR 476 με ανάλυση στο Α. Μαγγανάς, Θέματα Εγκληματολογίας και Ποινικού Δικαίου, Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη 1999, R.v. Skinner [1990] 1 SCR 476 R.v. Downey [1992] 2 SCR 1001 με ανάλυση στο Α. Μαγγανάς, Το εγκληματικό Φαινόμενο στην πράξη Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη 2004 και R. v. Labaye, [2005] 3 SCR 728 με ανάλυση στο Α. Μαγγανάς, Ιδιαίτερα ζητήματα Ποινικού Δικαίου και Ποινικής Δικονομίας.
  2. R. Derisca, CQ 28é2011, no 500-01-021141-0
  3. R. c. Gagne, Cour Municipale (Δημοτικό Δικαστήριο της πόλης του Κεμπέκ), 20/8/2009, Νο 20070548.
  4. R. c Giguere, C Q, 2/5/08, no 2008 QCCQ 3113