Παραβατικότητα ανηλίκων, ποινική δικαιοσύνη ανηλίκων και κρίση

ΖΗΣΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

 Παραβατικότητα ανηλίκων,

ποινική δικαιοσύνη ανηλίκων και κρίση

 

Ζησης Κωνσταντινου*

 

Ι) ΕΙΣΑΓΩΓΗ[1]

1.- Στη Nομική Επιστήμη «παραβατική» χαρακτηρίζεται η μη κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά, που αντιβαίνει σε νομικό-ποινικό κανόνα. Όμως, η γενική έννοια της παραβατικότητας δεν συμπίπτει με εκείνη της παραβατικότητας των ανηλίκων: Για να θεωρηθεί ο ανήλικος ως «παραβάτης» θα πρέπει να έχει προβεί σε ενέργειες ή παραλείψεις, που αποτελούν «νομική παράβαση και συνεπάγονται σύλληψη και προσαγωγή του στο Δικαστήριο Ανηλίκων»[2]. Μόνον όταν έχει σχηματισθεί ποινική δικογραφία σε βάρος του ανηλίκου και εφόσον οδηγηθεί από τις αρμόδιες αρχές ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, τότε θεωρείται παραβάτης, ενώ οι υπόλοιποι που κατηγορούνται για πταίσματα και δεν τους επιβάλλεται ποινή, δεν μπορούν να θεωρηθούν παραβάτες.-

2.- Η «παραβατικότητα» και η «εγκληματικότητα» είναι δύο έννοιες που φέρονται ως ταυτόσημες. Στην ουσία, όμως, υπάρχει μεταξύ τους μία ποιοτική διαφορά και αυτό γίνεται φανερότερο όταν αναφερόμαστε σε παραβατικότητα ανηλίκων. Ο όρος «παραβάτης» δεν περιέχει κατ’ ανάγκη καταλογισμό και δεν έχει αρνητικό πρόσημο σε σχέση με τον όρο «εγκληματίας». Εξάλλου, «…από ετών στα διεθνή ή διακρατικά κείμενα, π.χ. του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο όρος «παραβατικότητα» (delinquency) θεωρείται περίπου αυτονόητος για ανηλίκους, αντί του όρου «εγκληματικότητα». Και ακόμη, οι ίδιες οι αξιόποινες πράξεις των ανηλίκων δεν μπορούν ποτέ να έχουν, κατά το Ελληνικό Δίκαιο (α. 18 ΠΚ), τον χαρακτήρα κακουργήματος, έχουν μόνο χαρακτήρα πλημμελήματος…»[3].-

3.- Με την αντικατάσταση του όρου «ανήλικοι εγκληματίες» του κεφαλαίου Θ! του Ποινικού Κώδικα (άρθρο 121 ΠΚ), με τον πιο δόκιμο «Ειδικές διατάξεις για ανηλίκους» (άρθρο 1 του Ν. 3189/2003), αποφεύγεται ο στιγματισμός ενός νέου με τον χαρακτηρισμό του ως εγκληματία. Η ορολογία αυτή αποτελούσε «απαξιωτικό χαρακτηρισμό που δεν συνάδει με τη φιλοσοφία που πρέπει να διέπει το Δίκαιο Ανηλίκων, το οποίο είναι πρωτίστως δίκαιο προστασίας και πρόληψης και όχι καταστολής και στιγματισμού»[4].-

ΙΙ) ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ

4.- Μία σειρά παραγόντων που συμβάλλουν στο γενικό πλαίσιο της παραβατικής συμπεριφοράς των ανηλίκων και της τροφοδότησης της βίας εκ μέρους τους, μας υποδεικνύει η Διεύθυνση Ασφαλείας Αττικής: Η επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος, η αλλαγή των οικονομικών και κοινωνικών  συνθηκών στην Ελλάδα, ιδίως κατά την τελευταία δεκαετία, το οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο για την ανάπτυξη και διάδοση προβληματικών καταστάσεων που εμπλέκουν νέους. Άλλωστε, είναι «…ευνόητες οι συνέπειες που μπορεί να έχει ένας τόσο υψηλός δείκτης ανεργίας στον καθένα, αλλ΄ ιδίως στους νέους και τις νέες, που μπαίνουν με ορμητικότητα και όρεξη στον αγώνα της ζωής, γι’ αυτό άλλωστε και η ανεργία αξιολογείται σταθερά τα τελευταία χρόνια σε δημοσκοπήσεις ως το κορυφαίο πρόβλημα της χώρας»[5]. Το νεαρό της ηλικίας τους, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η εν γένει προσωπικότητά τους τελεί υπό διαμόρφωση, μας οδηγεί στο πόρισμα ότι η συμπεριφορά των ανηλίκων επηρεάζεται, χωρίς αμφιβολία, από παράγοντες, όπως είναι η οικογένεια και το σχολείο. Εξάλλου, σημαντικοί παράγοντες «…για τον βαθμό αυτοσυγκράτησης απέναντι στην παραβατικότητα αναδεικνύονται, έτσι, για τον έφηβο οι σχέσεις του με την οικογένεια και με το σχολείο, το είδος των συνομιλήκων που συναναστρέφεται και η γενικότερη στάση του απέναντι στη ζωή, σε συνδυασμό και με την εικόνα που έχει ο ίδιος για τον εαυτό του…»[6]. Όταν, λοιπόν, στα πλαίσια των άμεσων διαπροσωπικών σχέσεων του ανηλίκου εκδηλώνονται μορφές βίας, είναι αυξημένη η πιθανότητα να εμφανίσει παρεκκλίνουσα συμπεριφορά.-

5.- Από κοινωνικές έρευνες της ΥΕΑ (Υπηρεσίας Επιμελητών Ανηλίκων) και από τηρούμενα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, προκύπτει ποια είναι τα κυριότερα χαρακτηριστικά των ανηλίκων δραστών: Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανηλίκων παραβατών είναι αγόρια και η κρίσιμη ηλικία κατά την οποία παρεκκλίνουν από το νόμο είναι μεταξύ του δέκατου τρίτου (13ου) έως και του δέκατου έβδομου (17ου) έτους της ηλικίας τους. Προέρχονται κυρίως από μικροαστικές τάξεις και αντιμετωπίζουν οικονομικά και, πολλές φορές, και ψυχικά προβλήματα. Η πλειοψηφία φέρεται να έχει ολοκληρώσει με χαμηλή επίδοση τη βασική εκπαίδευση, ενώ μεγάλο ποσοστό την έχει διακόψει πριν την ολοκλήρωσή της, κυρίως προς ανεύρεση εργασίας.-

ΙII) ΟΡΙΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΑΝΗΛΙΚΟΤΗΤΑΣ

6.- Όσον αφορά στα όρια της ποινικής ανηλικότητας, κατά το άρθρο 1 του Ν. 3189/2003, με το οποίο αντικαταστάθηκε το άρθρο 121 παρ. 1 ΠΚ, ως «ανήλικοι» ορίζονται «αυτοί που κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης έχουν ηλικία μεταξύ του όγδοου και του δέκατου όγδοου έτους της ηλικίας τους συμπληρωμένων». Η νέα αυτή διάταξη καταργεί τη διάκριση μεταξύ «παιδιών» και «εφήβων», όπως προέβλεπε το προϊσχύσαν άρθρο 121 παρ. 1 εδ. β! ΠΚ. Η κατάργηση του διαχωρισμού αυτού κρίθηκε αναγκαία, διότι, πρώτον, κατά την Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, «παιδί» θεωρείται    «κάθε ανθρώπινο ον κάτω των δεκαοκτώ ετών» και, δεύτερον, «σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εξελικτικής ψυχολογίας, η ωρίμανση (σωματική, ψυχική, διανοητική) είναι εξατομικευμένη διαδικασία και επομένως η εφηβεία δεν αρχίζει για όλους ανεξαιρέτως από μία συγκεκριμένη ηλικία (αγόρια/κορίτσια, κάτοικοι αστικών/αγροτικών περιοχών, ημεδαποί/αλλοδαποί κλπ)»[7].-

7.- Κρίσιμο στοιχείο της ποινικής ανηλικότητας είναι ο χρόνος τέλεσης της πράξης και δεν έχει σημασία πότε επήλθε το αποτέλεσμα ή πότε έγινε γνωστή η πράξη. Δηλαδή, ο ανήλικος απασχολεί το Ποινικό Δίκαιο, εφόσον τελέσει την πράξη μετά την συμπλήρωση του όγδοου και μέχρι την συμπλήρωση του δέκατου όγδοου έτους της ηλικίας του.-

8.- Οι ανήλικοι δράστες αξιόποινων πράξεων υποβάλλονται σε αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα ή σε ποινικό σωφρονισμό. «Το εκάστοτε ισχύον όριο της ανηλικότητας συνεπάγεται διαφοροποίηση στην ποινική μεταχείριση του δράστη» (ΜΟΔ Χαλκ 90-92/2004, ΠοινΔικ 2005/841). Ο ποινικός νομοθέτης διακρίνει τους ανηλίκους σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με την ηλικία τους:

8.1.-  Α) Ανήλικοι ποινικώς αδιάφοροι (άρθρο 126 παρ. 1 ΠΚ) είναι όσοι έχουν ηλικία κάτω των οκτώ ετών (νήπια), οι οποίοι δεν τελούν καν αξιόποινη πράξη. Συνεπώς, δεν επιτρέπεται να υποβληθούν στα μέτρα του Ποινικού Κώδικα, αλλά αντιμετωπίζονται με αυτά του Αστικού Κώδικα, ιδίως σωφρονιστικά, από τους γονείς, κατ’ άρθρο 1518 ΑΚ.-

8.2.- Β) Ανήλικοι ποινικώς ανεύθυνοι είναι οι νεαροί που διανύουν από το όγδοο (8ο) έως και το δέκατο πέμπτο (15ο) έτος της ηλικίας τους. Το άρθρο 126 παρ. 1,2 ΠΚ όριζε ως ποινικά ανεύθυνους εκείνους που τέλεσαν αξιόποινη πράξη μεταξύ του όγδοου (8ου) και του δέκατου τρίτου (13ου) έτους της ηλικίας τους, ενώ, με την αντικατάσταση της παραπάνω διατάξεως του Ποινικού Κώδικα με το άρθρο 7 του Ν. 4322/2015, αυξάνεται το όριο ανηλικότητας στα δεκαπέντε έτη.-

8.3.- Γ) Ανήλικοι ποινικώς υπεύθυνοι θεωρούνταν, κατά το άρθρο 127 παρ. 1 ΠΚ, οι νεαροί που είχαν συμπληρώσει το δέκατο τρίτο (13ο) έτος της ηλικίας τους, ενώ το άρθρο 7 του νεαρού Ν. 4322/2015 ορίζει ποινικά υπεύθυνους τους ανηλίκους που διανύουν από το δέκατο πέμπτο (15ο) έως και το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας τους. Τεκμήριο μαχητό αποτελεί το ότι ο ανήλικος, που συμπλήρωσε το δέκατο πέμπτο (15ο) έτος, είναι ικανός για καταλογισμό, δηλαδή «ο καταλογισμός δεν αίρεται αυτοδικαίως με μόνη τη διαπίστωση της ηλικίας του. Κρίσιμο στοιχείο για την ικανότητα ή μη  για καταλογισμό είναι η αξιολόγηση της ωριμότητας του ανηλίκου από το αρμόδιο δικαστήριο»[8]. Οι νεαροί που ανήκουν σε αυτή την ηλικιακή κατηγορία είναι κατά κανόνα ποινικά ανεύθυνοι, αλλά μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να θεωρηθούν ποινικά υπεύθυνοι (περιορισμένη ποινική ανηλικότητα). Και στις δύο περιπτώσεις, το Δικαστήριο Ανηλίκων θα επιβάλει κάποιο από τα αναμορφωτικά ή  θεραπευτικά  μέτρα.   Αν, όμως,  ο  ανήλικος    κριθεί   ποινικά  υπεύθυνος,   ο νομοθέτης δίνει μεν το προβάδισμα στην υποβολή του στα παραπάνω μέτρα, αλλά και χρησιμοποιεί, ως έσχατο μέσο, τον ποινικό σωφρονισμό, τον οποίο επιβάλλει με τη μορφή του περιορισμού του ανηλίκου σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων. Την ποινή αυτή απαγγέλλει το Δικαστήριο με την απόφανση ότι ο ανήλικος «τέλεσε την πράξη», χωρίς, όμως, να τον κηρύσσει, τυπικά, «ένοχο» (ΑΠ 58/2010).-

9.- Οι παραβάτες που συμπλήρωσαν το δέκατο όγδοο (18ο) και όχι το εικοστό πρώτο (21ο) έτος της ηλικίας τους καλούνται «νεαροί ενήλικες», αντί του παλαιότερου όρου «εγκληματίες μετεφηβικής ηλικίας» και, προφανώς, δεν ανήκουν στους ποινικά ανηλίκους, καθώς η ποινική ανηλικότητα περατώνεται με την συμπλήρωση του δέκατου όγδοου (18ου) έτους. Τεκμαίρεται ότι οι δράστες αυτής της ηλικίας έχουν ικανότητα προς καταλογισμό και συνεπώς καθίστανται πλήρως ποινικά υπεύθυνοι. Η μόνη περίπτωση να μην έχουν πλήρη ικανότητα για καταλογισμό είναι να συντρέχουν οι όροι των άρθρων 34 ή/και 36 ΠΚ. Όταν, λοιπόν, τελούν αξιόποινη πράξη, παραπέμπονται στα κοινά Δικαστήρια και τους επιβάλλονται οι προβλεπόμενες από τον Ποινικό Κώδικα ποινές. Υπάρχει η δυνατότητα να τους αναγνωρισθεί ελαφρυντική περίσταση λόγω της «μετεφηβικής ηλικίας» και να τους επιβληθεί ποινή ελαττωμένη κατά το άρθρο 83 ΠΚ. «Αυτό επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου χωρίς να καθιερώνεται κανένα κριτήριο για να κριθεί αν η μειωμένη ποινή αρκεί για να αποτρέψει τον κατηγορούμενο από την τέλεση άλλων αξιόποινων πράξεων»[9].-

  1. IV) ΕΛΑΦΡΥΝΤΙΚΟ ΜΕΤΕΦΗΒΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

10.- Με το άρθρο 133 ΠΚ καθιερώνεται ένας γενικός λόγος μείωσης της ποινής, όταν η πράξη τελείται από νεαρό ενήλικα (ενήλικα μετεφηβικής ηλικίας). Αναφορικώς, λοιπόν, με τον αυτοτελή ισχυρισμό εκ του άρθρου 133 ΠΚ, διάταξη που καθιερώνει τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να επιβάλει ποινή ελαττωμένη στους νεαρούς ενήλικες (ελαφρυντικό μετεφηβικής ηλικίας), μπορούν να αναφερθούν τα παρακάτω, με αναφορά της, κατά περίπτωση, νομολογίας του Αρείου Πάγου και Δικαστηρίων ουσίας:

10.1.- Σύμφωνα με την ΑΠ 1021/2013 (ΠΧρ 2014/676), με τη διάταξη του άρθρου 130 παρ.1 ΠΚ, η οποία εφαρμόζεται αυτεπαγγέλτως και υποχρεωτικώς, όταν ο δράστης, κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξεως, ήταν ανήλικος και εισάγεται σε δίκη μετά την ενηλικίωσή του, παρέχεται ευχέρεια επιβολής μειωμένης, κατ’ άρθρο 83 ΠΚ, ποινής, αντί του περιορισμού του κατηγορουμένου σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων, εφόσον κριθεί ότι, λόγω της ενηλικίωσής του, δεν είναι σκόπιμη η επιβολή τέτοιου σωφρονιστικού μέτρου, χωρίς να απαιτείται σχετική αιτιολογία. Με την ανωτέρω απόφαση αναιρέθηκε εν μέρει η προσβληθείσα απόφαση λόγω ελλείψεως αιτιολογίας και υπέρβασης εξουσίας ως προς την περί ποινής διάταξή της, ενόψει του ότι δεν εφαρμόστηκε το άρθρο 130 ΠΚ και δεν επεβλήθη μειωμένη ποινή στον κατηγορούμενο (που εισήχθη σε δίκη μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του, αλλά τέλεσε τις πράξεις όταν ήταν ανήλικος), παρά την αναγνώριση στο πρόσωπό του και άλλης ελαφρυντικής περίστασης.

10.2.- Όπως προκύπτει από την ΑΠ 341/2013 (ΠΧρ 2013/656), σχετικώς με τα κριτήρια που το δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψη για να αναγνωρίσει την εν λόγω ελαφρυντική περίσταση, η νομολογία, με σειρά αποφάσεων, κατά κόρον δέχεται ότι οι νεαροί ενήλικοι πρέπει να απολαμβάνουν αυτής της ευεργετικής διατάξεως. Ειδικότερα κατά την απόφαση:

Ενδεικτικά αναφέρονται οι ΠεντΕφΠατρ 146-148/1999 ΠοινΔικ σελ. 852, ΑΠ 296/1999 ΠοινΔικ 1999/668, ΤριμΕφΚακΠατρών 303/1999 ΠοινΔικ 2010/510, ΠεντΕφΠατρών 18-19/1999 ΠοινΔικ 2000/852, ΤριμΕφΠατρών 9/1999 ΠοινΔικ 2000/851, στις οποίες Δικαστήρια που δίκαζαν εγκλήματα σε βαθμό κακουργήματος νεαρών ενηλίκων (όπως διακεκριμένες κλοπές κατ’ επάγγελμα, απλή συνέργεια στα εγκλήματα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση-βιασμού, αρπαγής ανηλίκου, καθύβρισης θρησκεύματος και εμπρησμού, ληστεία κατά συρροή) αναγνώρισαν τη συνδρομή του ελαφρυντικού της μετεφηβικής ηλικίας. Κριτήρια για την εν λόγω παραδοχή, υπό το πρίσμα της ταυτότητας του νομικού λόγου, αποτελούν, κατ’ ανάλογη εφαρμογή, τα οριζόμενα στα άρθρα 82 και 100 παρ. 1 ΠΚ με βάση τα οποία η μειωμένη ποινή επιβάλλεται  όταν αυτή αρκεί για να αποτρέψει τον κατηγορούμενο από την τέλεση άλλων αξιόποινων πράξεων (ΜΟΕ Αθ 79, 80, 81/2002 ΠΧρ 2004/50). Τα ως άνω κριτήρια αναφέρονται ευθέως στη δυνατότητα κοινωνικής επανένταξης του κατηγορουμένου, η οποία κρίνεται από την προσωπικότητα αυτού πριν την εμπλοκή του στην αποδιδόμενη αξιόποινη πράξη, από τις συνθήκες υπό τις οποίες ενεπλάκη σε αυτή, αλλά και από την μετέπειτα συμπεριφορά του.-

10.3.- Προσέτι, σε σχέση με την μετεφηβική ηλικία του υπαιτίου, για την απόρριψη του σχετικού ισχυρισμού και τη θεμελίωση της απορριπτικής κρίσεως δεν αρκεί να εκτιμηθεί το είδος και η σοβαρότητα των εγκλημάτων που αυτός  διέπραξε, αλλά πρέπει να συνεκτιμηθούν και άλλα στοιχεία, τα οποία να περιληφθούν στην αιτιολογία της αποφάσεως, σκέψεις και συλλογισμοί, από τους οποίους να προκύπτει, ότι η εγκληματική συμπεριφορά του δράστη δεν έχει σχέση με τη νεανική του ανωριμότητα, ώστε να δικαιολογείται η μη επιεικής μεταχείρισή του. Η ανωτέρω απόφαση (ΑΠ 341/2013) δέχθηκε την αίτηση αναίρεσης κατά το μέρος της απόρριψης του ελαφρυντικού της μετεφηβικής ηλικίας.-

10.4.- Με την ΠεντΕφΑθ 2926/2008 (ΠοινΔνη 2012/101) αναγνωρίστηκε στον εκεί (δεύτερο) κατηγορούμενο το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας, εφόσον κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης είχε συμπληρώσει το 18ο έτος όχι όμως και το 21ο έτος της ηλικίας του.-

10.5.- Με την ΑΠ 136/2014 (ΠοινΔνη 2015/4) απερρίφθη το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας, καθώς η όλη συμπεριφορά του κατηγορουμένου (όπως αυτή περιγράφηκε) καταδεικνύει άτομο που έδρασε με ωριμότητα και ψυχραιμία που δεν αρμόζει σε πρόσωπο μετεφηβικής ηλικίας.-

10.6.- Με την ΑΠ 1937/2010 (ΠραξΛογΠΔ 2011/55) το Δικαστήριο έκρινε απορριπτέο το αίτημα για τη χορήγηση του ελαφρυντικού της μετεφηβικής ηλικίας, ως ερειδόμενο επί αναληθούς προϋποθέσεως, αφού και ο ίδιος ο κατηγορούμενος είχε ρητά ομολογήσει ότι κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης είχε ήδη συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας του και συνεπώς δεν εδικαιούτο να ζητήσει τη χορήγηση αυτού του ελαφρυντικού.-

10.7.- Με την ΠεντΕφΑθ 301/2007 (ΠοινΔνη 2007/1255) ο κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος για κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια κλοπή, δεδομένου ότι διέρρηξε τρία αυτοκίνητα, από τα οποία αφαίρεσε διάφορα κινητά πράγματα με σκοπό να τα ιδιοποιηθεί παράνομα. Απερρίφθη αίτημα για το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας, αφού κατά την τέλεση των δύο τελευταίων πράξεών του είχε συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας του, για δε τις λοιπές δύο δεν κρίθηκε σκόπιμη η αναγνώριση αυτού του ελαφρυντικού.

  1. V) ΑΝΑΜΟΡΦΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
  2. A) ANAMOΡΦΩΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ- AΡΘΡΟ 122 ΠΚ

11.- Διακρίνονται σε i) κύρια και ii) πρόσθετα αναμορφωτικά μέτρα. Από τα κύρια, τα πρώτα 11 είναι μη ιδρυματικά, ενώ το 12ο είναι ιδρυματικό μέτρο[10]:

  1. i) ΚΥΡΙΑ ΑΝΑΜΟΡΦΩΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

11.1.- Eπίπληξη του ανηλίκου. Θεωρείται το ηπιότερο αναμορφωτικό μέτρο. Ο νόμος δεν δίνει ορισμό της έννοιας, ούτε προσδιορίζει τον τρόπο υλοποίησής του. Απαγγέλλεται είτε από τον Εισαγγελέα Ανηλίκων, κατά την ενώπιόν του προσαγωγή του ανηλίκου και εκφράζεται με την αποχή του από την ποινική δίωξη, είτε από το Δικαστήριο Ανηλίκων. Σκοπός του μέτρου είναι, πρώτον, να αποδοκιμάσει την παράνομη συμπεριφορά του ανηλίκου, ώστε να κατανοήσει ο ίδιος τις δυσάρεστες συνέπειες της πράξης του και, δεύτερον, να τον αποτρέψει, στο μέλλον, από τυχόν άλλες παραβατικές συμπεριφορές. Για να διατηρηθεί η παιδαγωγική φύση του μέτρου, καλόν είναι να απαγγέλλεται προφορικά, παρόντος του κατηγορουμένου, και όχι ερήμην του, με απλή καταγραφή σε εισαγγελική διάταξη ή δικαστική απόφαση. Η αποδοτικότητα του μέτρου ελέγχεται από τον αρμόδιο Επιμελητή Ανηλίκων. Αυτός θα φροντίσει ώστε να βοηθήσει τον ανήλικο να συνειδητοποιήσει την σημασία των συνεπειών της συμπεριφοράς του, ώστε να προσαρμοστεί σε ένα σύννομο τρόπο ζωής μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον. Ο Επιμελητής θα κρίνει, αν το μέτρο καρποφόρησε και μπορεί πλέον να αποσυρθεί (άρθρο 124 ΠΚ) ή να αντικατασταθεί με κάποιο άλλο, αν το επιβληθέν δεν είχε θετικά αποτελέσματα. Στην πράξη, όμως, λόγω της χαλαρής φύσης του μέτρου, το έργο της επίβλεψης εκτελείται μόνον τυπικά, παρά ουσιαστικά, με αποτέλεσμα η πρακτική αυτή να οδηγεί στην υποβάθμιση του μέτρου και από το Δικαστικό Σύστημα.-

11.2.- Ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς ή επιτρόπους του. Επιβάλλεται είτε από τον Εισαγγελέα Ανηλίκων (ομοίως ως άνω),  κατά την αποχή του από την ποινική δίωξη, είτε από τον Δικαστή,  όταν κρίνεται ότι το οικογενειακό περιβάλλον είναι κατάλληλο για να συμβάλει στην ομαλή διαπαιδαγώγηση και κοινωνική επανένταξη του ανηλίκου. Το μέτρο εξειδικεύεται σε δραστηριότητες και προγράμματα θεραπευτικής φύσεως για τον ίδιο τον ανήλικο (μελέτη, σχολείο, συμβουλευτικά προγράμματα κλπ.), καθώς και σε δραστηριότητες που πρέπει να αναλάβουν οι ίδιοι οι γονείς (μαθήματα συμβουλευτικής, προγράμματα για ουσιαστική συνεργασία με τα παιδιά κλπ.). Το Δικαστήριο επιλέγει δραστηριότητες για τους γονείς, αφού έχει προηγηθεί εξέταση του ιστορικού της οικογένειας και των διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ των μελών της. Σε περίπτωση οποιουδήποτε είδους επικινδυνότητας του γονέα, το μέτρο (πρέπει να) αποφεύγεται. Κύριος στόχος του μέτρου είναι η άσκηση ουσιαστικότερου ελέγχου και επιβολής ορίων από τους γονείς στον ανήλικο. Και εδώ, η προφορική του απαγγελία από τον Εισαγγελέα ή το Δικαστήριο κρίνεται αναγκαία για την αποδοτικότητά του. Για την αποτελεσματικότητά του, μάλιστα, το άρθρο 360 ΠΚ προβλέπει ποινή στερητική της ελευθερίας για τους γονείς που παραλείπουν να παρεμποδίσουν τον ανήλικο από την τέλεση αξιόποινης πράξης. Ωστόσο, οι Δικαστικές Αρχές φαίνεται, πλέον, να απέχουν από την συχνή επιβολή του συγκεκριμένου μέτρου, λόγω της αδυναμίας και, κάποιες φορές, και της ανυπαρξίας μηχανισμών κρατικής παρέμβασης και βοηθητικών προγραμμάτων.-

11.3.- Ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου σε ανάδοχη οικογένεια. Επιβάλλεται σε περίπτωση προβλημάτων ή δυσχερειών κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιτροπείας υπό την οποία τελεί το παιδί, όταν βρεθεί κατάλληλη ανάδοχη οικογένεια. Ανάδοχη είναι η οικογένεια που αποτελείται από συζύγους με ή χωρίς παιδιά, ενώ, σε ορισμένες περιπτώσεις, έργο ανάδοχης οικογένειας μπορούν να αναλάβουν και μεμονωμένα άτομα με ή χωρίς παιδιά. Η επιλογή της ανάδοχης οικογένειας γίνεται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες Υγείας και την Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων (ΥΕΑ), εφόσον αυτή (η επιλεγείσα οικογένεια κλπ.)  πληροί κάποια κριτήρια (ορθή ψυχοσωματική/νοητική κατάσταση των μελών της οικογένειας, καλό οικονομικό επίπεδο, ηθική κλπ.) και προέρχεται, αρχικώς, είτε από τους κόλπους του ευρύτερου συγγενικού ή κοινωνικού περιβάλλοντος του ανηλίκου, είτε, σε δεύτερη φάση, από οργανωμένα, για το σκοπό αυτό, δίκτυα δομών. Το Δικαστήριο ορίζει επακριβώς τα πεδία εφαρμογής της αναδοχής, εφόσον προηγουμένως καλέσει σε ακρόαση τον υπό αναδοχή ανήλικο και τους γονείς του.  Για να αποδώσει το σχετικό μέτρο, κρίνεται σημαντική η λειτουργία ενός συντονισμένου δικτύου συνεργασίας μεταξύ των κατάλληλων φορέων και των υπηρεσιών υγείας. Όμως, ούτε και αυτό το μέτρο τυγχάνει συχνής εφαρμογής, κυρίως λόγω έλλειψης ανάδοχων οικογενειών, καθώς και απροθυμίας αναδοχής ενός παιδιού με παραβατικό ιστορικό.-

11.4.- Ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου σε προστατευτικές εταιρίες ή σε ιδρύματα ανηλίκων ή σε επιμελητές ανηλίκων. Συνηθέστερης εφαρμογής τυγχάνει η ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου στους επιμελητές ανηλίκων της ΥΕΑ. Οι προστατευτικές εταιρίες δραστηριοποιούνται πλέον μόνο για την πρόληψη της θυματοποίησης των ανηλίκων, ενώ η ανάθεση ανηλίκων σε ιδρύματα δεν εφαρμόζεται στην πράξη ως αυτοτελές, μη ιδρυματικό, αναμορφωτικό μέτρο. Η εξαιρετική σημασία του μέτρου έγκειται στην θέση του ανηλίκου υπό ένα καθεστώς παρακολούθησης και επίβλεψης από ένα τρίτο, ανεξάρτητο, έμπειρο, εξειδικευμένο προς τούτο πρόσωπο. Ο επιμελητής είναι αυτός που θα βοηθήσει  τον ανήλικο να αντιληφθεί το μέγεθος και τη σοβαρότητα των πράξεων και των συνεπειών τους, ώστε να επανενταχθεί ομαλά στην κοινωνία. Επίσης, διαθέτει το δικαίωμα επέμβασης σε κάθε σύστημα στο οποίο συμμετέχει ο ανήλικος (σχολείο, οικογένεια, κλπ.). Βέβαια, η πραγματικότητα έχει δείξει πως η ανεπαρκής στελέχωση των ΥΕΑ, καθώς και οι πολλαπλές ανειλημμένες υποχρεώσεις των επιμελητών δημιουργεί σημαντικές δυσχέρειες στην υλοποίηση του μέτρου, με συνέπεια την όχι και τόσο συχνή επιβολή του.-

11.5.- Συνδιαλλαγή μεταξύ ανήλικου δράστη και θύματος για έκφραση συγγνώμης και γενικά για εξώδικη διευθέτηση των συνεπειών της πράξης. Θύμα, θύτης και κοινότητα επιλύουν το πρόβλημα μέσω μίας εναλλακτικής μορφής αποκατάστασης της Δικαιοσύνης. Προς τούτο, προκρίνονται κατάλληλες υπηρεσίες ψυχικής υγείας και λύσεις αποκατάστασης, διαφορετικές  από την παραδοσιακή ιδέα απονομής της Δικαιοσύνης, όπως η παροχή κοινωφελούς εργασίας, με περισσότερο διαδεδομένη τη διαμεσολάβηση μεταξύ ανηλίκου θύτη και θύματος, προβλεπόμενη στο άρθρο 122 ΠΚ. Επιβάλλεται είτε από τον Εισαγγελέα Ανηλίκων, κατά την αποχή του από την ποινική δίωξη (βλ. ανωτ. παρ. 11.1 και 11.2), είτε με δικαστική απόφαση. Στην πράξη δίνεται το ερέθισμα αρχικά στον παραβάτη να καταστεί περισσότερο υπεύθυνος, οδηγούμενος σε ειλικρινή μεταμέλεια, ενώ, στην συνέχεια, παρέχεται υλική και συναισθηματική βοήθεια στο θύμα, ώστε να καταφέρει να δώσει συγχώρεση στο δράστη. Βέβαια, λυδία λίθος του μέτρου αποτελεί το πρόσωπο του διαμεσολαβητή. Προϋποθέτει άτομο με εξειδικευμένες γνώσεις και ειδικές ικανότητες, ώστε να προβεί σε ιεράρχηση των αναγκών, επιθυμιών και ικανοτήτων του ανηλίκου. Στην Ελλάδα, τη διαμεσολάβηση αναλαμβάνει βάσει νόμου η ΥΕΑ. Τέλος, παρότι η Ελληνική Νομοθεσία αρχίζει γενικώς να προβλέπει τη διαμεσολάβηση, η αλήθεια είναι πως στην πράξη δεν συνηθίζεται να εφαρμόζεται.-

11.6.- Αποζημίωση του θύματος ή της κατ’ άλλο τρόπο άρσης ή μείωσης των συνεπειών της πράξης από τον ανήλικο. Εισήχθη στον Ελληνικό Χώρο με τον Ν.3189/2003. Ο ανήλικος μπορεί να υποχρεωθεί να επανορθώσει τη ζημιά που προξένησε, αναλόγως των δυνατοτήτων του, ιδιαίτερα μετά την ηλικία των 15 ετών, από πόρους που μπορεί ελεύθερα να διαθέτει. Το παρόν μέτρο είχε προταθεί για πρώτη φορά είτε ως εναλλακτική μορφή απονομής της Δικαιοσύνης, είτε ως επιπρόσθετο μέτρο, σε σχέση με στερητικές της ελευθερίας ποινές. Μάλιστα, δύναται το μέτρο αυτό να επιβληθεί παραλλήλως με το προηγούμενο της συνδιαλλαγής. Σπάνια, ωστόσο, προτιμάται και αυτό.-

11.7.- Παροχή κοινωφελούς εργασίας από τον ανήλικο. Η επιβολή του μέτρου προϋποθέτει, κατ’ αρχήν, την συναίνεση του ανηλίκου και, κατά δεύτερον, την παροχή ειδικής ψυχολογικής υποστήριξης προς αυτόν. Η εργασία, άλλωστε, με την οποία πρόκειται να ασχοληθεί, θα πρέπει να βρίσκεται σε αναλογική αντιστοιχία με κάποια δεδομένα (ηλικία, εκπαίδευση, δεξιότητες, τόπος διαμονής, ωράρια, γενικότερες συνθήκες τέλεσης της πράξης κλπ.) και να είναι πάντα σύμφωνη με την ψυχοσωματική ανάπτυξη και την σχολική φοίτηση του ανηλίκου. Εκτελείται αμισθί για εύλογο χρονικό διάστημα. Η κοινωφελής εργασία παρέχεται σε υπηρεσίες του Κράτους, ΟΤΑ, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ (χωρίς κερδοσκοπικό όφελος), ΜΚΟ. Τα αντικείμενά της μπορεί να ποικίλουν (φροντίδα  περιβάλλοντος, δημοσίων χώρων, ηλικιωμένων, φιλανθρωπίες κλπ.). Βασικός στόχος του προγράμματος είναι η αποκατάσταση της ζημιάς από τον ίδιο τον ανήλικο, μέσω της εργασίας που αναλαμβάνει, η οποία πραγματοποιείται προς όφελος της κοινωνίας. Είναι, μάλιστα, ευκαιρία και για τον ίδιο, καθώς ενισχύεται το αίσθημα του ανήκειν σε μια κοινότητα. Το μέτρο προτείνεται βάσει του νόμου από Επιμελητή Ανηλίκων, ενώ εξειδικεύεται ως προς τις λεπτομέρειές του από την δικαστική απόφαση. Εντούτοις, δεν εφαρμόζεται συχνά σε ανηλίκους, κυρίως λόγω ελλείψεως εκπονημένων προγραμμάτων που να αντιστοιχούν σε κατάλληλες εργασίες με τις πραγματικές ανάγκες των ανηλίκων.-

11.8.- Παρακολούθηση από τον ανήλικο κοινωνικών και ψυχολογικών προγραμμάτων σε κρατικούς, δημοτικούς, κοινοτικούς ή ιδιωτικούς φορείς. Τα προγράμματα προσφέρονται από κρατικούς αλλά και από ιδιωτικούς φορείς, με τη βοήθεια ειδικών ψυχικής υγείας. Γι’ αυτό, καλόν είναι να υπάρχει αγαστή συνεργασία μεταξύ της ΥΕΑ και των παραπάνω φορέων, ενώ η πρόταση περί σύστασης των σχετικών φορέων και παροχή του προγράμματος δωρεάν φαντάζει η ιδανικότερη. Όμως, στον Ελληνικό Χώρο, δεν έχουν αναπτυχθεί κατά κύριο λόγο αντίστοιχα προγράμματα , ενώ, όσες προσπάθειες έχουν γίνει, βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο, χωρίς επαρκή αξιολόγηση και έγκυρα αποτελέσματα. Η απουσία πρωτοκόλλων συνεργασίας μεταξύ των φορέων και των Εισαγγελικών-Δικαστικών αρχών οδηγεί, και σε αυτή την περίπτωση, σε ισχνή εφαρμογή του μέτρου.-

11.9.- Φοίτηση του ανηλίκου σε σχολές επαγγελματικής ή άλλης εκπαίδευσης ή κατάρτισης. Και αυτό το μέτρο αποτελεί κύρωση εναλλακτική της στερητικής της ελευθερίας ποινής. Στοχεύει στην κοινωνική ένταξη του ανηλίκου μέσω της διαπαιδαγώγησης και της επαγγελματικής κατάρτισης, εφόδια που ίσως αποτρέψουν περαιτέρω υποτροπή του σε παράνομες πράξεις. Για την υλοποίησή του απαιτούνται δωρεάν προγράμματα από ιδρύματα δημοσίου χαρακτήρα ή από σχετικά επιδοτούμενα προγράμματα, προϋπόθεση λίγο δύσκολη, ωστόσο, στην πράξη.-

11.10.- Παρακολούθηση από τον ανήλικο ειδικών προγραμμάτων κυκλοφοριακής αγωγής. Θεσπίστηκε με τον Ν.3189/2003, γιατί  έχει παρατηρηθεί πως οι περισσότερες αξιόποινες πράξεις που τελούν οι ανήλικοι έχουν να κάνουν με παραβάσεις του ΚΟΚ και, μάλιστα, με την έλλειψη άδειας οδήγησης: Πολλοί ανήλικοι αποτυγχάνουν στις γραπτές εξετάσεις για τα σήματα κυκλοφορίας, δεν αποκτούν την άδεια και καταλήγουν σε οδικές παραβάσεις. Τα σχετικά προγράμματα εστιάζουν κυρίως στην αντιμετώπιση προβλημάτων μαθησιακών δυσκολιών, δυσλεξίας κλπ. Στο παρελθόν, λειτούργησαν αρκετά αποδοτικά τέτοιου είδους προγράμματα υπό την αιγίδα της Εισαγγελίας Ανηλίκων σε συνεργασία με την κατά τόπο Τροχαία και τον αντίστοιχο Δήμο.-

11.11.- Ανάθεση της εντατικής επιμέλειας και επιτήρησης του ανηλίκου σε προστατευτικές εταιρίες ή σε επιμελητές ανηλίκων. Παράλληλα με την απλή επιμέλεια ισχύει και η εντατική και προβλέπεται για σοβαρές, κατά κύριο λόγο,    περιπτώσεις παραβατικότητας, ώστε να μην χρειαστεί η επέμβαση του ιδρύματος. Προβλέπεται εντατική υποστηρικτική και ενθαρρυντική διαδικασία διαπαιδαγώγησης και εποπτείας.

11.12.- Τοποθέτηση ανηλίκου σε κατάλληλο κρατικό, δημοτικό, κοινοτικό ή ιδιωτικό ίδρυμα αγωγής (ΙΔΡΥΜΑΤΙΚΟ ΑΝΑΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ). Είναι μέτρο αναγκαστικού εγκλεισμού του ανηλίκου σε ίδρυμα. Επιβάλλεται από το Δικαστήριο Ανηλίκων σε περίπτωση που όλα τα υπόλοιπα αναμορφωτικά μέτρα κριθούν ανεπαρκή για την συγκεκριμένη περίπτωση. Προβλέπεται, κυρίως, για παιδιά με ιδιαίτερη προσωπικότητα και προβλήματα συμπεριφοράς, η οποία  δύσκολα αντιμετωπίζεται. Από την στιγμή που το ίδρυμα δέχεται τον ανήλικο, ασκεί τα δικαιώματα που προβλέπει το άρθρο 1510 ΑΚ, ενώ αναλαμβάνει και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη γονική μέριμνα. Στις μέρες μας, λειτουργεί, για όλη την Ελλάδα, μόνο το Ίδρυμα Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Νέας Ιωνίας Βόλου, ενώ για τα ανήλικα κορίτσια δεν λειτουργεί ίδρυμα αγωγής από το 1997. Ωστόσο, στοιχεία από έρευνες που έλαβαν χώρα κατά το παρελθόν στο προαναφερθέν Ίδρυμα Νέας Ιωνίας Βόλου, έδειξαν ανειδίκευτο προσωπικό, κακές κτιριακές εγκαταστάσεις, πολλές ανομοιόμορφες και με διαφορετικές προτεραιότητες υποθέσεις ανηλίκων και ελλειμματική υποστηρικτική και αναπτυξιακή επιμέλεια. Τα παραπάνω αποκαρδιωτικά ευρήματα στο μοναδικό σχετικό Ίδρυμα εν Ελλάδι οδηγούν στην εγκατάλειψη του μέτρου από το Δικαστικό Σύστημα. Παρά ταύτα, η ύπαρξη και λειτουργία του εν λόγω θεσμού σε στέρεες υγιείς βάσεις κρίνεται επιτακτική, ως το τελευταίο αναμορφωτικό ανάχωμα πριν την επιλογή του βαρύτερου μέτρου της εισόδου του ανηλίκου σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων.-

  1. ii) ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΑΝΑΜΟΡΦΩΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

12.- Περιγράφονται αναλυτικά στο άρθρο 122 παρ.3 ΠΚ, ως ”επιπλέον υποχρεώσεις”. Απόκειται στη διακριτική ευχέρεια και στην κρίση του Δικαστή να αποφασίσει ποιο μέτρο προσιδιάζει καλύτερα στην πράξη και την προσωπικότητα του ανήλικου παραβάτη, καθώς ο νόμος δεν ορίζει με σαφήνεια ποιες είναι αυτές οι υποχρεώσεις. Η επιβολή τους προϋποθέτει ένα τουλάχιστον επιβληθέν κύριο αναμορφωτικό μέτρο. Εντούτοις, σπανίως επιλέγονται προς επιβολή από το Δικαστήριο.-

Β) ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ – ΑΡΘΡΟ 123 ΠΚ

13.- Κατ’ αρχήν, για να επιβάλει το Δικαστήριο θεραπευτικά μέτρα, θα πρέπει ο ανήλικος να έχει προβεί προηγουμένως σε πράξη, την οποία, αν είχε τελέσει ποινικώς υπεύθυνο ενήλικο άτομο, θα του είχε καταλογιστεί ως κακούργημα ή πλημμέλημα. Η πρώτη παράγραφος του σχετικού άρθρου (123 ΠΚ) διευκρινίζει ποιοι ανήλικοι χρήζουν θεραπευτικών μέτρων, ενώ παράλληλα παραθέτει και ποια είναι αυτά. Έτσι, θεραπευτικά μέτρα προβλέπονται για ανηλίκους, η κατάσταση των οποίων απαιτεί ιδιαίτερη μεταχείριση (ψυχική ασθένεια, νοσηρή διατάραξη πνευματικών λειτουργιών, σοβαρές δυσλειτουργίες λόγω χρήσης απαγορευμένων ουσιών κλπ.). Βέβαια, η αντιμετώπιση του ανηλίκου με αυτά τα μέτρα δεν εξαρτάται από την ποινική του ευθύνη ή την ικανότητά του για καταλογισμό[11].-

14.- Θεραπευτικά μέτρα είναι:

α) Η ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς, τους επιτρόπους του ή σε ανάδοχη οικογένεια.-

β) Η ανάθεση της επιμέλειάς του σε προστατευτικές εταιρείες ή επιμελητές ανηλίκων.-

γ) Συμβουλευτικά θεραπευτικά προγράμματα για τον ανήλικο.-

δ) Η παραπομπή του σε θεραπευτικό η άλλο κατάλληλο κατάστημα

14.1.- Στις επόμενες παραγράφους του άρθρου (123 ΠΚ), γίνεται λόγος για αναγκαία διάγνωση και γνωμοδότηση εξειδικευμένης ομάδας επιστημόνων, πριν την επιβολή οποιουδήποτε θεραπευτικού μέτρου (παραγρ. 2), καθώς και για τη δυνατότητα ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης για ανηλίκους εθισμένους σε ναρκωτικές ουσίες.-

14.2.- Στην  πράξη, ωστόσο, τα θεραπευτικά μέτρα δεν επιβάλλονται από το Ελληνικό Δικαστικό Σύστημα. Και αυτό, γιατί παρατηρείται ανυπαρξία δομών σχετικά με τη λειτουργία τόσο ειδικών θεραπευτικών και υποστηρικτικών προγραμμάτων όσο και  εξειδικευμένων ομάδων επιστημών. Αντίθετα, η ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη συνηθίζεται να  διατάσσεται από το Δικαστήριο.-

14.3.- Τέλος, ενδεικτικά αναφέρουμε το άρθρο 124 ΠΚ, στο οποίο γίνεται λόγος για το πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις  το δικαστήριο μπορεί να προβεί σε μεταβολή ή άρση των αναμορφωτικών μέτρων που επέβαλε.-

VΙ) ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΕΦΕΡΕ Ο ΝΟΜΟΣ 4322/2015

15.- Κατά την αιτιολογική έκθεση του ν. 4322/2015, με το άρθρο 2 του εν λόγω νόμου γίνεται προσπάθεια ρύθμισης διαφόρων θεμάτων που αφορούν στην ελαχιστοποίηση του εγκλεισμού των ανηλίκων. Στις αμέσως κατωτέρω υποπαραγράφους περιγράφονται λεπτομερέστερα οι ρυθμίσεις αυτές, με τη διευκρίνιση ότι γίνεται λόγος για «νομοσχέδιο», ενώ ήδη το «νομοσχέδιο» έχει γίνει νόμος του Κράτους και συγκεκριμένως ο Ν. 4322/2015:

15.1.- Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει μια σειρά από ρυθμίσεις για τους ανηλίκους με στόχο τον περιορισμό στο ελάχιστο των στερητικών της ελευθερίας ποινών και την ενίσχυση των μέτρων διαπαιδαγώγησης και αρωγής. Η διάρκεια του περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων μειώνεται και επιδιώκεται ο εγκλεισμός να επιβάλλεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για αδικήματα που απειλούνται με ισόβια κάθειρξη. Παράλληλα αυξάνεται το κατώτατο όριο έναρξης της ποινικής ευθύνης και ενισχύονται οι δυνατότητες που δίνει ο νόμος για την επιβολή αναμορφωτικών μέτρων εκπαιδευτικού και διαπαιδαγωγικού χαρακτήρα σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας.-

15.2.- Οι νέες διατάξεις του άρθρου 2 προσδίδουν πλέον το χαρακτήρα της εξαίρεσης στην επιβολή του ποινικού σωφρονισμού, καθώς επιβάλλεται μόνο σε εκείνες τις κακουργηματικές πράξεις, που επισύρουν την ποινή της ισόβιας κάθειρξης, ενώ για όλες τις υπόλοιπες πράξεις, που κινούνται σε πεδία χαμηλότερης βαρύτητας εγκληματικότητας επιβάλλονται μόνο αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα. Ωστόσο, ειδικά το αναμορφωτικό μέτρο της τοποθέτησης σε Ίδρυμα Αγωγής μπορεί να αντικατασταθεί με ποινικό σωφρονισμό για τους ποινικά υπεύθυνους ανηλίκους, δηλαδή αυτούς που έχουν ηλικία δέκα πέντε έως δέκα οκτώ ετών, εφόσον τους έχει επιβληθεί για πράξη, που είναι κακούργημα και εμπεριέχει στοιχεία βίας εάν ο ανήλικος διαφεύγει επανειλημμένα από το Ίδρυμα Αγωγής και ο ποινικός σωφρονισμός κρίνεται απολύτως αναγκαίος ή τελέσει εκ νέου πράξη που είναι κακούργημα που εμπεριέχει στοιχεία βίας.-

15.3.- Ταυτόχρονα με την αύξηση του κατώτατου ορίου έναρξης της ποινικής ευθύνης από τα 13 στα 15 χρόνια, ο Ελληνας Νομοθέτης ευθυγραμμίζεται με τις προβλέψεις άλλων ευρωπαϊκών εννόμων τάξεων αλλά και με τη σύσταση των Στοιχειωδών Κανόνων των Ηνωμένων Εθνών για την Απονομή της Δικαιοσύνης σε Ανηλίκους (Κανόνες του Πεκίνου) να μην καθορίζεται η ηλικία έναρξης σε πολύ πρώιμο στάδιο.-

15.4.- Επίσης, τροποποιείται η προηγούμενη πρόβλεψη του άρθρου 130 ΠΚ και το αναμορφωτικό μέτρο της τοποθέτησης στο ίδρυμα αγωγής παύει αυτοδικαίως με τη συμπλήρωση του δέκατου όγδοου έτους του υπαιτίου, καθώς είχε παρατηρηθεί, ότι με την προηγούμενη ρύθμιση του άρθρου 3 του ν. 3860/2010 παραμένουν στο ίδρυμα αγωγής ανήλικοι μικρής ηλικίας από οκτώ ετών μαζί με   μετεφήβους έως και είκοσι πέντε ετών, γεγονός που αλλοιώνει τον εκπαιδευτικό-διαπαιδαγωγικό χαρακτήρα του ιδρύματος, το οποίο άλλωστε αποτελεί δομή ημιελεύθερης διαβίωσης.-

15.5.- Λαμβάνεται πρόνοια ώστε οι ως άνω ευεργετικές διατάξεις περιορισμού της επιβολής του ποινικού σωφρονισμού στα αδικήματα του άρθρου 127 παρ. 1 να καταλαμβάνει και εκείνους τους ανηλίκους, που είτε κατά το χρόνο δημοσίευσης του νόμου έχουν καταδικαστεί είτε είναι προσωρινά κρατούμενοι, παρέχοντας τη δυνατότητα να απολυθούν με βούλευμα του αρμόδιου συμβουλίου πλημ/κών του τόπου έκτισης της ποινής ενώ παρόμοια ρύθμιση προβλέπεται και για τους ενήλικες πλέον κρατούμενους εφόσον έχουν εκτίσει το 1/3 της ποινής του περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης.-

15.6.- Τέλος, καταργείται η τοποθέτηση σε ίδρυμα αγωγής, εκείνων των ανηλίκων, που δεν έχουν τελέσει πράξη, που θα αποτελούσε κακούργημα ή πλημμέλημα αν την τελούσε ενήλικος, με την αιτιολογία ότι διαβιούν σε κοινωνικό περιβάλλον ατόμων τα οποία τελούσαν καθ’ έξη ή κατ’ επάγγελμα αξιόποινες πράξεις. Εξάλλου, το μέτρο του στοιχ. ιβ! του άρθρου 122 ΠΚ δεν παύει ως ένα βαθμό να είναι περιοριστικό της ελευθερίας και ως δυσμενές προϋποθέτει την προηγούμενη διάπραξη αξιόποινης πράξης.-

VIΙ) ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ

16.- Παρατηρώντας τις στατιστικές της Ελληνικής Αστυνομίας σχετικά με την παραβατικότητα των ανηλίκων κατά την τετραετία 2011 έως και 2014, διαπιστώνουμε ότι το έτος 2012 αυτή είναι στο υψηλότερό της σημείο και βαίνει φθίνουσα στα έτη 2013 και 2014. Το γεγονός αυτό, μόνο τυχαίο δεν είναι, καθώς όσα διατυπώθηκαν σε θεωρίες, σχετικά με τους λόγους της παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς των ανηλίκων, βρίσκουν στις στατιστικές την απόλυτη δικαίωσή τους: Το έτος 2012 είναι ένα έτος ορόσημο, διότι η Ελληνική Κοινωνία υφίσταται ένα μεγάλο σοκ λόγω της οικονομικής κρίσης. Η απώλεια εισοδήματος και η αύξηση της ανεργίας επέδρασαν καταλυτικά στο κύτταρο της κοινωνίας, την οικογένεια. Το πρόβλημα της επιβίωσης μεταδόθηκε αυτόματα στα πιο ευάλωτα μέλη της, τα ανήλικα παιδιά. Στα έτη που ακολουθούν (2013 και 2014), η παγίωση της κοινωνικής καταστάσεως δείχνει μία πορεία φθίνουσα στην παραβατικότητα, γεγονός που σημαίνει, ότι η κοινωνία, συνειδητοποιώντας τη γενική κατάσταση, αρχίζει να ισορροπεί στα νέα δεδομένα.-

17.- Από τους παρακάτω πίνακες αστυνομικών στατιστικών, προκύπτει ότι οι ανήλικοι δράστες συμμετέχουν σε όλα τα αδικήματα. Όσον αφορά στο είδος και στη βαρύτητα των αδικημάτων που διαπράχθηκαν, η συντριπτική πλειοψηφία παρατηρείται να διαπράττει παραβάσεις του ΚΟΚ. Ακολουθούν οι κλοπές, απλές και διακεκριμένες, οι παραβάσεις της νομοθεσίας περί αλλοδαπών, περί ναρκωτικών, περί στερήσεως ασφαλιστικού συμβολαίου και έπονται οι ληστείες, οι βιασμοί και οι ανθρωποκτονίες με πρόθεση. Λαμβάνοντας υπόψιν τους πίνακες και σύμφωνα με την ΥΕΑ, τα ποσοστά συμμετοχής των ανηλίκων στην συνολική εγκληματικότητα στην χώρα μας είναι σχετικά πολύ μικρή, εκτός των παραβάσεων του ΚΟΚ, και η έκταση της παραβατικότητας εκ μέρους τους δεν εμφανίζει ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις, καθόσον κινείται στο πλαίσιο της χαμηλής και μεσαίας βαρύτητας.-

Αδικήματα που τελούν συχνότερα

ανά έτος

2011 2012 2013 2014
Παράβαση του Ν. 2696/1999

περί ΚΟΚ

 

1.614

 

5.530

 

4.693

 

3.803

Κλοπή (άρθρο 372 ΠΚ) 439 1.112 894 838
Απόπειρα κλοπής 29 74 69 51
Συναυτουργία σε κλοπή 93 446 225 183
Συναυτουργία σε απόπειρα

κλοπής

8 36 42 23
Διακεκριμένες κλοπές

(άρθρο 374 ΠΚ)

 

24

 

183

 

157

 

109

Ληστεία (άρθρο 380 ΠΚ) 35 129 105 65
Συναυτουργία σε ληστεία 16 37 36 33
Παράβαση του Ν. 1975/1991

περί αλλοδαπών

 

202

 

585

 

256

 

233

Παράβαση του Ν. 3459/2006

περί ναρκωτικών

 

166

 

338

 

366

 

257

Παράβαση του Ν. 2170/1993

περί στέρησης ασφαλιστικού συμβολαίου

 

99

 

228

 

276

 

182

Βία στους αθλητικούς χώρους 64 40 12 3
Απλή σωματική βλάβη

(άρθρο 308 ΠΚ)

 

19

 

46

 

23

 

40

Επικίνδυνη σωματική βλάβη

(άρθρο 309 ΠΚ)

 

4

 

19

 

13

 

19

Σωματική βλάβη από αμέλεια

(άρθρο 314 ΠΚ)

 

35

 

38

 

40

 

35

Παράβαση του Ν. 2191/1993

περί πνευματικής ιδιοκτησίας

 

27

 

70

 

16

 

94

Επαιτεία (άρθρο 407 ΠΚ) 25 39 50 73
Αποδοχή και διάθεση

προϊόντων εγκλήματος

(άρθρο 394 ΠΚ)

 

22

 

24

 

11

 

11

Αδικήματα μεγαλύτερης

βαρύτητας που τελούνται

πιο σπάνια ανά έτος

 

2011

 

2012

 

2013

 

 

2014

Ανθρωποκτονία με πρόθεση

(άρθρο 299 ΠΚ)

 

1

 

4

 

3

 

4

Ανθρωποκτονία

από αμέλεια

(άρθρο 302 ΠΚ)

 

1

 

 

 

Βιασμός

(άρθρο 336 ΠΚ)

 

4

 

5

 

7

 

5

Απόπειρα βιασμού 2 1 3

Αθήνα, 14 Οκτωβρίου 2015

* Δικηγόρος Αθηνών, Ποινικολόγος.

  1. Η εκπόνηση της παρούσας μελέτης θα ήταν κυριολεκτικά αδύνατη, χωρίς την συμβολή των Βασιλικής Τσώνου, δικηγόρου, Δήμητρας Καραούλη και Νικολάου Σχορτσανίτη, πτυχιούχων Νομικής, ασκουμένων δικηγόρων, τους οποίους από τη θέση αυτή ιδιαιτέρως ευχαριστώ.
  2. Bλ. Β. Μπακάλη, «Ανήλικοι και Παραβατικότητα», εκδ. Σάκκουλα, 2007.

3.. Βλ. Ν. Κουράκη, «Δίκαιο Παραβατικών Ανηλίκων, Ποινική και Εγκληματολογική Προσέγγιση, εκδ. Σάκκουλα, 2012, σ. 474-475.

  1. Βλ. Α. Μαγγανά, «Παραβατική συμπεριφορά ανηλίκων», ΠοινΔνη 2003/1176.
  2. Βλ. Ν. Κουράκη, «Δίκαιο Παραβατικών Ανηλίκων, Ποινική και Εγκληματολογική προσέγγιση», εκδ. Σάκκουλα, 2012, σ. 250.
  3. Βλ. Ν. Κουράκη, «Δίκαιο Παραβατικών Ανηλίκων, Ποινική και Εγκληματολογική προσέγγιση», εκδ. Σάκκουλα, 2012, σ. 176.
  4. Βλ. Μιχ. Μαργαρίτη, «Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία – Εφαρμογή», 3η έκδ. 2014 (υπό το άρθρο 121 ΠΚ).
  5. Βλ. Κ. Κοσμάτο, «Δίκαιο Ανηλίκων», ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, εκδ. 2010, σ. 47.
  6. Βλ. Αρ. Χαραλαμπάκη – Ι. Γιαννίδη, «Ποινικός Κώδικας και Νομολογία», ΠΧρ, Δίκαιο και Οικονομία, 2009 (υπό το άρθρο 83 ΠΚ)
  7. Βλ. Ειρήνη Πανταζή-Μελίστα, «Αναμορφωτικά μέτρα – Η επιρροή αυτών στην ψυχική υγεία του ανηλίκου και στην πρόληψη της παραβατικότητας», εκδ. Σάκκουλα, 2013.
  8. Βλ. Ειρήνη Πανταζή-Μελίστα, «Αναμορφωτικά μέτρα – Η επιρροή αυτών την ψυχική υγεία του ανηλίκου και στην πρόληψη της παραβατικότητας», εκδ. Σάκκουλα, 2013.